Η Ευρώπη δεν μπορεί να περιμένει ως το Μάρτιο

Η Ευρώπη δεν μπορεί να περιμένει ως το Μάρτιο
epa05543086 German Chancellor Angela Merkel (L) and French President Francois Hollande (R) arrive for a press conference at the end of Bratislava EU summit, an informal meeting of the 27 heads of state or government, in Bratislava, Slovak Republic, 16 September 2016. European Union leaders meet to discuss a new strategy and future of the European Union after the recent Brexit referendum in Britain. EPA/CHRISTIAN BRUNA

Η ώρα να αποφασίσουμε εάν οι τοπικές εκλογές και το εκλογικό ακροατήριο είναι υπεράνω κάθε συλλογικής προσπάθειας, έχει φτάσει.

Η πρώτη –άτυπη- σύνοδος κορυφής των ηγετών της ΕΕ δεν προκάλεσε καμία έκπληξη. Οι 27 ηγέτες προσήλθαν στο γραφικό κάστρο της Μπρατισλάβας με διάθεση καθόλα ευρωπαϊκή, κι εξήλθαν μετά από μερικές ώρες με μοναδικό σκοπό να απευθυνθούν στο εκλογικό τους ακροατήριο.

Η λεγόμενη «ομάδα Βίσεγκραντ» (Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβακία και Τσεχία) προανήγγειλε ήδη νέα συνάντηση με άλλους Βαλκάνιους σε μια εβδομάδα. Οι πολυαναμενόμενες παρεμβάσεις της ενιαίας ευρω-μεσογειακής ομάδας που ξεκίνησε από την Αθήνα πριν λίγες μέρες, περιορίστηκαν σε ορισμένα ευχολόγια περί ευρωπαϊκού κεκτημένου και κοινωνικού κράτους που χάνεται, ενώ το κερασάκι στην τούρτα αυτής της συνόδου έβαλαν τέσσερα συγκεκριμένα στοιχεία.

Στοιχείο πρώτο: Άνγκελα Μέρκελ και Φρανσουά Ολάντ ανακοίνωσαν ότι αναζητείται ένα «νέο ευρωπαϊκό όραμα» ως το Μάρτιο του 2017. Την ανακοίνωση της ημερομηνίας έκανε η Γερμανίδα καγκελάριος, με αφορμή –όπως είπε- τα 60 χρόνια ιστορίας που θα συμπληρώσει τότε η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό το σχέδιο για μια «ελκυστική Ευρώπη» καλεί τους Ευρωπαίους ηγέτες να στείλουν τις ιδέες τους (γραπτώς ή προφορικώς;) μέχρι τότε, με σκοπό «να προσφέρουμε στους πολίτες μας, τους επόμενους μήνες, το όραμα μιας ελκυστικής Ευρωπαϊκής Ένωσης, την οποία θα μπορούν να εμπιστεύονται και την οποία θα μπορούν να υποστηρίζουν», όπως αναφέρει η «Διακήρυξη της Μπρατισλάβας».

Στοιχείο δεύτερο: Όπως δήλωσαν ο Γάλλος πρόεδρος, η Γερμανίδα καγκελάριος και άλλοι Ευρωπαίοι παράγοντες, το Brexit δεν βρισκόταν στην ατζέντα της συνόδου. Η πρώτη –άτυπη- σύνοδος κορυφής μετά το βρετανικό δημοψήφισμα περιόρισε τις συζητήσεις για την πρώτη έξοδο χώρας στην ιστορία της ΕΕ κατά το γεύμα εργασίας πάνω σε ένα κρουαζιερόπλοιο στα ήρεμα νερά του Δούναβη!

Στοιχείο τρίτο: Η Ιταλία ίσως ακολουθήσει. Εμφανώς απογοητευμένος από το πλάνο του ερχόμενου Μαρτίου, ο Ματέο Ρέντσι είπε ξεκάθαρα και ανοιχτά ότι δεν μπορεί να ακολουθήσει το συλλογισμό Μέρκελ και Ολάντ, ζητώντας εδώ και τώρα απαντήσεις στο θέμα της λιτότητας και της μη εφαρμογής σχεδόν καμίας κοινοτικής απόφασης για το προσφυγικό. Ο Ιταλός πρωθυπουργός δεν πήγε καν στην κοινή συνέντευξη Τύπου μαζί με τους δύο ισχυρούς ομολόγους του, κι αυτό, όπως λένε τα ιταλικά ΜΜΕ, δεν έγινε τυχαία. Ο Ρέντσι ερμηνεύει εντελώς διαφορετικά τις καταστάσεις από την Άνγκελα Μέρκελ και δεν δείχνει για την ώρα διατεθειμένος να την ακολουθήσει – όπως ο Ολάντ.

Στοιχείο τέταρτο: Σχεδόν κανείς δεν αναφέρθηκε στις οικονομικές προτάσεις Γιούνκερ για το μέλλον της Ευρώπης. Ο πρόεδρος της Κομισιόν έκανε και στο ευρωκοινοβούλιο αλλά και στην Μπρατισλάβα, συγκεκριμένες παρεμβάσεις σχετικά με το διπλασιασμό του ευρωπαϊκού επενδυτικού πακέτου, αλλά και τη διεύρυνση της αγοράς μαζί με νέες προοπτικές για επενδύσεις και αναπτυξιακά προγράμματα. Πρότεινε επίσης επιπλέον δράσεις που αφορούν τα εξωτερικά σύνορα και τον περιορισμό κίνησης μη Ευρωπαίων σε ευρωπαϊκό έδαφος, μαζί με την εντατικοποίηση της δημιουργίας ενός σώματος που με δυο λόγια θα ονομάζαμε ευρωπαϊκό στρατό. Μόνο το δεύτερο σκέλος απασχόλησε στις συνεντεύξεις Τύπου τους Ευρωπαίους ηγέτες. Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που μίλησαν για τις οικονομικές προτάσεις Γιούνκερ, πόσω δε για την πιθανότητα αλλαγής του οικονομικού μοντέλου της Ένωσης για την τόνωση της κατανάλωσης και την ουσιαστική μείωση της ανεργίας.

Η σύνοδος των 27 χωρίς τη Βρετανία δεν μας άφησε σοφότερους από ό,τι μας βρήκε. Η καθυστέρηση του Μαρτίου με πρόφαση τα γενέθλια της ΕΕ προφανώς και συνδέεται με τις εκλογές σε Γερμανία και Γαλλία. Όπως και πολλά ακόμη επί μέρους ζητήματα στις ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες είτε βρίσκονται σε πρόγραμμα (βλ. Ελλάδα), είτε κυριολεκτικά «καίγονται» από την παραμικρή άσχημη εξέλιξη (βλ. Ιταλία), είτε απλώς μοιράζουν απλόχερα στο εκλογικό τους ακροατήριο την ατζέντα της ξενοφοβίας χωρίς να τους εμποδίζει κανείς (βλ. Ουγγαρία, Πολωνία κλπ).

Όλα αυτά οδηγούν σε ένα και μόνο συμπέρασμα: Η Ευρώπη δεν μπορεί να περιμένει μέχρι το Μάρτιο τις εκθέσεις ιδεών για το «νέο ευρωπαϊκό όραμα». Ούτε μπορεί να βλέπει τους Ευρωπαίους ηγέτες να χαράσσουν οδικούς χάρτες κάθε φορά που συναντιούνται, χωρίς να λαμβάνονται ισχυρές αποφάσεις με σαφείς οδηγίες για όσους τις παραβαίνουν.

Η αναβλητικότητα οδήγησε την Ευρώπη σε μια διαρκώς ασθμαίνουσα οικονομική πορεία, την ώρα που οι ΗΠΑ δείχνουν να ξεπερνούν την κρίση του 2008. Επιπλέον, η ατζέντα της «μεταναστευτικής απειλής» επιβλήθηκε από ακροδεξιές ομάδες και κόμματα σε πολλά μέρη της ΕΕ, μετατρέποντας τη συριακή κρίση σε πολιτικό παράγοντα αποσταθεροποίησης και τους εξαθλιωμένους πρόσφυγες σε μια «απειλή» για τους Ευρωπαίους πολίτες, ενώ οι τρομοκρατικές επιθέσεις σε Γαλλία και Βέλγιο καταδεικνύουν με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο ότι οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν πρόσφατα στη Μέση Ανατολή απέτυχαν.

Εάν στα παραπάνω προστεθεί η αδυναμία πολλών ευρωπαϊκών οικονομιών να αντεπεξέλθουν στο Σύμφωνο Σταθερότητας και τη σκληρή δημοσιονομική πολιτική λαμβάνοντας χαριστικές εξαιρέσεις ή αναβολές κυρώσεων (Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία και σύντομα το Βέλγιο), τότε αυτό το «κοκτέιλ» δεν μπορεί να κρύβει τίποτε περισσότερο παρά άσχημα νέα για το ευρωπαϊκό μέλλον.

Προφανώς και οι εκκλήσεις για άμεση δράση στους τομείς της ανάπτυξης, της απασχόλησης, της έμπρακτης εξασφάλισης του ευρωπαϊκού κοινωνικού κεκτημένου και της ουσιαστικής οικονομικής ενοποίησης των χωρών της ευρωζώνης, δεν είναι πλέον δυνατόν να αφεθούν σε τεχνοκράτες. Οι πολιτικοί της Ευρώπης πρέπει να κατανοήσουν ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα που απασχολεί τους πολίτες τους είναι η έλλειψη πολιτικών παρεμβάσεων και η αόριστη υπόσχεση για την επιλογή των λεγόμενων «βέλτιστων ευρωπαϊκών πρακτικών» οι οποίες στην πράξη καταλήγουν σε βίαιες συγκρούσεις κοινωνικών ομάδων σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και μεγαλουπόλεις, με πιο χαρακτηριστικό το παράδειγμα του εργασιακού νόμου της Γαλλίας.

Το δείχνουν, εξάλλου, και οι περισσότερες δημοσκοπήσεις: Η εμπιστοσύνη στην ΕΕ ελαττώνεται, και ο κυριότερος λόγος είναι ότι στα μάτια των πολλών μοιάζει με μια γραφειοκρατική Βαβέλ η οποία στο τέλος θα παρακάμψει τις πολιτικές αποφάσεις και θα επιβάλλει τη γνώμη των τεχνοκρατών.

Αυτό είναι που οι περισσότεροι απεχθάνονται σήμερα. Γι’ αυτό και η ανάγκη να παύσει η μέθοδος της αναβλητικότητας είναι πιο επιβεβλημένη από ποτέ.