Ανάπτυξη «σχήματος Κ»: Το παράδοξο της αμερικανικής οικονομίας – Τι κρύβεται πίσω από τους αριθμούς

Ανάπτυξη «σχήματος Κ»: Το παράδοξο της αμερικανικής οικονομίας – Τι κρύβεται πίσω από τους αριθμούς
Photo: REUTERS
Η αμερικανική οικονομία αναπτύσσεται με 4,3%, όμως η αγορά εργασίας δείχνει σημάδια κόπωσης. Η Diane Swonk της KPMG εξηγεί στο Fortune γιατί η αύξηση της κατανάλωσης, χωρίς αντίστοιχη άνοδο των εισοδημάτων, δημιουργεί ένα μη βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης δύο ταχυτήτων.

Η αμερικανική οικονομία κατέγραψε εντυπωσιακή επίδοση το τρίτο τρίμηνο, αναπτυσσόμενη με ετήσιο ρυθμό 4,3%, σαφώς υψηλότερο από τις προβλέψεις των οικονομολόγων. Οι αριθμοί αυτοί προσέφεραν το ιδανικό αφήγημα ισχύος λίγο πριν από την έναρξη του νέου έτους και έδωσαν πολιτικό έρεισμα στον Λευκό Οίκο.

Η καταναλωτική δαπάνη αποδείχθηκε ασυνήθιστα ισχυρή, ενώ τα εταιρικά κέρδη από την τρέχουσα παραγωγή αυξήθηκαν κατά 166 δισ. δολάρια. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, και η οικονομική του ομάδα έσπευσαν να πανηγυρίσουν, υποστηρίζοντας ότι η «χρυσή εποχή της οικονομίας Trump κινείται με πλήρη ταχύτητα».

Ωστόσο, πίσω από τους εντυπωσιακούς τίτλους, πολλοί οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι κάτι θεμελιώδες λείπει από αυτή την εικόνα ανάπτυξης: η απασχόληση.

Παρά τη δυναμική του ΑΕΠ, η αγορά εργασίας εμφανίζει σημάδια κόπωσης. Η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας έχει ουσιαστικά παγώσει και, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, μπορεί ήδη να έχει αρχίσει να υποχωρεί. Η ανεργία έχει ανέλθει στο 4,6%, ενώ ακόμη και ο πρόεδρος της Federal Reserve, Τζερόμ Πάουελ, έχει αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο τα επίσημα στοιχεία απασχόλησης να υπερεκτιμούν την πραγματική εικόνα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το παράδοξο αυτό βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο της ανάλυσης των οικονομολόγων. Σε μια «κανονική» ανάκαμψη, η ισχυρή αύξηση του ΑΕΠ μεταφράζεται πρώτα σε περισσότερες θέσεις εργασίας, έπειτα σε αυξημένους μισθούς και, τέλος, σε υψηλότερη κατανάλωση. Αυτή τη φορά, η ακολουθία φαίνεται να έχει αντιστραφεί: οι δαπάνες αυξάνονται χωρίς αντίστοιχη ενίσχυση της απασχόλησης ή των εισοδημάτων.

Πώς μπορεί, λοιπόν, η οικονομία να αναπτύσσεται με ρυθμό άνω του 4% όταν τα νοικοκυριά δεν βλέπουν ουσιαστική αύξηση στο πραγματικό τους εισόδημα και συνεχίζουν να πιέζονται από τον πληθωρισμό;

«Δεν έχω ξαναδεί κάτι παρόμοιο», δήλωσε στο Fortune η επικεφαλής οικονομολόγος της KPMG, Diane Swonk. «Βρισκόμαστε σε ένα περιβάλλον με πληθωρισμό και ανεργία, αλλά χωρίς την αντίστοιχη εισοδηματική ανάπτυξη που θα περίμενε κανείς. Κάτι σε αυτό το μοντέλο δεν είναι βιώσιμο».

Μια οικονομία δύο ταχυτήτων

Η πρώτη διάσταση αυτής της αντίφασης αφορά τη συμπεριφορά των νοικοκυριών. Το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα παρέμεινε ουσιαστικά στάσιμο το τρίτο τρίμηνο, χωρίς καμία ουσιαστική αύξηση. Οι Αμερικανοί δεν απέκτησαν μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη· αντ’ αυτού, συνέχισαν να ξοδεύουν αξιοποιώντας αποταμιεύσεις, πιστωτικά εργαλεία ή απλώς απορροφώντας αυξήσεις κόστους που δεν μπορούν να αποφύγουν.

Η ανάλυση των στοιχείων του ΑΕΠ δείχνει πού συγκεντρώνεται αυτή η πίεση: κυρίως στις υπηρεσίες, με την υγειονομική περίθαλψη να διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο. Σύμφωνα με τη Swonk, οι δαπάνες για υγεία στο τελευταίο τρίμηνο ξεπέρασαν ακόμη και τα επίπεδα της περιόδου Omicron το 2022. Οι δαπάνες για εξωνοσοκομειακή περίθαλψη, νοσοκομεία και μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων αυξήθηκαν με έναν από τους ταχύτερους ρυθμούς των τελευταίων ετών.

Η τάση αυτή αντανακλά τη γήρανση του πληθυσμού, τις υψηλότερες τιμές ιατρικών υπηρεσιών, αλλά και τη ραγδαία εξάπλωση ακριβών φαρμάκων απώλειας βάρους τύπου GLP-1, τα οποία συνεχίζουν να ωθούν τις δαπάνες ανοδικά ακόμη και μετά την προσαρμογή στον πληθωρισμό.

Δεν πρόκειται, επομένως, για κλασική «διακριτική» κατανάλωση. Είναι δαπάνες αναγκαιότητας, που δύσκολα μπορούν να αναβληθούν. Και αυτή η διαφορά είναι κρίσιμη: όταν οι καταναλωτές ξοδεύουν περισσότερα για υγεία, ασφάλιση ή φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων, δεν εκφράζουν εμπιστοσύνη στην οικονομία – απλώς απορροφούν αυξανόμενες πιέσεις.

Με το πραγματικό εισόδημα στάσιμο, τα κόστη αυτά δεν καλύπτονται από αυξήσεις μισθών, αλλά από μείωση αποταμιεύσεων ή περικοπές σε άλλες δαπάνες. Η ανησυχία, σύμφωνα με τη Swonk, είναι ότι η προσωρινή ενίσχυση της ρευστότητας στις αρχές του 2026 –μέσω επιστροφών φόρων και αλλαγών στις παρακρατήσεις– μπορεί να δώσει πρόσκαιρη ώθηση στην κατανάλωση χωρίς να αντιμετωπίσει το βασικό πρόβλημα της αδύναμης αγοράς εργασίας.

«Μπορεί να δούμε κάποια οφέλη το 2026», σημειώνει, «αλλά με ποιο κόστος;». Σε ένα περιβάλλον ήδη επίμονου πληθωρισμού στις υπηρεσίες, η πρόσθετη τόνωση ενδέχεται να παρατείνει, αντί να αμβλύνει, τις πληθωριστικές πιέσεις.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η οικονομία σε σχήμα K

Η δεύτερη διάσταση αφορά τη δομή της ίδιας της ανάπτυξης. Η αμερικανική οικονομία δεν κινείται πλέον ως ένα ενιαίο σύστημα, αλλά ως μια οικονομία «σχήματος K». Στην κορυφή, τα υψηλότερα εισοδήματα και οι κάτοχοι περιουσιακών στοιχείων συνεχίζουν να εμφανίζουν ανθεκτικότητα, επωφελούμενοι από ισχυρές αγορές μετοχών, αυξημένες αξίες ακινήτων και υψηλά εταιρικά κέρδη.

Στη βάση, όμως, βρίσκονται οι εργαζόμενοι και τα νοικοκυριά χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, των οποίων η κατανάλωση καθορίζεται από περιορισμούς και όχι από αισιοδοξία, εντείνοντας τη χρόνια «κρίση προσιτότητας».

Τα στοιχεία του ΑΕΠ αποτυπώνουν καθαρά αυτή τη διχοτόμηση. Παρά την αύξηση των εταιρικών κερδών κατά 166 δισ. δολάρια, οι επενδύσεις υποχώρησαν, κυρίως λόγω σημαντικής απομείωσης αποθεμάτων καθώς οι επιχειρήσεις ξεκαθαρίζουν τα αποθέματα της πανδημίας. Οι εταιρείες εμφανίζονται επιφυλακτικές: δεν επεκτείνουν δυναμικά την παραγωγική τους βάση ούτε προχωρούν σε μαζικές προσλήψεις.

«Βλέπουμε επιχειρήσεις να μαθαίνουν πώς να παράγουν περισσότερα με λιγότερους εργαζομένους», εξηγεί η Swonk. «Τα κέρδη παραγωγικότητας δεν οφείλονται απαραίτητα στην τεχνητή νοημοσύνη, αλλά στην απροθυμία για προσλήψεις».

Η ανισορροπία αυτή καθιστά την ανάπτυξη ευάλωτη. Οι δαπάνες που στηρίζονται στον πλούτο μπορούν να συνεχιστούν όσο οι αγορές παραμένουν ισχυρές. Οι δαπάνες αναγκαιότητας, όμως, έχουν όρια. Μια διόρθωση στις αγορές μπορεί να οδηγήσει γρήγορα σε μείωση της κατανάλωσης, περιορισμό των «ελαστικών» δαπανών και απότομη πτώση της ζήτησης για premium προϊόντα – πολύ ταχύτερα απ’ ό,τι υποδηλώνουν οι συνολικοί δείκτες του ΑΕΠ.

«Όταν αποσυνδέεις την ανάπτυξη από την απασχόληση, δημιουργείς ένα σοβαρό πρόβλημα», καταλήγει η Swonk. «Και όλα αυτά πριν ακόμη φανούν οι πραγματικές επιπτώσεις της τεχνητής νοημοσύνης στην αγορά εργασίας».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ:

Πηγή: Fortune