Η μεγάλη ευκαιρία των γερμανικών εκλογών

Η μεγάλη ευκαιρία των γερμανικών εκλογών
epa05759362 (FILE) - A file picture dated 23 October 2014 shows German Chancellor Angela Merkel (R) and the President of the European Parliament, Martin Schulz (L) talk prior to the start of the EU Summit at the EU Council headquaters in Brussels, Belgium. Schulz on 29 January 2017 was officially nominated by the Social Democrats (SPD) party chair as SPD's as top candidate to take on Chancellor Merkel in German general elections in September 2017. He is scheduled to be elected as party chairman during a extraordinary party confention in March. EPA/OLIVIER HOSLET Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ή αλλιώς, γιατί οι γερμανικές εκλογές δεν αφορούν μόνο τους Γερμανούς.

Δεν χρειάζεται μεγάλη φαντασία για να κατανοήσουμε ότι οι επερχόμενες γερμανικές εκλογές δεν αφορούν μόνο τον γερμανικό πληθυσμό, αλλά κρίνουν κατά πολύ μεγάλο βαθμό το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ευρωζώνης – όποιο κι αν είναι αυτό.

Η αιτία της παραπάνω διαπίστωσης είναι λίγο-πολύ γνωστή. Η ισχυρότερη ευρωπαϊκή οικονομία, με τις κορυφαίες θέσεις στα ευρωπαϊκά πόστα και την επιρροή που ασκεί σε κάθε Ευρωπαίο αξιωματούχο, κρίνει εν πολλοίς τη γραμμή των τεχνοκρατών οι οποίοι τις περισσότερες φορές επιβάλλουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τις κατευθυντήριες γραμμές των Βρυξελλών.

Επειδή, όμως, μια ακόμη φιλολογική συζήτηση για το ποια Ευρώπη πραγματικά αξίζει σε όλα τα κράτη-μέλη της δεν θα καταλήξει πουθενά –τουλάχιστον ως το Σεπτέμβριο που μας έρχεται- καλό θα είναι να εστιάσουμε την προσοχή μας εκεί που πραγματικά μας «πονά» και ως χώρα, αλλά και ως μέλος μιας υποβαθμισμένης περιφέρειας: των επιχειρημάτων που θα χρησιμοποιήσουν οι δύο μεγάλοι πολιτικοί αντίπαλοι μέχρι τις κάλπες.

Στις περασμένες εκλογικές αναμετρήσεις η Άνγκελα Μέρκελ έτρεχε εντελώς μόνη στην κούρσα της καγκελαρίας. Το πολιτικό έλλειμμα των σοσιαλδημοκρατών και η αποδοχή της ήττας τους μέσω της πολύμηνης διαδικασίας «συνθηκολόγησης» για τη συμμετοχή τους στην παρούσα κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού, δεν οφείλεται αποκλειστικά στην πολιτική ανεπάρκεια του Ζίγκμαρ Γκάμπριελ ή των προκατόχων του. Έφταιξε και η ίδια η αλληλουχία γεγονότων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η οποία ήθελε τη γερμανική ατμομηχανή να τρέχει μπροστά από όλους όσο τα προβλήματα έδειχναν να περιορίζονται σε δυο-τρεις εσωτερικούς «παίκτες» (βλ. Ελλάδα, Κύπρος, Ιρλανδία).

Τα πράγματα, όμως, δείχνουν να αλλάζουν. Δυστυχώς, όχι προς το καλύτερο. Η έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ, η ατελείωτη ελληνική κρίση, η παρατεταμένη τραπεζική κρίση στην Ιταλία, ο Τραμπ που βρήκε μια Ευρώπη διχασμένη και δείχνει να το χαίρεται όσο τίποτε άλλο και η αδιόρθωτη κατάσταση στα σύνορα με την Τουρκία και το θαλάσσιο πέρασμα της νότιας Ιταλίας με θύματα χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες, είναι μόνο μερικές από τις προκλήσεις τις οποίες η παρούσα ηγεσία της Γερμανίας κλήθηκε να αντιμετωπίσει και θα συνεχίσει να το κάνει όποια τη διαδεχθεί.

Οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι μπορούμε να αντλήσουμε τα πιο σημαντικά συμπεράσματα της πολιτικής μάχης της Γερμανίας από μια πηγή: το όραμα των Γερμανών υποψηφίων για την επόμενη μέρα της Ευρώπης.

Οι Χριστιανοδημοκράτες, δια στόματος Σόιμπλε και χριστιανοκοινωνιστών, δείχνουν να στρώνουν το ίδιο χαλί με αυτό προ τετραετίας: την Ελλάδα. Αυτό δεν αποτελεί ελληνικό συμπέρασμα, αλλά διαπίστωση από το SPD και σημαντική μερίδα του γερμανικού συντηρητικού Τύπου, καθώς οι επαναλαμβανόμενες αναφορές του Γερμανού υπουργού Οικονομικών για Grexit έφερε την ανακοίνωση-απαίτηση των Γερμανών σοσιαλδημοκρατών να μη γίνει ξανά η Ελλάδα το αντικείμενο μιας νέας δημόσιας καμπάνιας / εκστρατείας όπως το 2015.

Ποτέ κανείς δεν θα μάθει ποιος ήταν εκείνος που έβαλε την Ελλάδα στο πολιτικό επίκεντρο της Γερμανίας για πρώτη φορά. Ούτε το ποιος ήταν εκείνος ο οποίος αποφάσισε ότι το ελληνικό ζήτημα θα κρίνει προς τα πού θα γείρει η πλειοψηφία των Γερμανών ψηφοφόρων – πόσο μάλλον το πιο πρόσφατο επιχείρημα που θέλει την παρουσία ή όχι του ΔΝΤ να κρίνει ένα ευρωπαϊκό πρόγραμμα δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ που εγκρίθηκε από τα περισσότερα ευρωπαϊκά κοινοβούλια.

Είτε μας αρέσει είτε όχι, όλα αυτά έχουν ήδη γίνει. Κι επειδή ακριβώς έγιναν με τόσο λάθος τρόπο, οι υποψήφιοι πολιτικοί ηγέτες της Γερμανίας παραμένουν οι καθ’ όλα αρμόδιοι για να απαντήσουν στις προκλήσεις που δημιούργησαν (και) οι ίδιοι. Για αυτόν ακριβώς το λόγο, το βασικό κριτήριο που θα πρέπει να τους κρίνουμε είναι τα επιχειρήματά τους για την επόμενη ημέρα της Ευρώπης.

Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω από κοντά τις τάσεις της γερμανικής κοινωνίας, πέρα από τα δείγματα γραφής των δημοσκοπήσεων και τις αναφορές στα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους. Αυτό το οποίο, όμως, κάθε Ευρωπαίος συμπεραίνει, είναι πως η πολιτική βρίσκεται στα χέρια των Γερμανών εκπροσώπων της, αλλά η τελική απόφαση πηγάζει από την επιλογή του γερμανικού λαού. Η ψήφος που θα κρίνει την επόμενη μέρα της ΕΕ και του ευρώ θα προέλθει από τους ψηφοφόρους της χώρας. Και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι, μέσω των επιλογών τους για την Ευρώπη του αύριο, θα καταθέσουν μέσα στους επόμενους μήνες τα διαπιστευτήριά τους. Και κυρίως το πόσο φιλοευρωπαϊκά ή μη, είναι αυτά.

Όσοι επενδύσουν στο φόβο (των άλλων) σε θέματα οικονομίας, δημοσιονομικής σταθερότητας, ανεκτικότητας στο διαφορετικό, μέριμνας για τους πρόσφυγες και αντιμετώπισης τεράστιων κοινωνικών προβλημάτων όπως η ανεργία και ο αποκλεισμός από το λεγόμενο «δυτικό τρόπο ζωής», είναι βέβαιο ότι δεν αναζητούν καμία λύση στα μεγάλα ευρωπαϊκά προβλήματα. Τουναντίον, θρέφονται από αυτά και επιδιώκουν την οριστική απέχθεια των πολλών σε θεσμούς όπως η ΕΕ και το ευρώ.

Εκείνοι που θα απαντήσουν χωρίς άλλες απειλές και ωραιοποιημένες θεωρίες, αλλά με πρακτικότητα και συγκεκριμένες προτάσεις, για το μέλλον της Ευρώπης και της ευρωζώνης, θα δείξουν πως έχουν πραγματικά αντιληφθεί το ρόλο τους έξω από το στενό γερμανικό κύκλο.

Στο τέλος της ημέρας, ο λαός της Γερμανίας θα πάρει τις αποφάσεις του. Όπως ακριβώς συνέβη πριν λίγο καιρό και με τον Αμερικανικό λαό κι όλοι μας τις κρίναμε όχι ως Αμερικανοί, αλλά ως πολίτες οι οποίοι γνωρίζουν πολύ καλά πώς οι ΗΠΑ καθορίζουν τις παγκόσμιες ισορροπίες. Αν οι αποφάσεις του γερμανικού λαού καθοριστούν αποκλειστικά από τον κίτρινο Τύπο και τα πρωτοσέλιδα της ντροπής που είδαμε να παρελαύνουν από το 2010 και μετά, τότε η προσπάθεια εκείνων που πραγματικά νοιάζονται για ένα δίκαιο ευρωπαϊκό μέλλον θα έχουν αποτύχει. Κι εμείς, ως παρατηρητές, θα έχουμε βγάλει τα συμπεράσματά μας για το τι πρόκειται να ακολουθήσει.

* Ο Βασίλης Σαμούρκας είναι αρχισυντάκτης του FortuneGreece.com