Πώς ελέγχουν οι αεροπορικές εταιρείες την ψυχική υγεία των πιλότων τους;

Πώς ελέγχουν οι αεροπορικές εταιρείες την ψυχική υγεία των πιλότων τους;

Το δυστύχημα της Germanwings γέννησε νέα ερωτηματικά για τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιούνται τα ψυχολογικά τεστ στους πιλότους.

Τη μέρα της πτώσης της πτήσης 9525 της γερμανικής αεροπορικής εταιρείας Germanwings στις γαλλικές Άλπεις, προέκυψε ένα νέο δεδομένο: η πιθανότητα να μην πρόκειται για ένα ατύχημα αλλά για μια εσκεμμένη πράξη του συγκυβερνήτη.

Όπως μετέδωσαν τα διεθνή ΜΜΕ, η φωνή του πιλότου Πάτρικ Σοντερχάιμερ ακούστηκε στον καταγραφέα ήχων του πιλοτηρίου να λέει στον 28χρονο συγκυβερνήτη, Αντρέας Λούπιτζ, να αναλάβει τον έλεγχο του αεροσκάφους κι έπειτα βγήκε από το πιλοτήριο. Αμέσως μετά το αεροπλάνο άρχισε να χάνει ύψος, με τον Σοντερχάιμερ να φωνάζει μπροστά στην κλειδωμένη πόρτα του πιλοτηρίου για να καταφέρει να μπει και πάλι μέσα. Ο Λούπιτζ δεν του απάντησε ποτέ, ενώ είναι καταγεγραμμένος ο ήχος της αναπνοής του έως και τη στιγμή της πτώσης.

Όπως δήλωσε ο εισαγγελέας της Μασσαλίας, Μπρις Ρομπέν, ο Λούμπιτζ πραγματοποίησε μια «ηθελημένη απόπειρα» να καταστρέψει το αεροσκάφος.

Το περιστατικό αυτό γέννησε πολλά ερωτηματικά για τα ψυχολογικά τεστ που περνούν όλοι οι πιλότοι. Στις ΗΠΑ, η Ομοσπονδιακή Διοίκηση Αεροπορίας ορίζει ότι όλοι οι υποψήφιοι πιλότοι δεν πρέπει να έχουν κανένα ιστορικό «διαταραχής προσωπικότητας η οποία να είναι αρκετά σοβαρή ώστε να έχει επανειλημμένα εκδηλωθεί με εμφανείς πράξεις», ψύχωσης, διπολικής διαταραχής ή εξάρτησης από ουσίες.

Οι Γερμανοί πιλότοι δεσμεύονται από τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εναέριας Ασφάλειας. Όπως αναφέρεται, «οι υποψήφιοι πιλότοι δεν θα πρέπει να έχουν κανένα σοβαρό ιατρικό ιστορικό ή κλινική διάγνωση οποιασδήποτε ψυχιατρικής ασθένειας ή αναπηρίας, πάθησης ή διαταραχής, οξείας ή χρόνιας, συγγενούς ή επίκτητης, η οποία ενδέχεται να επηρεάσει την ασφαλή άσκηση των προνομίων τής υπό αίτηση άδειας», και ότι «οι αιτούντες οφείλουν να περάσουν με επιτυχία ψυχιατρική αξιολόγηση πριν αναλάβουν τα καθήκοντά τους». Αναφέρεται επίσης ότι αιτούντες οι οποίοι επιδεικνύουν «συγκεκριμένο ιστορικό ή κλινική διάγνωση σχιζοφρένειας, σχιζοτυπική ή παραληπτική διαταραχή, πρέπει να αξιολογούνται ως ακατάλληλοι».

Στις ΗΠΑ, ο ψυχίατρος και ο κλινικός ψυχολόγος συντάσσουν διαφορετικές αξιολογήσεις, ενώ στην Ευρώπη «η ψυχιατρική διάγνωση δύναται να απαιτείται ως μέρος ή ως συμπληρωματικό της ειδικής ψυχιατρικής ή νευρολογικής εξέτασης».

Ο CEO της Lufthansa, Κάρστεν Σπορ, δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου ότι ο Λούμπιτζ είχε μπει στην εταιρεία το 2013, έπειτα από εξάμηνη διακοπή της εκπαίδευσή του το 2008 για ανεξήγητους λόγους. Πρόσθεσε δε, ότι αυτού του είδους οι διακοπές κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης είναι μια διαδικασία ρουτίνας, και πως όταν ο Λούμπιτζ επέστρεψε, εξετάστηκε και διαγνώσθηκε κατάλληλος για να συνεχίσει.

Οι αρχές δεν έχουν αποκαλέσει ακόμη την πράξη του Λούμπιτζ «αυτοκτονία». Παρόλα αυτά, εάν πραγματικά υπέστη ψυχολογική κατάρρευση την ώρα που βρισκόταν εκείνος στο πηδάλιο, αυτό δεν θα ήταν κάτι το οποίο συνέβη για πρώτη φορά.

Τον Μάρτιο του 2012 ο πιλότος Κλέιτον Όσμπον κλειδώθηκε έξω από το πιλοτήριο του στο αεροσκάφος της εταιρείας JetBlue Airways, αφότου άρχισε να παραληρεί εν μέσω της πτήσης από τη Νέα Υόρκη προς το Λος Άντζελες. Τον έβγαλαν τα μέλη του πληρώματος και οι επιβάτες, και το αεροσκάφος προχώρησε σε αναγκαστική προσγείωση στο Τέξας.

Γάλλοι και Γερμανοί αξιωματούχοι δήλωσαν πως δεν υπάρχει μέχρι στιγμής καμία ένδειξη ότι ο Λούμπιτζ είχε σχέση με τρομοκρατικές οργανώσεις. Τα κοντινά του πρόσωπα τον περιέγραψαν ως έναν φιλικό άνθρωπο χωρίς κανένα σημάδι κακών προθέσεων. Σύμφωνα με τον εισαγγελέα Ρομπίν, ο Λούμπιτζ ενήργησε «για λόγους τους οποίους δεν γνωρίζουμε ακόμη».

Πηγή: CNNMoney