Κώστας Σ. Μητρόπουλος (PwC): Από την αναιμική ανάκαμψη στην πραγματική ανάπτυξη

Κώστας Σ. Μητρόπουλος (PwC): Από την αναιμική ανάκαμψη στην πραγματική ανάπτυξη
Photo: pixabay.com

Οι επενδύσεις που απαιτούνται και η αλλαγή του οικονομικού μοντέλου.

Γράφει ο Κώστας Σ. Μητρόπουλος, Εντεταλμένος Σύμβουλος PwC Ελλάδας

Mitropoulos_photoΗ χώρα έχει μπει σε μια περίοδο αναιμικής ανάπτυξης με συστηματικά αρνητική καθαρή αποταμίευση, περιορισμένη δυνατότητα χρηματοδότησης από τις ελληνικές τράπεζες, καθίζηση της αγοράς κατοικιών και διόγκωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Η κρίση δημιούργησε ένα γιγαντιαίο επενδυτικό έλλειμμα, της τάξης των 10-12 ποσοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ ετησίως. Μέσα σ’αυτό το έλλειμμα καταποντίστηκαν:

– η τεχνολογική αναβάθμιση των επιχειρήσεων, απολύτως αναγκαία για την διατήρηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας

– η βελτίωση και η επέκταση των υποδομών, και ιδιαίτερα των μεγάλων που αφορούν την διασύνδεση της χώρας με τον υπόλοιπο κόσμο (λιμάνια, αγωγοί, ηλεκτρικά δίκτυα, δρόμοι)

– η αγορά κατοικιών, η οποία για δεκαετίες αποτελούσε την ατμομηχανή της ανάπτυξης της χώρας.

Για την επιστροφή σε σταθερή προβλέψιμη ανάπτυξη και βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας, απαιτείται η αύξηση των επενδύσεων με υψηλούς πολλαπλασιαστές. Έτσι θα ενισχυθεί η σημερινή και θα επιταχυνθεί η μελλοντική ζήτηση, αυξάνοντας παράλληλα τη φορολογητέα ύλη και μειώνοντας το συνολικό δημοσιονομικό έλλειμμα.

Οι επενδυτικές ανάγκες της Ελλάδος μέχρι το 2022, οι οποίες είναι συμβατές με οικονομική μεγέθυνση 3%-4% ετησίως, εκτιμώνται στα 210 δισ. ευρώ αλλά οι πόροι για την χρηματοδότηση που είναι ορατοί δεν ξεπερνούν τα 100 δισ. ευρώ. Το σημερινό θεσμικό αλλά και οικονομικό περιβάλλον δεν ευνοεί την χρηματοδότηση επενδύσεων στην κλίμακα που χρειάζεται. Η αγορά της κατοικίας είναι πρακτικά σε ύπνωση, οι ξένες επενδύσεις δεν ξεπερνούν τα 3 δισ. ευρώ το χρόνο, η συνολική πιστωτική επέκταση είναι αρνητική και δεν υπάρχουν ίδια κεφάλαια για τις επιχειρήσεις.

Η Ελλάδα πρέπει να επανατοποθετηθεί στον παγκόσμιο ανταγωνιστικό χάρτη και να αποκαταστήσει τη διεργασία δημιουργίας πλούτου. Χρειάζεται ένα μακροπρόθεσμο σχέδιο για τα επιτεύγματα του οποίου οι Έλληνες θα είναι περήφανοι και στο οποίο οι νεότερες γενιές καθώς και μεσαίες τάξεις θα μπορούν να δεσμευτούν. Η μακροχρόνια εξυπηρέτηση του χρέους θα είναι απλώς το παράπλευρο όφελος ενός τέτοιου σχεδίου.

Υπάρχουν περιοχές οικονομικής ανταγωνιστικότητας, οι οποίες αν βρίσκονταν σ’ άλλη χώρα θα είχαν άμεση πρόσβαση σε χρηματοδότηση μεγάλης κλίμακας. Τα ξενοδοχεία, η βιομηχανία τροφίμων και ποτών, τα μεταλλεία, η ενέργεια, αλλά και πολλές ανταγωνιστικές επιχειρήσεις σε βεβαρημένους κλάδους αξίζουν επενδυτικής εμπιστοσύνης. Αλλά η ύπαρξη ισχυρών, δημοσιονομικών περιορισμών, τα capital controls και η απουσία σταθερής αναπτυξιακής πολιτικής μειώνουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών, Ελλήνων και ξένων.

Δεδομένης της αδυναμίας, τουλάχιστον προς το παρόν, της χώρας να κινητοποιήσει πρόσθετα 20 δισ. ευρώ ετησίως για επενδύσεις, θα πρέπει να αλλάξει το σημερινό οικονομικό μοντέλο, ώστε με χαμηλότερες επενδύσεις να επιτύχουμε υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης. Αυτό μπορεί να σημαίνει ανάμεσα στα άλλα την συστηματική ενίσχυση του τομέα των υπηρεσιών και μάλιστα σ’εκείνες τις περιοχές που οδηγούνται από ζήτηση εκτός Ελλάδος (π.χ. τουρισμός, ανάπτυξη λογισμικού, ιατρικές υπηρεσίες), την συστηματική αύξηση του μεγέθους των βιομηχανικών μονάδων, την σοβαρή ενίσχυση του εξαγωγικού μάρκετινγκ και την δημιουργία cluster.

PwC: Η Ελλάδα χρειάζεται 210 δισ. την επόμενη πενταετία σε επενδύσεις

Ανεξάρτητα από τη μετάλλαξη του οικονομικού μοντέλου, για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών προς την χώρα πρέπει να διευκολυνθεί η ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών. Αυτό σηματοδοτείται κατ΄αρχήν από τον σχεδιασμό και την συνεπή τήρηση ενός πλέγματος πολιτικών, οι οποίες στηρίζουν μεσοπρόθεσμα τις επενδυτικές διαδικασίες:

– Ενίσχυση της εμπιστοσύνης στις πολιτικές διαδικασίες και στους θεσμούς

– Σταθεροποίηση του φορολογικού συστήματος

– Χάραξη και εφαρμογή σταθερής Βιομηχανικής, Τουριστικής και Ενεργειακής Πολιτικής

– Αλλαγή της αρχιτεκτονικής του τραπεζικού συστήματος και ενεργή διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων

– Υλοποίηση επενδύσεων σε μεγάλες υποδομές με ιδιωτική χρηματοδότηση

– Αναβίωση της αγοράς κατοικίας με μείωση του αποθέματος των κατοικιών και διευκόλυνση των συναλλαγών

– Κινητοποίηση θεσμικών ιδίων κεφαλαίων για τις ΜμΕ

– Αύξηση της αποτελεσματικότητας της «μαλακής» χρηματοδότησης.

Για να κινητοποιηθούν οι αναγκαίοι επενδυτικοί πόροι, η εμπιστοσύνη πρέπει να ξαναχτιστεί διεθνώς και εσωτερικά μέσω “αποτελεσμάτων έναντι υποσχέσεων”. Υπάρχει ένα παράθυρο ευκαιρίας, μέχρι τα μέσα του 2019 για να διαμορφωθεί μία ελάχιστη βάση κοινής αντίληψης για τους βασικούς άξονες της αναπτυξιακής στρατηγικής. Και αυτή η ελάχιστη βάση προϋποθέτει συναίνεση έτσι ώστε να παραμένει ευσταθής, και με τον χρόνο να εξελιχθεί.

Η Ελλάδα χρειάζεται μια πολιτισμική αλλαγή προκειμένου να απομακρύνει από την οικονομική ζωή της χώρας την πολυνομία, τις αδύναμες δομές διαχείρισης, τις συνεχείς αλλαγές πολιτικής και κυρίως το χαμηλό σεβασμό προς τους κανόνες. Για να ενορχηστρωθεί αυτή η “αλλαγή καθεστώτος”, χρειάζονται όχι μόνο θεσμικές αλλαγές, αλλά κυρίως ισχυρή πολιτική βούληση και βελτιωμένη εκτελεστική διαχείριση. Αν δεν αλλάξουμε αντίληψη για την απόλυτη αναγκαιότητα της γρήγορης μεταλλαγής του οικονομικού μοντέλου και της διευκόλυνσης των επενδύσεων, υπονομεύουμε τις προοπτικές της οικονομίας και τα θεμέλια της κοινωνίας.

Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ