Η νέα γενιά των «κυνηγών πολυτέλειας»: Millennials και Gen Zers αγοράζουν -μανιωδώς- μεταχειρισμένα Hermès και Rolex
- 27/10/2025, 20:00
- SHARE
Καθώς η παγκόσμια αγορά μεταχειρισμένων ειδών πολυτελείας εκτοξεύεται, η αυθεντικότητα έχει μετατραπεί στον καθοριστικό παράγοντα που ξεχωρίζει τις αξιόπιστες πλατφόρμες από τις υπόλοιπες.
Η αγορά μεταπώλησης μόδας και luxury ειδών αναπτύσσεται με ετήσιο ρυθμό 10%, τρεις φορές ταχύτερα από την αγορά πρώτης χρήσης, σύμφωνα με έκθεση της Boston Consulting Group (BCG) και της πλατφόρμας Vestiaire Collective.
Η μελέτη εκτιμά ότι η παγκόσμια αγορά resale θα μπορούσε να φτάσει τα 360 δισ. δολάρια έως το 2030, από περίπου 210 δισ. σήμερα.
Με ολοένα και περισσότερους καταναλωτές να επενδύουν σε προϊοντα pre-owned, η εμπιστοσύνη αναδεικνύεται σε υπέρτατη αξία.
«Καθώς τα κυκλώματα παραγωγής απομιμήσεων γίνονται όλο και πιο εξελιγμένα, ακόμη και μεγάλες εταιρείες πολυτελείας αποτυγχάνουν να εντοπίσουν τα fakes, και σε κάποιες περιπτώσεις επισκευάζουν ασυναίσθητα πλαστά προϊόντα», αναφέρει η Jaewha Choi, CEO της κορεατικής online αγοράς Bunjang.
Στο διαδίκτυο αφθονούν ιστορίες αγοραστών που πλήρωσαν χιλιάδες ευρώ για ψεύτικες τσάντες Hermès ή ρολόγια Rolex Oyster Perpetual με ανταλλαγμένα εξαρτήματα. Κάποια από αυτά τα αντίγραφα, γνωστά πλέον ως “superfakes”, είναι τόσο αληθοφανή που κατασκευάζονται από τα ίδια εργαστήρια δέρματος με τα πρωτότυπα.
Η νέα εποχή της επαλήθευσης
Με την εκρηκτική ανάπτυξη του resale, η επικύρωση γνησιότητας έχει μετατραπεί σε κορυφαία πρόκληση. Ο χώρος της μεταπώλησης λειτουργούσε πάντα υπό τον άγραφο κανόνα του “caveat emptor” — δηλαδή, «ο αγοραστής ας προσέχει».
Πλέον, για να αντιμετωπίσουν τα «superfakes», οι πλατφόρμες επενδύουν μαζικά στην τεχνολογία επαλήθευσης.
Η Carousell, διαδικτυακή αγορά με έδρα τη Σιγκαπούρη, άνοιξε φέτος το πρώτο της φυσικό κατάστημα στο κέντρο της πόλης, όπου οι πωλητές μπορούν να αξιολογούν τα αντικείμενά τους από εξειδικευμένους εκτιμητές πριν τα αναρτήσουν προς πώληση.
«Εξετάζουμε όχι μόνο το υλικό αλλά και τις ραφές, τα σφραγίσματα, κάθε λεπτομέρεια», δήλωσε η Tresor Tan, διευθύντρια πωλήσεων και μάρκετινγκ της Carousell Luxury. «Στο τέλος της ημέρας, διακυβεύεται η φήμη μας. Για αυτό προσφέρουμε εγγύηση επιστροφής χρημάτων σε περίπτωση πλαστού προϊόντος», προσθέτει.
Η εταιρεία έχει δημιουργήσει μια βάση δεδομένων 500 διαφορετικών προϊόντων, ενώ για αντικείμενα μεγάλης αξίας πραγματοποιούνται πολλαπλοί έλεγχοι. Αν υπάρχουν αμφιβολίες, το προϊόν δεν δημοσιεύεται.
Αντίστοιχα, η Bunjang ανέπτυξε το δικό της σύστημα τεχνητής νοημοσύνης, που συνδυάζει οπτικό έλεγχο με επιστημονικά όργανα και machine learning «εκπαιδευμένο σε εκατοντάδες χιλιάδες δεδομένα». Η εταιρεία υποστηρίζει ότι έχει 99,9% ακρίβεια στην επαλήθευση αυθεντικών προϊόντων, με το σύστημα να εξελίσσεται συνεχώς ώστε να προσαρμόζεται στις νέες μεθόδους πλαστογράφησης.
Όταν η εμπιστοσύνη αυξάνει τις πωλήσεις
Και οι δύο εταιρείες αναφέρουν ότι η επικύρωση γνησιότητας έχει εκτοξεύσει τα έσοδα.
Σύμφωνα με τη Choi, τα luxury είδη αποτελούν πλέον πάνω από το 25% του ετήσιου εμπορικού κύκλου ύψους 1,1 δισ. δολαρίων της Bunjang, με τις συναλλαγές σε είδη πολυτελείας να αυξάνονται κατά 30% μέσα στο 2025.
Η Carousell καταγράφει επίσης «έντονο ενδιαφέρον και ισχυρή ανάπτυξη» στο luxury segment, που ξεκίνησε το 2012 ως online κοινότητα και σήμερα διαθέτει φυσικό κατάστημα.
«Όταν κάποιος αγοράζει ή πουλά ένα ρολόι αξίας 100.000 δολαρίων στην πλατφόρμα, η παρουσία μας είναι αναγκαία», αναφέρει η Tan.
Η εταιρεία προσφέρει εγγύηση γνησιότητας και πολιτική επιστροφής χρημάτων, τονίζοντας ότι μπορεί να μην έχει τις χαμηλότερες τιμές, αλλά προσφέρει «δίκαιη αξία» και κυρίως ασφάλεια στις συναλλαγές.
Η νέα γενιά των luxury καταναλωτών
Σύμφωνα με την έκθεση της BCG, το 80% των καταναλωτών δηλώνει ότι αγοράζει μεταχειρισμένα luxury αντικείμενα για λόγους οικονομικότητας. Ωστόσο, το κίνητρο δεν είναι μόνο η τιμή. Οι αγοραστές αναζητούν σπάνιες ή καταργημένες συλλογές, προϊόντα που δεν υπάρχουν πλέον στα καταστήματα, όπως εξηγεί η Samina Virk, CMO και CEO ΗΠΑ της Vestiaire Collective.
«Οι τάσεις αυτές ενισχύονται χρόνο με τον χρόνο, αποδεικνύοντας ότι η αγορά μεταχειρισμένων έχει γίνει οργανικό κομμάτι του τρόπου με τον οποίο οι άνθρωποι βιώνουν τη μόδα σήμερα», σημειώνει.
Η Choi από την πλευρά της επισημαίνει ότι οι Millennials και η Gen Z αντιμετωπίζουν τα luxury brands με διαφορετική νοοτροπία: αγοράζουν, απολαμβάνουν και μεταπωλούν γρήγορα τα αντικείμενα, σε μια νέα, κυκλική προσέγγιση του status.
«Η θεαματική αυτή ανάπτυξη αντικατοπτρίζει μια θεμελιώδη αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο οι νέες γενιές αντιλαμβάνονται και καταναλώνουν την πολυτέλεια», λέει χαρακτηριστικά.