Γερμανική αμυντική βιομηχανία: Άλμα στις εξαγωγές όπλων και ρεκόρ παραγγελιών λόγω γεωπολιτικών εντάσεων

Γερμανική αμυντική βιομηχανία: Άλμα στις εξαγωγές όπλων και ρεκόρ παραγγελιών λόγω γεωπολιτικών εντάσεων
Το 2024, η αξία των γερμανικών στρατιωτικών εξαγωγών ανήλθε σε 13,2 δισεκατομμύρια ευρώ   

Περίοδο εκρηκτικής ανάπτυξης διανύει η γερμανική αμυντική βιομηχανία, καθώς οι κλιμακούμενες γεωπολιτικές εντάσεις έχουν εκτοξεύσει τη ζήτηση για στρατιωτικό εξοπλισμό και τεχνολογία. Το 2024, η αξία των γερμανικών στρατιωτικών εξαγωγών ανήλθε σε 13,2 δισεκατομμύρια ευρώ (περίπου 15,5 δισ. δολάρια), περισσότερο από το διπλάσιο σε σχέση με τα 5,82 δισ. ευρώ του 2020, σύμφωνα με προκαταρκτικά στοιχεία της κυβέρνησης.

Οι μετοχές των γερμανικών αμυντικών εταιρειών σημειώνουν εντυπωσιακή άνοδο, με την κυβέρνηση να έχει εγκρίνει ένα ιστορικό δημοσιονομικό πακέτο που αναμένεται να ενισχύσει περαιτέρω τις δαπάνες για άμυνα και υποδομές. Ενδεικτικά, η μετοχή της Rheinmetall, της μεγαλύτερης αμυντικής εταιρείας της χώρας, έχει εκτιναχθεί πάνω από 260% τον τελευταίο χρόνο, ενώ η Hensoldt καταγράφει αύξηση 168%.

Σύμφωνα με το τελευταίο μητρώο εξαγωγών της γερμανικής κυβέρνησης, το 80% των εξαγωγών όπλων το πρώτο τρίμηνο του 2025 κατευθύνθηκε σε «στενές χώρες-εταίρους», στις οποίες περιλαμβάνονται κράτη εντός και εκτός ΕΕ, όπως η Ιαπωνία, η Ελβετία, η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία, η Νότια Κορέα, η Σιγκαπούρη και η Ουκρανία. Το υπόλοιπο 20% αφορούσε «τρίτες χώρες», χωρίς να κατονομάζονται επισήμως, αν και το υπουργείο Οικονομικών Υποθέσεων ανέφερε στο CNBC ότι το Κατάρ και το Ισραήλ είναι σημαντικοί αποδέκτες.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το Ινστιτούτο SIPRI σημειώνει ότι μεταξύ 2020-2024 η Γερμανία ήταν ο πέμπτος μεγαλύτερος εξαγωγέας βαρέων οπλικών συστημάτων παγκοσμίως, με βασικές αγορές την Ουκρανία (19%), την Αίγυπτο (19%) και το Ισραήλ (11%). Ως προς τα είδη όπλων που εξάγονται, το 41% αφορούσε πλοία, το 16% θωρακισμένα οχήματα, το 11% πυραύλους και το 9,5% κινητήρες.

Οι μεγαλύτεροι παίκτες

Η Rheinmetall, ειδικεύεται σε όπλα, πυρομαχικά και θωρακισμένα οχήματα και είναι ηγέτης του κλάδου στη Γερμανία. Το 2024, πάνω από το ένα τρίτο των πωλήσεών της προήλθε από τη γερμανική αγορά, ενώ η υπόλοιπη Ευρώπη αντιπροσώπευσε το 46,6%. Η Ασία και η Μέση Ανατολή αντιστοιχούν στο 9,6% των πωλήσεων, η Αμερική στο 7,7% και άλλες περιοχές (κυρίως η Αυστραλία) στο 5,8%.

Η MTU Aero Engines, που κατασκευάζει κινητήρες για πολιτικά και στρατιωτικά αεροσκάφη, σημείωσε άνοδο άνω του 13% στον κύκλο εργασιών της στρατιωτικής της δραστηριότητας το 2024, με σημαντικές πωλήσεις στους κινητήρες EJ200 που χρησιμοποιούνται στα μαχητικά Eurofighter. Γεωγραφικά, το 70% των συνολικών πωλήσεων της MTU προήλθε από τη Βόρεια Αμερική, ακολουθούμενη από τη Γερμανία, την Ασία και την υπόλοιπη Ευρώπη.

Η Hensoldt, που ειδικεύεται σε τεχνολογίες ηλεκτρονικής άμυνας και αισθητήρων, αποσχίστηκε από την Airbus και εισήχθη στο χρηματιστήριο το 2020. Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας αναφέρει ότι η ζήτηση παραμένει ισχυρή λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, των κρίσεων στη Μέση Ανατολή και της απειλής από την Κίνα. Το 2024, το 87,8% των εσόδων της προήλθε από την Ευρώπη, το 3,7% από τη Μέση Ανατολή, το 3,5% από την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, το 2,6% από τη Βόρεια Αμερική και το 2,2% από την Αφρική. 

Η Renk, με έδρα το Άουγκσμπουργκ, κατασκευάζει κιβώτια ταχυτήτων για στρατιωτικά οχήματα και ναυτικές εφαρμογές. Προμηθεύει πάνω από 70 στρατούς παγκοσμίως, μεταξύ άλλων της ΕΕ, του ΝΑΤΟ, της Νότιας Κορέας, της Ινδίας και του Ισραήλ, αλλά και περισσότερες από 40 ναυτικές δυνάμεις. Το 2024, ο κύκλος εργασιών της ανήλθε σε 1,14 δισ. ευρώ, με τη Γερμανία να αντιπροσωπεύει το 27%, τις ΗΠΑ το 20% και τη Νότια Κορέα το 11%.

Η Thyssenkrupp Marine Systems, θυγατρική του ομίλου Thyssenkrupp, είναι κορυφαίος παίκτης στη ναυπηγική άμυνα. Το πρώτο εξάμηνο του 2024, σχεδόν το 30% των πωλήσεών της προήλθε από Γερμανία, Αυστρία, Ελβετία και Λιχτενστάιν, ενώ παρόμοιο ποσοστό κατευθύνθηκε στην υπόλοιπη Δυτική Ευρώπη. Η Νότια Αμερική αντιπροσώπευσε το 18%, και η Μέση Ανατολή και η Αφρική το 15%.

Πολιτικές αντιδράσεις

Η αυξανόμενη συμμετοχή της Γερμανίας στο παγκόσμιο εμπόριο όπλων συνοδεύεται από πολιτικές αντιδράσεις. Οι εξαγωγές στο Ισραήλ έχουν προκαλέσει συζητήσεις λόγω των καταγγελιών για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Γάζα. Η Γερμανία διατηρεί παραδοσιακά ισχυρή στήριξη προς το Ισραήλ, λόγω της ιστορικής ευθύνης που φέρει από το Ολοκαύτωμα. Τον Μάιο, ο Υπουργός Εξωτερικών Γιόχαν Βάντεφουλ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο επανεξέτασης των εξαγωγών όπλων προς το Ισραήλ, αν και δήλωσε στο CNBC, κατά τη διάρκεια της πρόσφατης Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, ότι οι πωλήσεις θα συνεχιστούν.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Αντιδράσεις υπάρχουν και για τις εξαγωγές στην Ουκρανία. Η Γερμανία αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους στρατιωτικούς υποστηρικτές της Ουκρανίας μετά τη ρωσική εισβολή το 2022. Ωστόσο, η στρατιωτική βοήθεια διχάζει την πολιτική σκηνή, με το κόμμα BSW της Αριστεράς να ζητά διακοπή της γερμανικής στρατιωτικής υποστήριξης, ενώ η Μπεατρίξ φον Στόρχ, αναπληρώτρια ηγέτιδα του ακροδεξιού AfD, δήλωσε στο CNBC ότι η Γερμανία πρέπει να «σταματήσει να παραδίδει όπλα και να τροφοδοτεί τον πόλεμο».

Η γερμανική αμυντική βιομηχανία, ωστόσο, δείχνει αποφασισμένη να επωφεληθεί από τις αυξημένες γεωπολιτικές ανάγκες, επεκτείνοντας την παρουσία της παγκοσμίως και ενισχύοντας τη θέση της ως βασικός παίκτης στο παγκόσμιο οπλοστάσιο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ:

Πηγή: CNBC