Ώρα «μηδέν» για την Ελλάδα

Ώρα «μηδέν» για την Ελλάδα

Αν η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση της Ελλάδας μείνει προσκολλημένη στα συνθήματα και στη στάση της, τότε το πιθανότερο είναι ότι θα αποχωρήσει από το ευρώ.

του Σον Τίλι*

Στις 25 Ιανουαρίου, το αριστερό κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ εξασφάλισε μια συντριπτική νίκη στις ελληνικές εκλογές, κατατροπώνοντας το κεντροδεξιό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας και απομακρύνοντας, έτσι, τον ηγέτη της και πρώην πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά.

Ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ και νέος πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας περιφρονεί με θράσος τα ευρωπαϊκά κράτη και τους θεσμούς που υποστηρίζουν την ελληνική οικονομία. Ο Τσίπρας έσπευσε να δηλώσει ότι ο θρίαμβός του σηματοδοτεί τη στιγμή όπου η Ελλάδα «θα αφήσει πίσω της την καταστροφική λιτότητα … και πέντε χρόνια ταπείνωσης και δυστυχίας».

Ο Τσίπρας επιρρίπτει την ευθύνη για την καταβαράθρωση της Ελλάδας στις σκληρές μεταρρυθμίσεις που οι εταίροι της χώρας στην Ευρ. Ένωση απαίτησαν ως αντάλλαγμα για τεράστια πακέτα διάσωσης. Στις προτάσεις του περιλαμβάνονται δύο βασικές αλλαγές στην πολιτική της χώρας που, αν υλοποιηθούν, θα εξαγριώσουν τους ευρωπαίους γείτονες. Πρώτον, ο Τσίπρας αρνείται ότι η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να υλοποιήσει τα μέτρα φιλελευθεροποίησης που οι πιστωτές – στους οποίους περιλαμβάνονται το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δηλαδή η Τρόικα – διαπραγματεύθηκαν με τις δύο προηγούμενες κυβερνήσεις. «Η Τρόικα είναι νεκρή!», διατράνωσε ο Τσίπρας στις δηλώσεις του μετά τις εκλογές.

Δεύτερον, ο Τσίπρας απαιτεί μια σημαντική μείωση στο ύψους 270 δισεκατομμυρίων δολαρίων χρέος που η Ελλάδα έχει έναντι των κρατών-μελών της Ευρ. Ένωσης. Αυτά τα χρήματα δίδονται μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθεροποίησης, έναν οργανισμό της Ευρ. Ένωσης που λαμβάνει τους πόρους του άμεσα από μέλη της ευρωζώνης όπως η Γαλλία, η Γερμανία και η Ισπανία. Είναι σχεδιασμένος με τρόπο τέτοιο ώστε να προσφέρει ένα τείχος προστασίας για το Ευρώ. Ο Τσίπρας ισχυρίζεται ότι οι εταίροι της Ελλάδας στην ευρωζώνη θα πρέπει να έρθουν αντιμέτωποι με μεγάλες οικονομικές ζημιές – τις οποίες θα πληρώσουν οι φορολογούμενοι των εν λόγω κρατών – προς όφελος της Ελλάδας.

Η ευρωζώνη είναι πλέον μάρτυρας μιας δίχως προηγούμενο έκφρασης ύβρεως. Αντί να απαιτεί την ελάφρυνση του χρέους με τον συνήθη τρόπο, υποσχόμενος βαθύτερες μεταρρυθμίσεις, ο Τσίπρας έχει δεσμευτεί να απαρνηθεί τις υποχρεώσεις της Ελλάδας έναντι των πιστωτών ενώ την ίδια στιγμή εγκαταλείπει την όποια δέσμευση για τη μεταρρύθμιση της οικονομίας.

«Πρόκειται για μια σουρεαλιστική κατάσταση» λέει ο Γιάννης Ιωαννίδης, καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Tufts. «Η νέα κυβέρνηση υπόσχεται να κάνει πράγματα με λεφτά τα οποία δεν διαθέτει. Τι δείχνει για μια κυβέρνηση το γεγονός ότι αυτή δεν αναγνωρίζει τις συμφωνίες που υπέγραψε η προηγούμενη κυβέρνηση;»

Αν η νέα κυβέρνηση επιμείνει στη στάση της, τότε η Ελλάδα θα βγει απ’ το ευρώ – το πιθανότερο εξαιτίας κάποιου ατυχήματος. Ένα «Grexit» θα οδηγήσει σε ένα κύμα υπέρ-πληθωρισμού που έχει δεκαετίες να φανεί στην Ευρώπη.

Δεν είναι όμως καθόλου σίγουρο ότι ο Τσίπρας θα αφήσει την ιδεολογία να οδηγήσει στην καταστροφή. Η Ελλάδα εξαρτάται από την Ευρ. Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για τα χρήματα που χρειάζεται για να συνεχίσει να λειτουργεί ως κράτος – και υπάρχει η ελπίδα ότι αυτή η πραγματικότητα θα μετριάσει τις απαιτήσεις του Τσίπρα. Η ουσία του ελληνικού προβλήματος δεν είναι ότι η χώρα υιοθέτησε τις μεταρρυθμίσεις που απαιτήθηκαν από τους πιστωτές. Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα δεν έκανε αρκετά για να εκσυγχρονίσει τις αγορές της και δεν προώθησε αυτές τις μεταρρυθμίσεις σε βάθος.

Είναι δεδομένο ότι η χώρα έχει να επιδείξει πρόοδο στα δημοσιονομικά της. Οι κρατικές δαπάνες έχουν μειωθεί σημαντικά και τα τεράστια ελλείμματα έχουν δώσει πλέον τη θέση τους σε «πρωτογενές» πλεόνασμα, που σημαίνει ότι τα έσοδα υπερβαίνουν τα έξοδα αν δεν λάβουμε υπόψη τους τόκους για την αποπληρωμή των δανείων. Αυτό συνιστά μια μεγάλη βελτίωση, εφόσον πλέον η κυβέρνηση δεν είναι αναγκασμένη να δανείζεται απλά και μόνο για την πληρωμή τόκων (οι οποίοι είναι διαχειρίσιμοι ύστερα από μια συμφωνία αναδιάρθρωσης το 2012).

Όμως, ο περιορισμός του δημόσιου τομέα στην Ελλάδα δεν λειτούργησε θετικά για τις συνθήκες ζωής των πολιτών. Στην πορεία προς έναν ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, η κυβέρνηση μείωσε σημαντικά τους μισθούς και τις συντάξεις, ενώ το ίδιο έκανε και ο ιδιωτικός τομέας. Ωστόσο, η μείωση των μισθών δεν οδήγησε και σε μείωση των τιμών, όπως κανονικά θα γινόταν σε μια ανταγωνιστική οικονομία. Αντίθετα, το κόστος ζωής μειώθηκε πολύ λιγότερο από τη μείωση των εισοδημάτων. Αυτός ο συνδυασμός σημαίνει ότι οι Έλληνες αγοράζουν ολοένα και λιγότερο. Ακόμα χειρότερα, η Ελλάδα εισάγει ένα υψηλό ποσοστό των αγαθών που καταναλώνει, από αυτοκίνητα έως ηλεκτρονικούς υπολογιστές, και οι τιμές των ξένων προϊόντων παραμένουν σταθερές, ενώ τα εισοδήματα των Ελλήνων μειώνονται.

Τι επιλογές ανοίγονται για την Ελλάδα;

Ιδού τα δύο πιθανότερα σενάρια: Το πρώτο είναι ο δρόμος της «ελληνικής τραγωδίας που θα μπορούσε να προέλθει από έναν -μεγάλο- αριθμό αιτιών. Το δεύτερο σενάριο είναι η υιοθέτηση μιας πραγματιστικής, συμβιβαστικής προσέγγισης, που θα επέτρεπε στην Ελλάδα να παραμείνει στην ευρωζώνη.

Στη θεωρία, ο πραγματισμός λογικά θα κυριαρχήσει. Όμως, απ’ την άλλη, υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους οποίους τα πράγματα θα μπορούσαν να πάρουν άσχημη τροπή. Και μόνο ο αριθμός αυτών των εν δυνάμει αρνητικών σεναρίων προκαλεί πραγματικά δέος…

*Ο Σον Τίλι είναι επικεφαλής αρχισυντάκτης στο “Fortune”