Economist: Η Σχολή της Χάλκης θα μπορούσε να βελτιώσει τις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας

Economist: Η Σχολή της Χάλκης θα μπορούσε να βελτιώσει τις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας

Δημοσίευμα του Economist αναφέρεται στην πρόσφατη επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στην κλειστή από το 1971 σχολή, την οποία χαρακτηρίζει «ενθαρρυντικό σημάδι».

Οι σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας θα μπορούσαν να βελτιωθούν με την επαναλειτουργία της ιστορικής Σχολής της Χάλκης, γράφει το βρετανικό περιοδικό Economist.

Tο δημοσίευμα αναφέρεται στην πρόσφατη επίσημη επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, στην κλειστή από το 1971 σχολή, την οποία χαρακτηρίζει «ενθαρρυντικό σημάδι».

Όπως τονίζει το βρετανικό περιοδικό «εδώ, εντός των τειχών της σχολής, μια διπλωματική διαμάχη σιγοκαίει εδώ και σχεδόν πέντε δεκαετίες. Παρά την πίεση ΗΠΑ, ΕΕ και Ελλάδας, οι διαδοχικές τουρκικές κυβερνήσεις αρνούνται την επαναλειτουργία της. Λίγοι ιερείς και μια χούφτα καθαριστές και κηπουροί, ένας μάγειρας και μια κυρία για το σιδέρωμα είναι οι μοναδικοί κάτοικοι του συγκροτήματος. Η Χάλκη παραμένει μια σχολή χωρίς σπουδαστές. Οι ελπίδες για μια λύση πάνε και έρχονται.

Η τελευταία ήρθε στις 6 Φεβρουαρίου, όταν ο Αλέξης Τσίπρας, συνοδευόμενος από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, έγινε ο πρώτος εν ενεργεία Έλληνας πρωθυπουργός που επισκέφθηκε τη Σχολή. Ένας συνεργάτης του Τούρκου Προέδρου ήταν επίσης εκεί, καθώς η κυβέρνηση Ερντογάν έχει επιδείξει μεγαλύτερη ετοιμότητα προς τη χριστιανική μειονότητα της Τουρκίας από τους προκατόχους της».

«Ελπίζω ότι η επόμενη επίσκεψή μου εδώ θα είναι με τον Πρόεδρο Eρντογάν και ότι μαζί θα ανοίξουμε τις πόρτες αυτής της Σχολής», είπε ο κ. Τσίπρας, καταχειροκροτούμενος. Μια μέρα νωρίτερα, μετά τη συνάντηση των δύο ηγετών, ο Τούρκος Πρόεδρος είχε πει ότι υπάρχουν ορισμένα νομικά εμπόδια για την επαναλειτουργία της Χάλκης. Ωστόσο, υπάρχουν πολλά πολιτικά. «Ερντογάν και Τσίπρας έχουν μια κάποια προσωπική χημεία, όμως τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ελλάδα εξακολουθούν να αμαυρώνουν διαμάχες για τα θαλάσσια σύνορα, τα αποθέματα φυσικού αερίου στο Αιγαίο, την επανένωση της Κύπρου και την τύχη των οκτώ Τούρκων στρατιωτικών που διέφυγαν στην Ελλάδα μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα το 2016», αναφέρει ο Economist.

Επί της ουσίας, η τύχη της Σχολής είναι ζήτημα των δεσμεύσεων της Τουρκίας έναντι των θρησκευτικών μειονοτήτων της και όχι διμερές ζήτημα. Ο κ. Eρντογάν, όμως, δεν δίστασε να το μεταβάλει σε τέτοιο. Στη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου, συνέδεσε την λειτουργία της σχολής με τα δικαιώματα των Ελλήνων μουσουλμάνων στη δυτ. Θράκη. Η Ελλάδα είναι απίθανο να εμπλακεί σε τέτοια ανταλλαγή, λέει ο Δημ. Τριανταφύλλου, Έλληνας ακαδημαϊκός που εργάζεται στην Τουρκία. Υπάρχει όμως πιθανότητα να κάνει την πρώτη κίνηση ο κ. Ερντογάν, του οποίου η εικόνα στη Δύση έχει πληγεί την τελευταία δεκαετία, και ο οποίος φαίνεται ολοένα και πιο πρόθυμος να καθησυχάσει τους ξένους επικριτές του, ειδικά με την τουρκική οικονομία να αντιμετωπίζει ύφεση. Η Χάλκη θα ήταν ένας εύκολος τρόπος να το κάνει.

Για την ιστορική Σχολή ο χρόνος, ίσως, εκπνέει. Όμηρος ιστορικών εντάσεων και άλλων διενέξεων, ο ελληνικός πληθυσμός της Τουρκίας έχει μειωθεί από πάνω από 100.000 τη δεκαετία του 1950, σε λιγότερους από 2.000 σήμερα. Το Πατριαρχείο, του οποίου οι αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένου του Πατριάρχη, απαιτείται από τον νόμο να είναι Τούρκοι πολίτες, αγωνίζεται να βρει κληρικούς να υπηρετήσουν στις εκκλησίες του. Ως αντισταθμιστικό μέτρο, η Τουρκία χορήγησε ιθαγένεια σε ιερείς που μετακλήθηκαν από την Ελλάδα, υπενθυμίζεται.

«Ο κ. Ερντογάν μπορεί να κάνει περισσότερα. Ο Πρόεδρος της Τουρκίας έχει την τάση να επικαλείται και να στιλβώνει την κληρονομιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανομένου του αξιέπαινου ιστορικού της ως προς τις θρησκευτικές ελευθερίες. Μπορεί να θελήσει να το κάνει και πάλι και να ξανανοίξει τη Χάλκη», καταλήγει το βρετανικο περιοδικό.