Οι στόχοι για υπερ-πλεονάσματα του… 5% δοκιμάζουν τις αντοχές πραγματικής οικονομίας και αγοράς

Οι στόχοι για υπερ-πλεονάσματα του… 5% δοκιμάζουν τις αντοχές πραγματικής οικονομίας και αγοράς

Τα στοιχεία του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος Δημοσιονομικής Στρατηγικής ξεπερνούν ακόμη και τις πιο φιλόδοξες προβλέψεις των δανειστών, προκαλώντας εύλογες απορίες.

Τουλάχιστον απορία προκαλούν τα νούμερα που έχουν να κάνουν με τα μελλοντικά πρωτογενή πλεονάσματα της ελληνικής οικονομίας, όπως αυτά ορίζονται με βάση το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Δημοσιονομικής Στρατηγικής που δημοσιεύτηκε την Τρίτη.

Αξίζει αν σημειωθεί ότι οι στόχοι ξεπερνούν ακόμη και το 3,5% που έχει ήδη ζητηθεί από την Ελλάδα στο πλαίσιο του τρίτου μνημνιακού προγράμματος και φτάνουν να κινούνται πάνω ακόμη και από το 5%!

Πιο συγκεκριμένα, το πρωτογενές πλεόνασμα βάσει των εκτιμήσεων του ΥΠΟΙΚ αναμένεται να διαμορφωθεί στο 3,56% του ΑΕΠ το 2018 δημιουργώντας υπερπλεόνασμα 111 εκατ. ευρώ, στο 3,96% του ΑΕΠ το 2019 δημιουργώντας δημοσιονομικό χώρο 866 εκατ. ευρώ, το 2020 στο 4,15% του ΑΕΠ δημιουργώντας υπεραπόδοση 1,287 δισ. ευρώ, το 2021 στο 4,53% δημιουργώντας υπεραπόδοση 2,11 δισ. ευρώ και το 2022 στο 5,19% δημιουργώντας υπερπλεόνασμα 3,582 δισ. ευρώ.

Η κυριότερη ένσταση έχει να κάνει, προφανώς, με το πώς θα δημιουργηθούν τα πλεονάσματα αυτά, ιδιαίτερα εάν αναλογιστεί κανείς ότι η ελληνική οικονομία αναμένεται να βγει τον προσεχή Αύγουστο από μια επταετία σκληρής δημοσιονομικής προσαρμογής και μέτρων λιτότητας.

Το μεγαλύτερο στοίχημα που καλείται να κερδίσει η χώρα μέσα στα επόμενα χρόνια, είναι η προσέλκυση επενδύσεων. Κάτι το οποίο αυτή τη στιγμή δεν δείχνει να ενισχύει την πραγματική ανάπτυξη του ΑΕΠ, καθώς με βάση τα πρόσφατα δεδομένα, το 2,3% θετικής ανάπτυξης προήλθε κυρίως από τις εξαγωγές ενώ οι επενδύσεις υποχώρησαν περισσότερο από 10%.

Με βάση το Μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα που δημοσιεύτηκε, οι προβλεπόμενοι ρυθμοί ανάπτυξης είναι:  2% το 2018, 2,4% το 2019, 2,3% το 2020, 2,1% το 2021 και 1,8% το 2022.

Στην έκθεση τονίζεται ότι η ελληνική οικονομία μπορεί να επανέλθει σε τροχιά διατηρήσιμης μεγέθυνσης με μεσο-μακροχρόνια περίοδο, εφόσον ολοκληρωθεί το ισχύον πρόγραμμα, αποφασισθούν τα μέτρα για το χρέος και εφαρμοσθεί το αναπτυξιακό σχέδιο.