Γιατί πρέπει να μας ενδιαφέρει η τσέπη των Αμερικανών – Οι εκτιμήσεις της Morgan Stanley 

Γιατί πρέπει να μας ενδιαφέρει η τσέπη των Αμερικανών – Οι εκτιμήσεις της Morgan Stanley 
Η Ευρωπαϊκή Ένωση εξαρτάται ουσιαστικά από την αμερικανική αγορά

Με ετήσιες εξαγωγές ύψους 2,4 δισ. ευρώ, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ένας σημαντικός εμπορικός εταίρος για την Ελλάδα.

Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Ένωση εξαρτάται ουσιαστικά από την αμερικανική αγορά, αφού οι εξαγωγές προς τις ΗΠΑ αντιστοιχούν σε περίπου 3–5% του ΑΕΠ της. 

Αυτό σημαίνει πως ό,τι επηρεάζει την οικονομία των ΗΠΑ και κυρίως τη διάθεση των Αμερικανών να καταναλώνουν έχει άμεσες συνέπειες και για εμάς. 

Οπότε, το πώς θα «ξυπνήσει» ο πρόεδρος Τραμπ και ποιες θα είναι οι επιλογές του στην οικονομική πολιτική, δεν είναι κάτι που αφορά μόνο την τσέπη των Αμερικανών καταναλωτών έχει επίπτωση και στη δική μας οικονομία. 

Σύμφωνα με τη Morgan Stanley, η καταναλωτική δαπάνη στις ΗΠΑ αναμένεται να επιβραδυνθεί στο +3,7% το 2025, από 5,7% πέρυσι. 

Ωστόσο σημειώνει πως η κατανάλωση παραμένει ανθεκτική, καθώς η ανεργία διατηρείται σε χαμηλά επίπεδα και οι καταναλωτές προχωρούν σε προαγορές ενόψει των ανατιμήσεων λόγω δασμών. 

Παρ’ όλα αυτά η επιβράδυνση της κατανάλωσης αναμένεται να είναι εντονότερη στα νοικοκυριά μεσαίου και χαμηλού εισοδήματος. Ενώ σε ότι αφορά την αγορά κατοικίας στις ΗΠΑ, που επηρεάζεται από τα υψηλά επιτόκια στεγαστικών δανείων, ενδέχεται να γνωρίσει ταχύτερη ανάκαμψη το 2026. Την ίδια στιγμή οι καθυστερήσεις πληρωμών (delinquencies) στην καταναλωτική πίστη αυξάνονται, ενώ τα ποσοστά αθέτησης (defaults) παραμένουν κάτω από τις προβλέψεις. 

Οι ευκατάστατοι στηρίζουν την κατανάλωση 

Η φετινή χρονιά ξεκίνησε με σταθερές επιδόσεις. Ωστόσο η καταναλωτική δαπάνη στις ΗΠΑ αναμένεται να εξασθενήσει το υπόλοιπο του έτους και το 2026, καθώς τα νοικοκυριά αρχίζουν να αισθάνονται τις επιπτώσεις των νέων δασμών και της αυξημένης οικονομικής αβεβαιότητας. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Morgan Stanley Research, η ετήσια ονομαστική αύξηση της κατανάλωσης αναμένεται να διαμορφωθεί στο 3,7% το 2025 και να επιβραδυνθεί περαιτέρω στο 2,9% το 2026, έναντι αύξησης 5,7% το 2024. 

Η επιβράδυνση αναμένεται να είναι πιο έντονη στο τέταρτο τρίμηνο του 2025 και το πρώτο τρίμηνο του 2026. «Τρεις είναι οι βασικοί λόγοι για την επιβράδυνση: η ψύχρανση της αγοράς εργασίας, ο πληθωρισμός που προκαλούν οι δασμοί, και η πολιτική αβεβαιότητα που επηρεάζει καταναλωτές και επιχειρήσεις», εξηγεί η Arunima Sinha, παγκόσμια οικονομολόγος της Morgan Stanley. 

«Παράλληλα, η αγορά κατοικίας παραμένει στάσιμη και τα στοιχεία για την καταναλωτική πίστη είναι μικτά – οι καθυστερήσεις πληρωμών αυξάνονται, αλλά τα ποσοστά αθέτησης παραμένουν συγκρατημένα». Παρά τις ανησυχίες για επιβράδυνση, τα πιο πρόσφατα στοιχεία δείχνουν έναν ανθεκτικό καταναλωτή. 

Οι δαπάνες αυξήθηκαν κατά 5,5% στο πρώτο τρίμηνο του 2025 σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024. «Μέρος αυτής της αύξησης ίσως οφείλεται σε βιαστικές αγορές λόγω των επικείμενων δασμών, ωστόσο ο ρυθμός ενίσχυσης δείχνει ότι τα νοικοκυριά διατηρούν υγιείς ισολογισμούς και διάθεση για κατανάλωση», σημειώνει η Sinha. Η σταθερή αύξηση των εισοδημάτων από την αγορά εργασίας είναι ένας από τους κύριους μοχλούς της κατανάλωσης. Η μεταβλητότητα στις χρηματιστηριακές αγορές δεν φαίνεται να επηρεάζει σημαντικά τα νοικοκυριά υψηλότερου εισοδήματος. Αντίθετα, τα νοικοκυριά με χαμηλότερα και μεσαία εισοδήματα είναι πιο ευάλωτα για τρεις λόγους: 

  1. Είναι τα πρώτα που επηρεάζονται από την εξασθένηση της αγοράς εργασίας. 
  2. Οι προτεινόμενες φοροελαφρύνσεις ενδέχεται να έχουν αρνητικό καθαρό αποτέλεσμα, καθώς μπορεί να μειώσουν προγράμματα όπως το SNAP και το Medicaid. 
  3. Εκτίθενται περισσότερο στις ανατιμήσεις που προκαλούν οι δασμοί. 

Μικρή ανάκαμψη στην αγορά κατοικίας

Η αγορά κατοικίας στις ΗΠΑ παραμένει υποτονική, με τη δυνατότητα απόκτησης στέγης στο χαμηλότερο επίπεδο δεκαετιών. 

Το πρώτο τετράμηνο του 2025, οι πωλήσεις υφιστάμενων κατοικιών ήταν κατά 2,4% μειωμένες σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2024. Κύριο εμπόδιο αποτελούν τα υψηλά επιτόκια στεγαστικών δανείων, τα οποία τους τελευταίους επτά μήνες κυμαίνονται μεταξύ 6,6% και 7%.

Αν και είναι χαμηλότερα από τα ιστορικά υψηλά του 2023, παραμένουν πολύ υψηλότερα από τα επίπεδα του 2020–2021, όταν βρίσκονταν κάτω από το 4%. «Δεν αναμένουμε ουσιαστική βελτίωση στην προσβασιμότητα κατοικίας πριν το 2026», λέει ο James Egan, στρατηγικός αναλυτής για την αμερικανική αγορά κατοικίας. 

«Ωστόσο, η αύξηση της διαθεσιμότητας προς πώληση κατοικιών ίσως επιτρέψει μια οριακή ενίσχυση των πωλήσεων στο β’ εξάμηνο του 2025». 

Η Morgan Stanley προβλέπει ότι οι πωλήσεις κατοικιών θα αυξηθούν κατά 2% φέτος, ενώ για το 2026 η αύξηση αναμένεται να φτάσει στο 5%, καθώς η προσβασιμότητα βελτιώνεται. 

«Αν τα επιτόκια αρχίσουν να μειώνονται από τον Μάρτιο του 2026 και υπάρξει απορρύθμιση στον τραπεζικό τομέα που αυξάνει τη ζήτηση για τιτλοποιημένα στεγαστικά δάνεια, μπορεί να δούμε τα επιτόκια στεγαστικών να υποχωρούν στο 5,5%–5,75%, για πρώτη φορά από το 2022», προσθέτει ο Egan.

Ανησυχίες για την καταναλωτική πίστη 

Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι οι καθυστερήσεις πληρωμών αυξάνονται, αλλά τα ποσοστά αθέτησης (defaults) παραμένουν κάτω από τα ιστορικά επίπεδα, με βάση στοιχεία 15ετίας. «Οι καταναλωτές δεν επιδεινώνονται με τον ίδιο ρυθμό όπως στο παρελθόν – συχνά χάνουν λίγες πληρωμές αλλά στη συνέχεια επανέρχονται», τονίζει η Carolyn Campbell, στρατηγικός αναλυτής τιτλοποιημένων καταναλωτικών δανείων.

Η χαμηλή ανεργία έχει υποστηρίξει την υγεία της καταναλωτικής πίστης την τελευταία τριετία. «Ακόμα και υπό πίεση, τα νοικοκυριά έχουν εισόδημα που τους επιτρέπει να επανέλθουν στις πληρωμές πριν βρεθούν σε αθέτηση. Επίσης, οι δανειστές επιδεικνύουν μεγαλύτερη ευελιξία, αποτρέποντας περαιτέρω επιδείνωση».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: