Θ. Νιτσιάκος: Έτσι κατόρθωσε να μετατρέψει την Ήπειρο σε κέντρο της πτηνοτροφίας

Θ. Νιτσιάκος: Έτσι κατόρθωσε να μετατρέψει την Ήπειρο σε κέντρο της πτηνοτροφίας

Ο ιδρυτής της µεγαλύτερης ιδιωτικής πτηνοτροφικής µονάδας στην Ελλάδα έχει εξασφαλίσει για την επόµενη γενιά της οικογένειάς του µια εταιρεία δυναµική, µε αναπτυξιακή τροχιά και κέρδη.

Τον συνάντησα για πρώτη φόρα στην έδρα της εταιρείας του στη ΒΙΠΕ Ιωαννίνων. Πριν από τη συνέντευξη η εικόνα που είχα για τη Νιτσιάκος είναι ότι αποτελεί έναν «πυλώνα» ανάπτυξης για περισσότερα από 40 χρόνια στην ευρύτερη περιοχή της Ηπείρου, καταφέρνοντας σήµερα, σε µια πολύ δύσκολη συγκυρία για τη χώρα, να προσφέρει εργασία σε περισσότερα από 700 άτοµα πανελλαδικά. Για τον Θεόδωρο Νιτσιάκο είχα ακούσει και διαβάσει ότι είναι ένας αυτοδηµιούργητος επιχειρηµατίας ο οποίος κατάφερε να µεταφέρει το κέντρο της εγχώριας πτηνοτροφίας από τα Μέγαρα στα Ιωάννινα, φτάνοντας σήµερα να διοικεί την πρώτη σε παραγωγή πτηνοτροφική µονάδα της χώρας. Σε µια περίοδο που όλοι µιλούν για την ανάγκη ύπαρξης επενδύσεων ως απαραίτητο «καύσιµο» προκειµένου να πάρει µπρος ξανά η ελληνική οικονοµία, η  εταιρεία Νιτσιάκος συγκαταλέγεται ήδη ανάµεσα στις 20 ισχυρότερες βιοµηχανίες της χώρας βάσει επενδύσεων, ενώ «φιγουράρει» και στη λίστα µε τις 100 µεγαλύτερες εταιρείες του Fortune, µε κύκλο εργασιών που έφτασε το 2014 τα 214 εκατ. ευρώ – αυξηµένος κατά 26,8%, σε σχέση µε την προηγούµενη χρονιά.

Με καταγωγή από την Αετοµηλίτσα Ιωαννίνων, ένα βλαχοχώρι που βρίσκεται «σκαρφαλωµένο» στις νότιες πλαγιές του Γράµµου, σε υψόµετρο 1.520 µέτρων, ο Θεόδωρος Νιτσιάκος, µε σπουδές στη Γεωπονική Σχολή Θεσσαλονίκης, αποφάσισε το 1972 να δηµιουργήσει µια µικρή µονάδα αναπαραγωγής πατρογονικών ορνίθων λίγο έξω από τα Ιωάννινα.  Ο ίδιος αρχίζει τη συνοµιλία µας γυρίζοντας 44 χρόνια πίσω, και συγκεκριµένα στο 1971, τη χρονιά που άλλαξε τη ζωή του για πάντα, όπως µας αναφέρει χαρακτηριστικά. Είχε προηγηθεί η απόφαση να φύγει στην Ολλανδία, µε σκοπό να µάθει στην πράξη τα µυστικά του κλάδου της πτηνοτροφίας. «Τελειώνοντας τη Γεωπονική Σχολή της Θεσσαλονίκης, γύρισα για να υπηρετήσω στον στρατό στα Ιωάννινα. Εδώ άρχισα σιγά σιγά να “κολλάω” µε τον κλάδο της πτηνοτροφίας, καθώς τότε ήταν στα σπάργανα ο πτηνοτροφικός συνεταιρισµός στον οποίο έκανα τα πρώτα βήµατά µου ως υπάλληλος. Έπειτα από έξι µήνες, αποφάσισα να πάω στην Ολλανδία για να φοιτήσω σε µια πρακτική πτηνοτροφική σχολή. Εκεί κατάφερα να ολοκληρώσω τις σπουδές µου µε την καλύτερη βαθµολογία ανάµεσα σε όλους τους σπουδαστές, µε αποτέλεσµα να πάρω υποτροφία από την ολλανδική κυβέρνηση. Έτσι συνέχισα στο Ολλανδικό Γεωπονικό Πανεπιστήµιο του Βαγκενίγκεν. Συνολικά έµεινα στην Ολλανδία δώδεκα µήνες και “δέθηκα” µε την πτηνοτροφία» αναφέρει.

Αρχικά, ο Θεόδωρος Νιτσιάκος δεν είχε ως στόχο να ξεκινήσει τη δική του επιχείρηση, αλλά ευτυχώς, όπως ο ίδιος επισηµαίνει, οι συγκυρίες τον ώθησαν στο να πάρει τελικά την απόφαση να ζητήσει χρηµατοδότηση από την τότε Αγροτική Τράπεζα. Και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα στα 25 του χρόνια. «Αυτή ήταν µια καθοριστική κίνηση για τη µετέπειτα πορεία µου. Το 1971 ετοίµασα έναν επενδυτικό φάκελο ζητώντας δάνειο που έφτανε τα δέκα εκατ. δραχµές από την Αγροτική Τράπεζα, ένα αρκετά µεγάλο ποσό για τα δεδοµένα της εποχής.  Τότε, να σας θυµίσω, δεν υπήρχε στην Ελλάδα ο θεσµός της επιδότησης και ο µοναδικός τρόπος χρηµατοδότησης ήταν ο δανεισµός».

Μαθαίνει σχετικά έγκαιρα ότι, λόγω οικονοµικών δυσκολιών, είναι πολύ δύσκολο να εγκριθεί το συγκεκριµένο αίτηµα. «Στην Αθήνα, η Επιτροπή Πιστώσεων της Αγροτικής Τράπεζας συνεδρίαζε κάθε τρίµηνο. Εγώ υπέβαλα το αίτηµά µου τον Οκτώβριο, αλλά µετά από έναν µήνα περίπου ένας συνάδελφός µου γεωπόνος και εισηγητής στη συγκεκριµένη πρόταση µε ειδοποίησε ότι στην επιτροπή υπάρχει οικονοµική στενότητα και θα ήταν καλό να αποσυρθεί η πρόταση ώστε να µην καεί και να επανέλθει τον Μάρτιο».

Ο ίδιος τότε παίρνει την απόφαση να αιτηθεί λιγότερα χρήµατα, ρίχνοντας το ποσό στα τρία εκατ. ευρώ (δύο εκατ. για πάγια και ένα για κεφάλαιο κίνησης), κίνηση που αποδείχθηκε σωστή, καθώς η επιτροπή άναψε τελικά το «πράσινο φως». «Αν καθυστερούσαµε, δεν θα είχαµε τύχη. Στις 31 Δεκεµβρίου 1971, ο κλάδος της πτηνοτροφίας στην Ελλάδα θεωρήθηκε κορεσµένος και ανεστάλη κάθε χρηµατοδότηση στον συγκεκριµένο τοµέα της πρωτογενούς παραγωγής» θυµάται ο Θεόδωρος Νιτσιάκος.

Καθώς η Αγροτική Τράπεζα δεν του εξασφάλιζε το σύνολο της απαραίτητης χρηµατοδότησης, απευθύνθηκε στους γονείς του, οι οποίοι πούλησαν τα πρόβατά τους για να συνδράµουν στην προσπάθειά του. Από την κατασκευή της πρώτης µονάδας της εταιρείας, που ήταν εξοπλισµένη µε ένα εκκολαπτήριο και κατάλληλη για 12.000 κότες αναπαραγωγής, έχουν περάσει πλέον πολλά χρόνια. Έτσι, ο Θεόδωρος Νιτσιάκος κατάφερε να διαψεύσει τον πατέρα του, κτηνοτρόφο χωρίς πολλές εµπειρίες, για το πώς λειτουργούν η αγορά και το εµπόριο, ο οποίος στο ξεκίνηµα του γιου του και βλέποντας τα πουλάκια που είχε φέρει από την Ολλανδία, του είχε αναφέρει: «Μ’ αυτά τα  “µερµήγκια” είναι απίθανο να βγάλεις τα εκατοµµύρια που χρεώθηκες στην Αγροτική Τράπεζα». Και όµως τα κατάφερε.

Σταθερή πορεία µέσα στον χρόνο 

Σήµερα η Νιτσιάκος διαθέτει δέκα εργοστάσια και εγκαταστάσεις σε Ιωάννινα, Άρτα, Θεσσαλονίκη και Νιγρίτα Σερρών, ενώ δραστηριοποιείται, εκτός από το κοτόπουλο, και σε άλλα προϊόντα, όπως η γαλοπούλα και το κουνέλι, στον κλάδο των αλεύρων για ανθρώπινη κατανάλωση και στις ζωοτροφές, οι οποίες έχουν φτάσει να αντιπροσωπεύουν το 40% των συνολικών πωλήσεων. Παράλληλα, η εταιρεία ακολουθεί ένα πλήρως καθετοποιηµένο σύστηµα λειτουργίας, που της επιτρέπει τον άµεσο έλεγχο σε όλα τα στάδια παραγωγής: από την εκτροφή των πατρογονικών ορνίθων έως την τυποποίηση και τη διανοµή των τελικών προϊόντων. Έτσι καταφέρνει να  έχει τον πλήρη έλεγχο των προϊόντων που φτάνουν στο τραπέζι του καταναλωτή, ενώ παράλληλα διενεργεί συνεχείς ελέγχους σε όλα τα στάδια της παραγωγής.

Για τον Θεόδωρο Νιτσιάκο, όµως, το «κλειδί» της επιτυχίας βρίσκεται στη «συνέπεια». «Βασική αξία που διέπει τον τρόπο λειτουργίας µας είναι να είµαστε συνεπείς σε όλες τις συνεργασίες µας, είτε πρόκειται για ιδιώτες είτε για τράπεζες είτε για συναλλαγές µε το Δηµόσιο. Η συνέπεια αυτή, µάλιστα, έρχεται σε αντίθεση µε τη συµπεριφορά άλλων επιχειρήσεων του χώρου µας. Ειδικά τα πρώτα χρόνια, οι εκπρόσωποι των κλάδων της παραγωγής στην Ελλάδα περίµεναν τις εκλογές για να γίνουν διαγραφές δανείων και ρυθµίσεις χρεών. Αν δεν υπήρχε “προστασία” στον κλάδο για τους ασυνεπείς, τους οποίους επιβράβευε το κράτος σε κάθε εκλογική διαδικασία, και αν οι αρµόδιοι άφηναν την παραγωγή να βασιστεί σε υγιείς δυνάµεις, τα πράγµατα στην Ελλάδα θα ήταν διαφορετικά τώρα» σχολιάζει.

Ακόµη, επισηµαίνει πως η επιχείρηση έχει πλέον δυναµώσει µε την παρουσία και των άλλων µελών της οικογένειάς του, και µάλιστα η διοίκηση περνά σταδιακά στην επόµενη γενιά. «Η κόρη µου, Μαριλένα, εµπορική διευθύντρια της εταιρείας, και ο γιος µου, Κώστας, στο κοµµάτι της παραγωγής, της µεταποίησης και του γενικότερου management είναι αυτοί που πλέον “τρέχουν” µε πολλές ώρες εργασίας καθηµερινά την εταιρεία» αναφέρει και προσθέτει πως επιδίωξή του ανέκαθεν ήταν να βασίζεται στις δικές του δυνάµεις. «Προσπαθούµε πάντα να έχουµε τους εργαζοµένους µας και τους πτηνοτρόφους µε τους οποίους συνεργαζόµαστε  ικανοποιηµένους και ευχαριστηµένους. Η καλή πορεία µέσα στην κρίση οφείλεται στον συνδυασµό των εξής παραγόντων: διεύρυνση των οικονοµικών µεγεθών, καλύτερη µεταχείριση των εργαζοµένων µας σε σύγκριση µε άλλες εταιρείες του κλάδου µας και καλύτερη µεταχείριση των πτηνοτρόφων µας. Στην Ελλάδα, οι περισσότεροι απ’ αυτούς θέλουν να συνεργάζονται µαζί µας».

Τα capital controls και οι επενδύσεις

Η οικονοµική «καταιγίδα» των τελευταίων µηνών σαφώς επηρέασε και τη Νιτσιάκος, η οποία αναγκάστηκε να αναστείλει κάποια από τα σχέδιά της για µικρό χρονικό διάστηµα. Πλέον, µετά και τις τελευταίες εκλογές, η κατάσταση µοιάζει κάπως να οµαλοποιείται, και ο Θεόδωρος Νιτσιάκος δηλώνει αισιόδοξος για το µέλλον. «Με τα µεγέθη της παράγωγης µας δηµιουργούνται οικονοµίες κλίµακας, κάτι που οδηγεί σε καλύτερη διαχείριση του κόστους. Ακολουθήσαµε µια στρατηγική οργάνωσης και εκσυγχρονισµού που βασίστηκε στην καλύτερη χρηµατοοικονοµική διαχείριση, µε τον επαναπροσδιορισµό του κόστους λειτουργίας και την αξιοποίηση των εταιρικών µας πόρων, ενώ δώσαµε ιδιαίτερη έµφαση στις επενδύσεις έν µέσω ύφεσης, µεταξύ των οποίων ο εκσυγχρονισµός του πτηνοσφαγείου Ιωαννίνων, η δραστηριοποίηση στην αγορά των αλεύρων και η αντικατάσταση εξοπλισµού για χρήση βιοκαυσίµων (πέλετ) σε όλες τις παραγωγικές µονάδες» αναφέρει και προσθέτει: «Είναι σηµαντικό για τις ελληνικές επιχειρήσεις να υπάρχει ένα σταθερό περιβάλλον, ώστε να µπορούµε να υλοποιούµε όσα προγραµµατίζουµε».

Η διοίκηση της εταιρείας συνεχίζει τις επενδύσεις, αξιοποιώντας για την τρέχουσα χρονιά 2,5 εκατοµµύρια ευρώ που προσανατολίζονται κατά κύριο λόγο σε βελτιώσεις των µονάδων πτηνοσφαγείου στη ΒΙΠΕ Ιωαννίνων και παραγωγής ζωοτροφών στην Πεδινή Ιωαννίνων. Πάνω από όλα, η συγκεκριµένη στρατηγική είναι θέµα φιλοσοφίας για τον Θεόδωρο Νιτσιάκο .

«Η δική µας φιλοσοφία, όσον αφορά τις επενδύσεις, είναι να δυναµώνει η εταιρεία και παράλληλα να προσφέρουµε και στην ελληνική οικονοµία. Δραστηριοποιούµαστε στην Ελλάδα 44 χρόνια και έχουµε µάθει να ζούµε και µε τα καλά και µε τα στραβά. Περάσαµε και πολύ δύσκολα χρόνια, όµως αντέξαµε, χωρίς ποτέ να σταµατήσουµε να πληρώνουµε τις υποχρεώσεις µας. Μέχρι στιγµής δεν έχουµε ντροπιαστεί, όπως άλλοι επιχειρηµατίες που είτε δεν τους ευνόησαν οι συγκυρίες είτε βρήκαν απέναντί τους το κράτος που εµπόδιζε την ανάπτυξή τους». Για έναν ξένο, όµως, επενδυτή, όπως αναφέρει, χρειάζονται περισσότερα, καθώς το ρίσκο είναι µεγάλο, λόγω της υψηλής φορολογίας και της οικονοµικής αβεβαιότητας – παράγοντες που λειτουργούν ανασταλτικά. «Χρειάζονται επενδύσεις και οργάνωση της παραγωγής στην Ελλάδα. Όσο δεν γίνονται επενδύσεις, τόσο περισσότεροι θα εγκαταλείπουν τη χώρα µας».

*To άρθρο δημοσιεύεται στο περιοδικό Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα.

*Φωτογραφίες: Άρης Ράμμος