H Γαλλία σε κρίση: Πώς το εργασιακό παραλύει τη χώρα

H Γαλλία σε κρίση: Πώς το εργασιακό παραλύει τη χώρα

Η πιο σκληρή δοκιμασία για τον Φρανσουά Ολάντ - Οι Γάλλοι βγαίνουν στους δρόμους. 

Χάος επικρατεί στη Γαλλία με την αγανάκτηση των διαδηλωτών να ξεχύνεται στους δρόμους της χώρας, ζητώντας να αποσυρθεί ο νόμος για τη μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας, γνωστός και ως νόμος«Ελ Κομρί», τον οποίο και προωθεί η υπουργός Εργασίας, Μιριάμ Ελ Κομρί.

Στόχος της μεταρρύθμισης, η οποία έχει και τη συναίνεση της γαλλικής κυβέρνησης, είναι να μειωθεί η ανεργία που σήμερα ξεπερνά το 10%. Πιο αναλυτικά, το νομοσχέδιο αυτό επιτρέπει στις εταιρείες να επιβάλλουν στους εργαζόμενους εναλλακτικά ωράρια εργασίας, με 48ωρη εβδομαδιαία εργασία και ημερήσιο ωράριο έως και 12 ώρες.

Αγνοώντας τη δυσαρέσκεια των Γάλλων, η γαλλική κυβέρνηση κάνοντας χρήση ενός άρθρου του Συντάγματος επέβαλλε την εργασιακή μεταρρύθμιση μέσω προεδρικού διατάγματος, παρακάμπτοντας τη βουλή.

Η κίνηση αυτή, όπως ήταν αναμενόμενο, προκάλεσε τη σφοδρή κριτική από την αριστερή πτέρυγα του κόμματος Σοσιαλιστών.

«Επειδή η χώρα πρέπει να προχωρήσει μπροστά, το υπουργικό συμβούλιο με εξουσιοδότησε να δράσω εκ μέρους της κυβέρνησης», σημείωσε ο Γάλλος Πρωθυπουργός, Μανουέλ Βαλς προσθέτοντας ότι «ήθελε να αποφύγει μια αποκαρδιωτική εικόνα διάσπασης και έντασης εξαιτίας μιας μειοψηφίας».

Ο νόμος Ελ Κομρί ξύπνησε τους «Γάλλους Αγανακτισμένους»

Το κίνημα των Γάλλων διαδηλωτών γνωστό και ως «Nuit debout» (Ολονυκτία) δεν άργησε να έλθει. Στις 31 Μαρτίου του 2016 για πρώτη φορά νέοι και νέες από όλες τις τάξεις των Παρισίων στην κεντρικής πλατεία της Δημοκρατίας οργανώνοντας ολονύκτιες συνελεύσεις πολιτών, με αφορμή τον εργασιακό νόμο.

Σύμφωνα με τη Deutsche Welle, αρχικά οι διαδηλωτές ήταν φοιτητές που τάσσονταν εναντίον της μεταρρύθμισης στα εργασιακά, ωστόσο στη συνέχεια τα θέματα διευρύνθηκαν. Σε μικρές ομάδες οι συζητήσεις στρέφονται στο διαβόητο σκάνδαλο με τα Panama Papers, τη νομοθεσία για τις ιερόδουλες και την κλιματική αλλαγή. Πρόκειται για καταστάσεις που θυμίζουν λίγο ολύ το Occupy Wall Street ή τις αρχές των αντίστοιχων διαμαρτυριών των Αγανακτισμένων στην Ελλάδα και την Ισπανία.

 

Παράλληλα, κατ’ οίκον ενημέρωση ότι τους απαγορεύεται η πρόσβαση σε συγκεκριμένους δρόμους και περιοχές της γαλλικής πρωτεύουσας κατά τη διάρκεια της συγκέντρωσης του κινήματος Nuit Debout κατά του νέου εργασιακού νόμου έλαβαν γραπτώς από την αστυνομική διεύθυνση του Παρισιού μέλη αντιφασιστικών και αντικαπιταλιστικών οργανώσεων.

Η απαγόρευση αφορά στην νέα διαδήλωση που διοργανώθηκε την Τρίτη 17 Μαΐου 2016 από τα συνδικάτα CGT, FO, Solidaires, UNEF, UNL, FIDL, και εκτείνεται σε μια σειρά από δρόμων που ουσιαστικά οδηγούν στον τόπο της αρχικής συγκέντρωσης αλλά και όπου έχει γίνει γνωστό ότι θα ακολουθήσει πορεία (εξού και περιλαμβάνονται τα διαμερίσματα 6, 7, 14 και 15 του Παρισιού).

Η αστυνομία επιβεβαίωσε την ύπαρξη των απαγορεύσεων απαντώντας σε ερωτήσεις της εφημερίδας Libération υποστηρίζοντας ότι αφορούν άτομα που εμπλέκονται ή έχουν άμεση σχέση με τα επεισόδια που έχουν γίνει, αλλά αρνήθηκε να διευκρινίσει πόσα άτομα αφορά η απαγόρευση και πώς… επιλέχθηκαν.

Ως αιτία της απαγόρευσης, στην επίσημη «ειδοποίηση» που έλαβαν οι «ενδιαφερόμενοι» αναφέρεται το γεγονός ότι οι συγκεκριμένοι «εντοπίστηκαν επανειλημμένως» σε επεισόδια κατά των αστυνομικών δυνάμεων, στις πρόσφατες διαδηλώσεις. Μάλιστα, στην ειδοποίηση απαγόρευσης γίνεται αναφορά σε «ομάδες ατόμων με κουκούλες ή με κράνη», κάτι που γεννά εύλογα ερωτήματα για το πώς ακριβώς οι δυνάμεις καταστολής στοχοποίησαν συγκεκριμένα πρόσωπα.

 

Η απαγόρευση αυτή έρχεται ως συνέχεια μιας σειράς ανάλογων μέτρων που η αστυνομία του Παρισιού έλαβε στις αρχές της προηγούμενης εβδομάδας για να καταστείλει τις κινητοποιήσεις κατά του νέου εργασιακού νόμου, τα οποία εντάσσονται στο «μανδύα» της κατάστασης έκτακτης ανάγκης που έχει κηρυχθεί στη Γαλλία μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 13ης Νοεμβρίου 2015.

Στο μεσοδιάστημα, επεισόδια έχουν ξεσπάσει μεταξύ των διαδηλωτών και των αστυνομικών.  Στο Παρίσι οι δυνάμεις επιβολής του νόμου απάντησαν με χρήση δακρυγόνων στις ρίψεις αντικειμένων από τους διαδηλωτές, ενώ τα ενισχυμένα μέτρα ασφαλείας δεν φάνηκαν ικανά να εμποδίσουν την κλιμάκωση της έντασης.

Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ εμφανίζεται ανυποχώρητος τονίζοντας ότι δεν θα ενδώσει στις πιέσεις των διαδηλωτών.

«Δεν θα υπαναχωρήσω, γιατί υπήρξαν πάρα πολλές κυβερνήσεις που υπαναχώρησαν», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Γάλλος Πρόεδρος προσθέτοντας ότι «ο νόμος αυτός θα περάσει, γιατί συζητήθηκε, τέθηκε υπό επεξεργασία, διορθώθηκε, τροποποιήθηκε. Στο εξής (ο νόμος) έχει την υποστήριξη των μεταρρυθμιστικών συνδικάτων και μιας πλειοψηφίας των σοσιαλιστών βουλευτών».

Στο εκρηκτικό σκηνικό έρχονται να «δέσουν» και οι απεργίες των εργαζομένων σε σιδηροδρομικά δίκτυα και λιμάνια της χώρας, με αποτέλεσμα η κυκλοφορία στη Γαλλία να έχει «παγώσει».

Μεταξύ άλλων και η εταιρεία οχηματαγωγών Brittany Ferries ανακοίνωσε μαζικές ακυρώσεις δρομολογίων ανάμεσα στη Βρετανία και τη βόρεια Γαλλία, όπου οι λιμενεργάτες συμμετέχουν στην απεργιακή κινητοποίηση.

Απεργίες έχουν εξαγγελθεί και στα μέσα μαζικής μεταφοράς για ολόκληρη την εβδομάδα. «Όταν δεν μας ακούνε, πρέπει να τους κάνεις να σε ακούνε» δήλωσε ο Φιλίπ Μαρτινέζ, ο επικεφαλής του συνδικάτου CGT.

 Συγκρούσεις και επεισόδια με τις αστυνομικές δυνάμεις

Από την άλλη, η συμμετοχή στις συγκεντρώσεις μπορεί να έχει μειωθεί, ωστόσο η ένταση αυξάνεται και συγκρούσεις ξεσπούν με τις αστυνομικές δυνάμεις.

«Αρκετά πια!» με τους ταραξίες τόνισε ο Γάλλος Πρόεδρος, ο οποίος έκανε λόγο για «περισσότερες από 1000 συλλήψεις, 60 καταδίκες» και «350 αστυνομικούς τραυματίες» από την έναρξη των κινητοποιήσεων.

Σε αυτό το τεταμένο κλίμα, ο πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ, η δημοτικότητα του οποίου έχει περιορισθεί στο 15% σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, δεν φαίνεται να είναι έτοιμος να υπαναχωρήσει και σε μια άλλη μάχη: εκείνη της επανεκλογής του.

Αν και δεν αποκάλυψε επίσημα τις προθέσεις του για το 2017, τις τελευταίες εβδομάδες επιδίδεται σε έναν απολογισμό της θητείας του, ανακοινώνει μέτρα προς όφελος του εκλογικού σώματος (επαναξιολόγηση των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων, πριμ για τους εκπαιδευτικούς) και επιχειρεί να επιβληθεί ως ο φυσικός υποψήφιος της Αριστεράς.