Οι Γερμανοί ξανάρχονται…για επενδύσεις στην Ελλάδα

Οι Γερμανοί ξανάρχονται…για επενδύσεις στην Ελλάδα

Έντονο το ενδιαφέρον των γερμανικών επιχειρήσεων για την ελληνική οικονομία.

Ανάπτυξη «βλέπει» για την Ελλάδα ο καθηγητής Μάικλ Χάισε, επικεφαλής οικονομικός αναλυτής της Allianz SE, τονίζοντας ωστόσο ότι για να επιστρέψει η χώρα στις αγορές, θα πρέπει πρώτα να ολοκληρώσει τις μεταρρυθμίσεις, για τις οποίες έχει δεσμευθεί.

Ο κ. Χάισε, σε ομιλία του με τίτλο «Οι προοπτικές της Ευρώπης σε αβέβαιους καιρούς», που πραγματοποίησε την Παρασκευή σε δείπνο που παρέθεσε το Ελληνογερμανικό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, στο πλαίσιο της ετήσιας τακτικής γενικής συνέλευσης των μελών του, εκτίμησε ότι φέτος το ΑΕΠ της χώρας θα καταγράψει συγκρατημένη αύξηση κατά 1%, όμως αναμένει για το 2018 επιτάχυνση των ρυθμών ανάπτυξης στο 2,5%.

Όπως σημείωσε, «η επιτυχής ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος στήριξης για την Ελλάδα, θα μπορούσε να είναι το σημείο εκκίνησης για επιστροφή σε θετική πορεία ανάπτυξης». Κατά τον ίδιο, η διαρκής ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας εξαρτάται ασφαλώς και από την ικανότητα της χώρας να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για περισσότερες εξαγωγές και επενδύσεις. Μπορεί, όπως είπε, «τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα να πέτυχε πολλές μεταρρυθμίσεις – υπάρχει σχετική ισορροπία στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και την τελευταία χρόνια υπήρξε πρωτογενές πλεόνασμα – όμως υπήρξε σύμφωνα με τους δείκτες του ‘Ease of doing business’ της Παγκόσμιας Τράπεζας και πάλι υποχώρηση. Για να μπορέσει η Ελλάδα το 2018 να ολοκληρώσει επιτυχώς το πρόγραμμα στήριξης και να επιστρέψει στις διεθνείς αγορές, πρέπει να αυξήσει την ανταγωνιστικότητά της, εφαρμόζοντας πιστά όλες τις συμφωνηθείσες μεταρρυθμίσεις».

Αναφερόμενος στην Ευρώπη, ο κ. Χάισε εκτίμησε ότι θα σταθεροποιηθεί η οικονομική ανάκαμψη. Ειδικότερα ανέφερε πως μετά από ένα δυνατό ξεκίνημα το 2017, αναμένει ανάπτυξη της τάξεως του 1,9% για την Ευρώπη και μία αισθητή βελτίωση στην αγορά εργασίας, με τα ποσοστά ανεργίας να έχουν ήδη πέσει τον Απρίλιο, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Μάρτιο του 2009.

Στο μεταξύ, κατά τον ίδιο, το περιβάλλον του πληθωρισμού παραμένει συγκρατημένο. «Τα ποσοστά του πληθωρισμού – και μαζί με αυτά οι πληθωριστικές προοπτικές – ήταν για ασυνήθιστα μεγάλο χρονικό διάστημα πολύ χαμηλά» ανέφερε, για να προσθέσει αμέσως μετά ότι «η πρόβλεψη για τον πληθωρισμό της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης για τα μέσα του 2017 και το 2018 υποχώρησε κατά ένα δέκατο, στο 1,6%».

Ενδιαφέρον των Γερμανών να επενδύσουν στην Ελλάδα

Από την πλευρά του, ο Δρ. Βόλκερ Τρέισερ, αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Ένωσης Γερμανικών Εμπορικών και Βιομηχανικών Επιμελητηρίων, Δίκτυο Διμερών Εμπορικών Επιμελητηρίων Εξωτερικού, τόνισε μιλώντας στο δείπνο, ότι «οι ευρωπαίοι υπουργοί οικονομικών εκτίμησαν τους κόπους που καταβάλλει η Ελλάδα. Σε αυτή τη βάση μπορεί η χώρα να συνεχίσει στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων που έχουν συμφωνηθεί. Αυτό είναι σημαντικό για τη γερμανική οικονομία, η οποία έχει ισχυρή παρουσία στην Ελλάδα και προχωρά κατά ένα μέρος σε νέες επενδύσεις».

Σύμφωνα με τον ίδιο, «το περασμένο ‘World Business Outlook’ των Διμερών Εμπορικών Επιμελητηρίων Εξωτερικού έδωσε καλά σημάδια. Οι γερμανικές επιχειρήσεις έκριναν την κατάστασή τους καλύτερη σε σχέση με το περασμένο φθινόπωρο. Παρά τις συγκρατημένες προσδοκίες τους ως προς τις νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες, μία στις πέντε επιχειρήσεις θα ήθελε να προχωρήσει σε νέα επένδυση και μία στις τέσσερις να επενδύσει σε νέες θέσεις εργασίας.

Ο κ. Tρέισερ υπογράμμισε το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει το Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο για την τόνωση του επιχειρείν στην Ελλάδα, επισημαίνοντας ότι «βρίσκεται μέσα από ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών, στο πλευρό των επιχειρήσεων ως tailor-made σύμβουλος. Αυτή είναι εξάλλου και η δύναμη του δικτύου των Γερμανικών Διμερών Επιμελητηρίων Εξωτερικού και των Γραφείων Αντιπροσώπων σε περισσότερα από 130 σημεία σε 90 χώρες. Μέσα από προσαρμοσμένη στις ανάγκες της επιχείρησης, παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών και στοχευμένες προσφορές, υπερνικούνται οι προκλήσεις της επιχειρηματικής δραστηριότητας εκτός συνόρων και αξιοποιούνται οι ευκαιρίες και το δυναμικό που παρουσιάζει η διεθνής επιχειρηματική δραστηριότητα».