Τα δειλά βήματα της Ελλάδας προς την κυκλική οικονομία

Τα δειλά βήματα της Ελλάδας προς την κυκλική οικονομία

Πως μπορεί το μοντέλο της κυκλικής οικονομίας να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, να φέρει επενδύσεις και να δώσει λύσεις σε χρόνια προβλήματα.

Από τη Μάχη Τράτσα

Στην Πορταριά του Πηλίου, η καθημερινότητα της Άννας Νατσαρίδη, όχι πολλά χρόνια πριν, θα μπορούσε να περιγραφεί με μια απλή φράση: «Δεν πετάμε τίποτε» έλεγε αυστηρά στα εγγόνια της, όταν εκείνα, αναθρεμμένα σε μια υπερκαταναλωτική κοινωνία, της φώναζαν: «Μα τι τα φυλάς πια αυτά τα παλιόλαδα»; Εκείνη συγκέντρωνε όλα τα τηγανέλαια, ακόμη και από τις γειτόνισσες, και σε καζάνια που βράζανε τα μετέτρεπε σε μυρωδάτα σαπούνια, τα οποία μοίραζε σε οικογένεια και φίλους. Πάνε πέντε χρόνια που έχει «φύγει», και τα εγγόνια της ακόμη τα χρησιμοποιούν. Μάζευε τα αποφάγια και τα έριχνε στα ζώα, συνέλεγε τις κοπριές και τις έριχνε για λίπασμα στον μικρό λαχανόκηπο δίπλα από το σπίτι. Ακόμη και τα κουκούτσια από τα κεράσια που έτρωγε τα έμπηγε στο χώμα. «Κάτι θα φυτρώσει» έλεγε. Καππαδόκισσα γαρ, είχε ζήσει στο πετσί της την προσφυγιά, έναν παγκόσμιο πόλεμο και έναν εμφύλιο. Ήξερε να προσέχει για να έχει.

Η ιστορία της, αν τοποθετηθεί σήμερα σε ένα μεγαλύτερο κάδρο, «κουμπώνει» μ’ αυτό που η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) προωθεί ως κυκλική οικονομία ή ακόμη και με ορισμένους από τους περίφημους στόχους του ΟΗΕ για τη βιώσιμη ανάπτυξη (Sustainable Development Goals – SDGs ). Συναντά δε το νέο μοντέλο που τα τελευταία χρόνια προωθείται διεθνώς στην παραγωγή και στην κατανάλωση, για μια οικονομία στην οποία δεν πετιέται τίποτα και τα πάντα επαναχρησιμοποιούνται.

Η κυκλική οικονομία εντάχθηκε πρόσφατα στο ελληνικό λεξιλόγιο –αν και έχει τις ρίζες της βαθιά στο παρελθόν– ως μια απάντηση του μέλλοντος στα προβλήματα που έφερε η οικονομική ύφεση. Όπως αναφέρει στο Fortune ο αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Γιάννης Τσιρώνης, ακόμη και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ελλάδα η οικονομία ήταν κυκλική. «Οι πληθυσμοί στη χώρα μας ήταν κυρίως αγροτικοί. Αλλά και στη μεταποίηση προσπαθούσαν να αξιοποιήσουν τα πάντα» σημειώνει.

Μεταπολεμικά η έννοια της γραμμικής οικονομίας άρχισε να κερδίζει έδαφος, στη λογική τού «εξορύσσω, παράγω, κατασκευάζω, απορρίπτω», με στόχο την υπερκατανάλωση και το γρήγορο κέρδος. Έτσι χάθηκαν τα «sur mesure» και ήρθαν τα «prêt-à-porter» σε ρούχα και παπούτσια. Οι τσαγκάρηδες και οι μοδίστρες εξαφανίστηκαν. Οι ηλεκτρικές συσκευές άρχισαν να πετιούνται και να μην επιδιορθώνονται. Τα ελαστικά των αυτοκινήτων οδηγούνταν στις χωματερές, ενώ θα μπορούσαν να αποτελέσουν πρώτη ύλη για μονώσεις, ασφαλτοστρώσεις, σόλες παπουτσιών κ.ά.

Ο πλανήτης οδηγήθηκε σε αδιέξοδο, με την εξάντληση των φυσικών πόρων να απειλεί τη διεθνή οικονομία και να αποτελεί την πηγή περιβαλλοντικών κινδύνων, όπως η κλιματική αλλαγή, η ερημοποίηση, η αποψίλωση και η απώλεια της βιοποικιλότητας. Σύμφωνα με το σχέδιο έκθεσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την αποδοτικότητα των πόρων (2015), στην παγκόσμια παραγωγή και τη διαχείριση των αποβλήτων χρησιμοποιούνται πόροι που αντιστοιχούν σε 1,5 πλανήτες σαν τη Γη, και αν συνεχιστούν οι ίδιες πολιτικές, το 2030 θα απαιτούνται δύο πλανήτες σαν τον δικό μας.

Το γραμμικό μοντέλο ξεπέρασε πλέον τα όριά του. «Η κυκλική οικονομία αποτελεί ένα νέο παραγωγικό και καταναλωτικό μοντέλο που θα αποσκοπεί στην ελαχιστοποίηση ανάλωσης πρώτων υλών, μέσω της μεγιστοποίησης των δυνατοτήτων αξιοποίησής τους με τη μορφή «επαναχρησιμοποιώ, επισκευάζω, ανακυκλώνω», αντί του υφιστάμενου γραμμικού «παίρνω, παράγω, καταναλώνω, πετάω»» τονίζει ο γενικός διευθυντής του Συμβουλίου του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων (ΣΕΒ) για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, Κωνσταντίνος Κωνσταντίνου.

Τη μετάβαση προς την κατεύθυνση αυτή με την παροχή άμεσων και έμμεσων κινήτρων της τάξης των 5 δισ. ευρώ δεσμεύτηκε να στηρίξει με νομοθετικές παρεμβάσεις η Ευρωπαϊκή Ένωση, που είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας πρώτων υλών, με 760 δισ. ευρώ ετησίως.

Το Συμβούλιο του ΣΕΒ για τη βιώσιμη ανάπτυξη έχει ήδη εκπονήσει ειδική μελέτη για την ανάδειξη των επιχειρηματικών ευκαιριών, αλλά και των ρυθμιστικών δράσεων οι οποίες απαιτούνται για την άρση των εμποδίων προς την κατεύθυνση αυτής της μετάβασης στην Ελλάδα. «Η εφαρμογή του μοντέλου της κυκλικής οικονομίας δημιουργεί αξία και ευκαιρίες για καινοτόμα προϊόντα και υπηρεσίες, δίνοντας ώθηση για καινούργιες επενδύσεις και θέσεις εργασίας, αλλά και προοπτικές επίλυσης θεμάτων στη διαχείριση αποβλήτων. Αποτελεί, δε, την απάντηση στην αντικειμενική αδυναμία του πλανήτη να καλύπτει μακροπρόθεσμα τις ανάγκες σε φυσικούς πόρους και πρώτες ύλες, που δημιούργησε η εφαρμογή του γραμμικού μοντέλου» υπογραμμίζει ο Κωνσταντίνος Κωνσταντίνου.

Ενίσχυση της περιβαλλοντικής βιομηχανίας

Στη λογική «επαναχρησιμοποιώ, επισκευάζω, ανακυκλώνω» κινείται ένα νέο πρόγραμμα για την οικονομική στήριξη επενδύσεων στην Ελλάδα οι οποίες αφορούν την εμπορική αξιοποίηση των υλικών που προκύπτουν από δραστηριότητες βιομηχανικές, γεωργικές, κτηνοτροφικές, αλιείας, εκσκαφικές κ.λπ. Ήδη το επιχειρηματικό ενδιαφέρον είναι μεγάλο. Στον σχεδιασμό των προγραμμάτων της νέας προγραμματικής περιόδου 2014-2020, όπως επισημαίνει ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Αλέξης Χαρίτσης, «εισάγουμε μια εντελώς διαφορετική αντίληψη για τη διαχείριση των πόρων, η οποία στηρίζεται στις αρχές της κυκλικής οικονομίας και της βιομηχανικής συμβίωσης, και δίνει προτεραιότητα στην επέκταση του κύκλου ζωής των προϊόντων, στη μείωση των αποβλήτων και στη μετατροπή τους σε χρήσιμες πρώτες ύλες για μία σειρά από επιχειρήσεις».

Στο πλαίσιο αυτό, με το πρόγραμμα «Ενίσχυση περιβαλλοντικής βιομηχανίας» θα χρηματοδοτηθούν υφιστάμενες ή νέες μικρομεσαίες επιχειρήσεις για την αξιοποίηση των αποβλήτων, αλλά και την παραγωγή και τη διάθεση προϊόντων από την επαναχρησιμοποίησή τους, δημιουργώντας παράλληλα θέσεις εργασίες. Τα ποσοστά στήριξης φτάνουν έως και το 55%, ανάλογα με το μέγεθος της επιχείρησης και την περιφέρεια όπου γίνεται η επένδυση. Στόχοι, σύμφωνα με τον Αλέξη Χαρίτση, είναι η εξοικονόμηση πόρων και η συνολικότερη αλλαγή φιλοσοφίας ως προς τη διαχείριση των απόβλητων.

Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης δράσης θα ενισχυθούν επιχειρηματικά σχέδια προϋπολογισμού από 250.000 ευρώ έως 2.500.000 ευρώ, τα οποία θα διαχειριστούν ως πρώτη ύλη απόβλητα κατασκευών και κατεδαφίσεων (ΑΕΚΚ), βιομηχανικά και γεωργοκτηνοτροφικά απορρίμματα αστικού τύπου, από δραστηριότητες αλιείας – ιχθυοκαλλιέργειας κ.λπ.

«Τα απόβλητα των ελαιοτριβείων είναι ‘‘χρυσωρυχείο’’. Θα μπορούσαν να είναι τεράστια τα κέρδη μιας επένδυσης που θα στηριζόταν στην επεξεργασία και τη διάθεσή τους. Περιλαμβάνουν πολύτιμες ουσίες όπως είναι οι πολυφαινόλες, οι οποίες είναι χρήσιμες στις φαρμακοβιομηχανίες ή στις βιομηχανίες καλλυντικών και τροφίμων. Τα απόβλητα, που σήμερα μολύνουν τα ύδατα και το υπέδαφος, μπορούν να γίνουν για παράδειγμα κομπόστ ή πέλετ» σημειώνει από την πλευρά του ο αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Γιάννης Τσιρώνης.

Γιατί κυκλική οικονομία στην Ελλάδα;

Η Ελλάδα εξακολουθεί να υποφέρει από μια παρατεταμένη οικονομική ύφεση, η οποία, παράλληλα με τα φορολογικά μέτρα, απαιτεί σημαντικές διαρθρωτικές και κανονιστικές μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να δημιουργήσει ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τις επενδύσεις. Ο ΣΕΒ έχει υπολογίσει ότι τουλάχιστον 100 δισ. ευρώ επενδύσεων πρέπει να υλοποιηθούν έως το 2020, προκειμένου να εξισορροπηθούν οι αποεπενδύσεις που έχουν γίνει από το 2010.

Αυτή η μακράς διαρκείας κρίση μαζί με τη συνεχιζόμενη διαρροή στο εξωτερικό νέων εξειδικευμένων επαγγελματιών θέτουν τροχοπέδη στις προοπτικές ανάπτυξης της χώρας. Είναι πλέον γενικώς αποδεκτό, τόσο στον πολιτικό όσο και στον επιχειρηματικό κόσμο της χώρας, ότι το μοντέλο της κυκλικής οικονομίας θα μπορούσε να αλλάξει τον τρόπο που λειτουργεί η οικονομία, να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και να φέρει επενδύσεις.

Παράλληλα, θα έδινε λύσεις σε χρόνια προβλήματα, τα οποία πολλάκις έχουν οδηγήσει την Ελλάδα στο εδώλιο του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για υποθέσεις που αφορούν τη διαχείριση των αποβλήτων, τους χειρισμούς των επικίνδυνων αποβλήτων, τη διάθεση και επεξεργασία των λυμάτων κ.ά.

Πάντως, και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι πολιτικές για την κυκλική οικονομία θα μπορούσαν να είναι πιο τολμηρές. Όπως εύστοχα αναφέρει η επικεφαλής της περιβαλλοντικής πολιτικής του WWF Ελλάς, Θεοδώρα Νάντσου, μετά την απόσυρση της σχετικής νομοθετικής πρότασης τον Δεκέμβριο 2014, η νέα πρόταση που κατέθεσε έναν χρόνο αργότερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι γενικόλογη και δεν κατορθώνει να ενώσει σε ένα συνεκτικό πακέτο όλα τα υφιστάμενα εργαλεία πολιτικής στους διάφορους επιμέρους τομείς της κυκλικής οικονομίας.

Σε σύγκριση με την προηγούμενη, η νέα πρόταση υποβαθμίζει τους νομικά δεσμευτικούς στόχους στη διαχείριση των απορριμμάτων και ειδικότερα στην ανακύκλωση, γεγονός που θα οδηγήσει σε μικρότερη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου αλλά και σε λιγότερες θέσεις εργασίας.

«Το νέο πακέτο μέτρων δεν περιλαμβάνει έναν ευρωπαϊκό στόχο αποδοτικότητας στη χρήση πρώτων υλών, πράγμα που θα συνέβαλε καθοριστικά στη μείωση της κατανάλωσης πρώτων υλών στην Ε.Ε., στη μείωση της εξάρτησης της οικονομίας της από εισαγωγές και στην αποσύνδεση της κατανάλωσης από την οικονομική ανάπτυξη» σχολιάζει η Θεοδώρα Νάντσου.

Χρυσάφι στα σκουπίδια

Τον περασμένο Νοέμβριο, πάντως, ολοκληρώθηκε η δημόσια διαβούλευση ενός σχεδίου νόμου για την κυκλική οικονομία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, όμως ακόμη δεν έχει προωθηθεί προς ψήφιση στη Βουλή. Αφορούσε την τροποποίηση των ρυθμίσεων που ισχύουν για τις συσκευασίες και την εναλλακτική διαχείρισή τους. Σύμφωνα με τα στοιχεία που είχε παραθέσει η τότε πολιτική ηγεσία του υπουργείου στον τομέα της διαχείρισης αποβλήτων, μόνο η αξία των ανακυκλώσιμων υλικών υπολογίζεται περίπου στα 200 εκατ. ευρώ ετησίως. Σήμερα, λόγω της κακής διαχείρισης, τα 150 εκατ. ευρώ χάνονται και μόλις τα 50 εκατ. ευρώ επιστρέφουν στην πραγματική οικονομία. Όσο για το κομπόστ, το οποίο θα μπορούσε να προκύψει από την επεξεργασία των βιοαποικοδομήσιμων υλικών, εκτιμάται ότι μπορεί να φέρει κέρδη 30 εκατ. ευρώ. Η παραγωγή αστικών απορριμμάτων σήμερα στην Ελλάδα φτάνει περίπου τους πέντε εκατομμύρια τόνους τον χρόνο, εκ των οποίων οι δύο εκατομμύρια τόνοι είναι ανακυκλώσιμα και το ένα εκατομμύριο τόνοι βιοαποικοδομήσιμα υλικά.

Πολιτικοί κύκλοι εκτιμούν ότι η διαχείριση των απορριμμάτων μπορεί άμεσα να βελτιωθεί στη χώρα μας και να φτάσει η επεξεργασία και η ανάκτηση στο 74%. Σήμερα το 80% των αστικών αποβλήτων οδηγείται σε Χώρους Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων (ΧΥΤΑ), ενώ για τα επικίνδυνα απόβλητα δεν υπάρχει καν καταγραφή – εκτιμάται ότι το 24% των βιομηχανικών αποβλήτων βρίσκεται αποθηκευμένο ακόμη και για δέκα χρόνια από τις εταιρείες που τα παράγουν.

Με την αξιοποίηση του πλούτου που θάβεται στις χωματερές, ο κύκλος εργασιών στον τομέα των σκουπιδιών μπορεί να αγγίξει τα δύο δισ. ευρώ και να φέρει 16.000 θέσεις εργασίας. Παράλληλα, το κόστος διαχείρισης θα μειωθεί και θα εξοικονομηθούν τα 135 εκατ. ευρώ που δαπανώνται κάθε χρόνο, προκειμένου να οδηγηθούν τρία εκατομμύρια τόνοι ανακυκλώσιμων και βιοαποικοδομήσιμων υλικών στους ΧΥΤΑ. Έτσι μακροπρόθεσμα θα περιοριστούν και τα δημοτικά τέλη που καταβάλλουν οι πολίτες.

Είναι αξιοσημείωτο, σύμφωνα με τον αναπληρωτή υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ότι από τα 44 εκατ. ευρώ, στα οποία εκτιμάται η αξία του μολύβδου από τις μπαταρίες που συλλέγονται στη χώρα μας, τα 16 εκατ. ευρώ εξαφανίζονται, καθώς διακινούνται παρανόμως, γεγονός το οποίο οδηγεί και σε απώλεια τεσσάρων εκατ. ευρώ από ΦΠΑ.

Ενέργεια από τα γεωργικά απόβλητα

Μεγάλο είναι το επενδυτικό ενδιαφέρον την τελευταία διετία για την αξιοποίηση των γεωργικών υπολειμμάτων στην παραγωγή βιοαερίου. Σήμερα, στη χώρα λειτουργούν περί τις 25 μονάδες βιοαερίου, ενώ δύο χρόνια πριν, το 2015, υπήρχαν 18 μονάδες (Optimal use of biogas from waste streams – Δεκέμβριος 2016). Από αυτές, τρεις βρίσκονται σε ΧΥΤΑ, τέσσερις χρησιμοποιούν αγροτικά απόβλητα για να παράγουν βιοαέριο και δύο παράγουν θερμότητα σε βιομηχανίες τροφίμων.

Προσφάτως προστέθηκαν δύο νέες μονάδες βιοαερίου, η πρώτη στον Λαγκαδά, η οποία τροφοδοτείται με πρώτη ύλη από τις αγελαδοτροφικές εκμεταλλεύσεις της περιοχής, και η δεύτερη στη Νιγρίτα Σερρών, που αξιοποιεί τα απόβλητα από τις κτηνοτροφικές και τις μεταποιητικές μονάδες τροφίμων, καθώς και βιομάζα από τις καλλιέργειες. Συγχρόνως, μία από τις μεγαλύτερες μονάδες βιοαερίου στην Ευρώπη, η Επίλεκτος Βιοαέριο Φαρσάλων Α.Ε., βάζει μπρος τις μηχανές. Πρόκειται για μια επένδυση 17,5 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 10,5 εκατ. προέρχονται από την πρωτοβουλία JESSICA (Joint European Support for Sustainable Investment in City Areas).

Η επιχειρηματική στροφή προς την παραγωγή βιοαερίου καταδεικνύεται και από το γεγονός ότι η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας έως το 2015 είχε προχωρήσει στην έκδοση 83 αδειών για μονάδες βιοαερίου συνολικής ισχύος 441,4 MW. Ωστόσο, η ανάπτυξη του κλάδου αντιμετωπίζει ακόμη εμπόδια, καθώς υφίστανται προβλήματα με τις χωροθετήσεις των μονάδων, δεν υπάρχουν συστηματικές καταμετρήσεις του ενεργειακού δυναμικού της διαθέσιμης βιομάζας, αλλά ούτε και αξιόπιστη εφοδιαστική αλυσίδα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι κτηνοτρόφοι της Νάξου έχουν εκδηλώσει το ενδιαφέρον τους στον αναπληρωτή υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης για την κατασκευή μιας μονάδας βιοαερίου, η οποία θα λειτουργεί από τα απόβλητα των τυροκομείων. «Αντιμετωπίζουν, όμως, προβλήματα, καθώς η συγκεκριμένη χρήση δεν προβλέπεται στο υφιστάμενο πλαίσιο. Πρέπει να βρούμε μια λύση. Στην Ολλανδία, τα σφαγεία βγάζουν το 40% του κέρδους τους από τα υποπροϊόντα. Στην Ελλάδα πετάγονται και ορισμένες φορές σε παρακείμενες ρεματιές ή θάβονται. Όταν τα ζώα οδηγούνται στα σφαγεία, τα αφτιά, οι τρίχες, το δέρμα δεν αξιοποιούνται. Αποτελούν, ωστόσο, μια θαυμάσια πρώτη ύλη π.χ. για παραγωγή ζωοτροφών ή biodiesel, το οποίο θα βοηθούσε, για παράδειγμα, στην απανθρακοποίηση των μεταφορών μας» υπογραμμίζει ο Γιάννης Τσιρώνης.

Επιπλέον, όπως υποστηρίζει ο ίδιος, τα απόβλητα από τα πυρηνελαιουργεία και τα καψίματα από τα λιόκλαδα στη Μεσσηνία, θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν και να θερμάνουν τα δημόσια κτίρια της περιοχής. «Έτσι θα επιλύαμε ταυτόχρονα δύο προβλήματα, τη διαχείριση αυτών των τοξικών αποβλήτων και θα μειώναμε το κόστος της ενέργειας» σημειώνει. Σε κάθε περίπτωση, η μετάβαση στην κυκλική οικονομία και η τήρηση των βασικών κανόνων της διαφαίνονται ως η μοναδική λύση για να πετύχει η χώρα αειφόρο οικονομική ανάπτυξη, με μειωμένη εξάρτηση από τις εισαγωγές, προστασία του φυσικού και αστικού περιβάλλοντος και αύξηση των θέσεων εργασίας.

* Το άρθρο δημοσιεύεται στο περιοδικό Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα στο πλαίσιο του αφιερώματος Brainstorm E.