Η «πλαστική» ζωή των capital controls

Η «πλαστική» ζωή των capital controls

Fortune Θέμα: Η χρήση καρτών και ψηφιακών συναλλαγών είναι αρκετή για να εξαφανίσει την παραοικονομία;

Tη νύχτα της Παρασκευής 26 Ιουνίου 2015, ο Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε τη διεξαγωγή δηµοψηφίσµατος, µετά την πλήρη κατάρρευση των διαπραγµατεύσεων µε τους θεσµούς.  Γύρω στις 03.00 το πρωί, αφού καταλάγιασε ο ορυµαγδός των πληροφοριών που γέµισαν το διαδίκτυο και τα social media σε όλο τον πλανήτη, βγήκα σε κεντρικούς δρόµους της Αθήνας για να επιβεβαιώσω όσα γράφονταν στα µέσα κοινωνικής δικτύωσης για ουρές κόσµου στα ΑΤΜs που «σήκωναν» τα χρήµατά τους.

Λίγες ώρες αργότερα η κυβέρνηση επιβεβαίωσε την επιβολή ελέγχου κίνησης κεφαλαίων, περιορίζοντας την ανάληψη µετρητών και κρατώντας τις τράπεζες κλειστές για µέρες. Οι εικόνες εκατοντάδων συνταξιούχων έξω από τα ΑΤΜs έκαναν το γύρο του κόσµου και προκάλεσαν άκρως υποτιµητικά σχόλια.

Δεκαεπτά ηµερολογιακούς µήνες παρά µία µέρα µετά, στις 25 Νοεµβρίου 2016, ξαναβγήκα στους ίδιους δρόµους της πόλης για να δω και πάλι τις ουρές κόσµου που σχηµατίζονταν από νωρίς το πρωί. Μπροστά τους δεν ήταν ΑΤΜs, αλλά µεγάλα καταστήματα.

Ο Αλέξης Τσίπρας δεν είχε αναγγείλει κι άλλο δηµοψήφισµα. Ήταν η πρώτη «Μαύρη Παρασκευή» στην Ελλάδα. Τι µεσολάβησε, και από τις εικόνες του καλοκαιριού του 2015 φτάσαµε στην αγοραστική «έκρηξη» της Black Friday, ενώ τα capital controls βρίσκονται ακόµη σε ισχύ; Η στροφή στο «πλαστικό» χρήµα δίνει µια εξήγηση.

«Σε χρονικό διάστηµα ενός έτους η χρήση καρτών και άλλων ψηφιακών συναλλαγών στην Ελλάδα εκτοξεύτηκε, ανατρέποντας πλήρως µια αρνητική τάση έξι ετών» σηµειώνει στο Fortune ο γενικός διευθυντής της Visa Europe για Ελλάδα, Κύπρο και Βουλγαρία, Νίκος Καµπανόπουλος. «Σε 12 µήνες µε capital controls, από τον Ιούλιο του 2015 ως τον Ιούνιο του 2016, υπάρχει αύξηση του τζίρου των καρτών της τάξης του 60%».

Η επίσπευση της διείσδυσης της χρήσης των καρτών σε μια μερίδα καταναλωτών που μέχρι τώρα δεν έκαναν ανάλογη χρήση αποτέλεσε ένα θετικό αποτέλεσμα της εφαρμογής των Περιοριστικών Μέτρων στις Συναλλαγές, υπογραμμίζει o Παντελής Μαραβέας, Διευθυντής Επιχειρηματικών Δανείων και Καρτών της Eurobank. Με βάση τα στοιχεία της τράπεζας, το πρώτο εξάμηνο μετά τα περιοριστικά μέτρα εκδόθηκαν περίπου δύο εκατ. χρεωστικές κάρτες. Σήμερα κυκλοφορούν περίπου δώδεκα εκατ. χρεωστικές και περίπου τρία εκατ. πιστωτικές κάρτες.

Παρ’ όλα αυτά, η συστηµατική χρήση του πλαστικού χρήµατος στην Ελλάδα παραµένει χαµηλά σε σχέση µε τον µέσο όρο στην Ε.Ε. «Αξίζει να δει κανείς το ποσοστό της χρήσης καρτών στο σύνολο της ιδιωτικής κατανάλωσης» παρατηρεί ο Παντελής Μαραβέας. «Αυτό, από 5% το 2014, υπερδιπλασιάστηκε σε 13% το 2016. Ωστόσο εξακολουθεί να υστερεί σε σχέση με το μέσο όρο του 31% που ισχύει στην υπόλοιπη Ευρώπη».

Για τον Νίκο Καμπανόπουλο, η µειωµένη χρήση ηλεκτρονικών συναλλαγών συνιστά τροχοπέδη στην προσπάθεια πάταξης της φοροδιαφυγής. Όπως τονίζει, έρευνες της Visa για το συγκεκριµένο θέµα από το 2009 και µετά σε Ελλάδα και εξωτερικό έχουν δείξει πως όσο µεγαλύτερη είναι η χρήση ηλεκτρονικών πληρωµών ανά άτοµο, τόσο µικρότερα είναι τα ποσοστά της «µαύρης» οικονοµίας. «Δεν είναι τυχαίο ότι τα ποσοστά παραοικονοµίας της τάξης του 25% επί του ΑΕΠ που έχουµε στη χώρα µας συνδέονται µε τη χαµηλή χρήση των ηλεκτρονικών πληρωµών. Σε ευρωπαϊκές χώρες µε 200-250 συναλλαγές ανά άτοµο, όπως οι σκανδιναβικές ή η Πορτογαλία, τα ποσοστά παραοικονοµίας φτάνουν το 10%».

Ως μέρος ενός πλάνου ανάσχεσης της «μαύρης» οικονομίας, ο Παντελής Μαραβέας στέκεται στη δυνατότητα παροχής κινήτρων στους επαγγελματίες για την εξάπλωση της χρήσης πλαστικού χρήματος, χωρίς την αναγκαιότητα επιβολής αποκλειστικά εισπρακτικών ή τιμωρητικών μέτρων. «Η εμπειρία από ξένες αγορές έχει δείξει ότι, για να είναι αποτελεσματικά τα μέτρα αναγκαστικού χαρακτήρα, πρέπει να συνδυάζονται με αντίστοιχη κινητροδότηση τόσο των καταναλωτών όσο και των επιχειρήσεων. Σε αυτή την κατεύθυνση υπάρχουν συγκεκριμένες προτάσεις, όπως η αναγνώριση των επιχειρηματικών δαπανών που έχουν γίνει μόνο με ηλεκτρονικά μέσα και η θέσπιση φοροαπαλλαγών ανάλογα με το ποσοστό του τζίρου που πραγματοποιείται μέσω ηλεκτρονικών συστημάτων πληρωμών».

Το νομοσχέδιο για το πλαστικό χρήμα, που κατατέθηκε στη βουλή τον Δεκέμβριο, προβλέπει «χτίσιµο» αφορολογήτου µόνο µέσω αγορών µε κάρτες και άλλες ηλεκτρονικές συναλλαγές, ενώ επιβάλλει υποχρεωτική χρήση καρτών για συναλλαγές άνω των 500 ευρώ. Για τον Νίκο Καµπανόπουλο, το ποσό αυτό παραµένει υψηλό. «Τα 500 ευρώ είναι µεγάλη µείωση από τα 1.500 ευρώ που ίσχυε πριν. Παρ’ όλα αυτά, θεωρώ ότι, όταν κάποιος µπαίνει σε ένα κατάστηµα και έχει πάνω του τόσα χρήµατα, είναι, αν µη τη άλλο, ύποπτο. Καλό θα ήταν αυτό το ποσό να είναι µικρότερο, για παράδειγµα 100 ευρώ».

Επιπλέον, εκφράζει τη διαφωνία του και για την ύπαρξη συγκεκριµένου ποσοστού επί του συνολικού εισοδήµατος για τις αγορές µε πλαστικό χρήµα.

«Γιατί να υπάρχει ποσοστιαίο όριο για να χτίσουµε αφορολόγητο; Εάν, π.χ., κάποιος έχει εισόδηµα 100.000 ευρώ, µόνο το 20% γίνεται αποδεκτό από τη χρήση καρτών και ηλεκτρονικών συναλλαγών, δηλαδή 20.000 ευρώ. Εάν ξοδέψεις παραπάνω, γιατί να µη συµπεριλαµβάνεται η επιπλέον κατανάλωση;». Εφόσον το ζητούµενο είναι η πάταξη της φοροδιαφυγής, θεωρεί ότι το «χτίσιµο» του αφορολογήτου αποκλειστικά µε ποσοστό που αρχίζει από 10% για έξοδα µε κάρτες περνά λανθασµένο µήνυµα στον κόσµο, καθώς δεν προσφέρει κίνητρα. Άλλωστε, σηµειώνει, µόνο το σούπερ µάρκετ ή η βενζίνη του µήνα αρκεί για να το καλύψει.