Αλέξης Τσίπρας: Η δική του εκδοχή για τη δραματική διαπραγμάτευση του 2015
- 24/11/2025, 12:30
- SHARE
Τι έγινε το δραματικό καλοκαίρι του 2015; Απαντήσεις στο ερώτημα αυτό θα αναζητήσουν, πρωτίστως, όσοι θα προμηθευθούν το βιβλίο του Αλέξη Τσίπρα «Ιθάκη» των εκδόσεων Gutenberg που από σήμερα διατίθεται. Στις σελίδες του θα βρουν αυτό που ο πρώην πρωθυπουργός αποκαλεί την «δική του αλήθεια».
Τα πολιτικά ερωτήματα πάντως έχουν τεθεί, στο πλαίσιο των πολιτικών αντιπαραθέσεων, κυρίως με την Ν.Δ, εδώ και μία δεκαετία. Μπορούν να συμπυκνωθούν στο εξής: Ο Τσίπρας και η κυβέρνηση του «έπαιξε την χώρα στα ζάρια, πηγαίνοντας χωρίς σχέδιο» όπως διατείνονται οι πολέμιοι ή «έγινε μια σκληρή διαπραγμάτευση με αρχές και αποτέλεσμα;».
Στο βιβλίο ο Αλέξης Τσίπρας παραθέτει την δική του εκδοχή και επιπρόσθετα κάποια αποκαλυπτικά «στιγμιότυπα» της περιόδου: Όπως την συνομιλία που είχε τον Ιούνιο με τον Βλαντιμίρ Πούτιν αλλά και το τηλεφώνημα που είχε με τον, τότε, Αμερικανό πρόεδρο, Μπαράκ Ομπάμα, εν μέσω της «θύελλας» της διαπραγμάτευσης με τους λεγόμενους «Θεσμούς».
Αν και η «καρδιά» της διαπραγμάτευσης περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο της «Ιθάκης» που τιτλοδοτείται «17 ώρες» αν θέλει κανείς να έχει ολιστική εικόνα οφείλει να διαβάζει αρκετά από τα κεφάλαια που προηγούνται. Εκεί θα διαπιστώσει το αν οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές -που ουσιαστικά ξεκίνησαν με την ανάληψη των καθηκόντων της κυβέρνησης της «Πρώτης Φοράς Αριστερά»- εμφορούνταν από έναν σαφή στρατηγικό σχεδιασμό. Επίσης το αν ο Αλέξης Τσίπρας αξιοποίησε στο πλαίσιο της το σύνολο της διεθνούς δυναμικής της χώρας, αν διαμόρφωσε συμμαχίες και αν εκμεταλλεύθηκε στο έπακρο τις δυνατότητες της -προερχόμενης από μια σκληρή δοκιμασία- χώρας.
Ο Αλέξης Τσίπρας ήδη σε πρόσφατη προδημοσίευση του βιβλίου του έχει αναφερθεί στην απόφασή του να διεξαχθεί το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου του 2015. Για να περιγράψει στις σελίδες του βιβλίου το πώς η έκφραση της βούλησης του ελληνικού λαού με συντριπτικό ποσοστό (62,5% ΟΧΙ) μετέτρεψε τα «τελεσίγραφα» των δανειστών σε ένα νέο κύκλο μιας διαπραγμάτευσης ακραίας σκληρότητας που ξεκίνησε στις 11 Ιουλίου. Με τα αποτελέσματα να είναι γνωστά.
Το τηλεφώνημα του Ομπάμα
Στην «Ιθάκη» περιλαμβάνονται όμως πτυχές της διαπραγμάτευσης εκείνης που έως σήμερα δεν ήταν γνωστές. Μία χαρακτηριστική είναι το τηλεφώνημα που είχε ο Αλέξης Τσίπρας με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα στον κολοφώνα της αντιπαράθεσης με τους δανειστές.
Το χαρακτηριστικό απόσπασμα του βιβλίου αναφέρει:
«Στις Βρυξέλλες δέχθηκα τηλεφώνημα από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα. Ήμουν στο ξενοδοχείο, λίγο πριν φύγω για τη Σύνοδο. Αφού μου έδωσε συγχαρητήρια για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, μου είπε:
«Έχω ένα καλό και ένα κακό νέο να σου μεταφέρω.»
«Να ξεκινήσουμε από το καλό;»
«Το καλό είναι ότι μετά τη νίκη σου στο δημοψήφισμα, είσαι ο κυρίαρχος των πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα.»
«Και το κακό;»
«Το κακό νέο είναι ότι έχουν συσπειρωθεί απέναντί σου δυνάμεις που θέλουν σήμερα να τορπιλίσουν τη διαπραγμάτευση και τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά. Υπάρχει ένα ισχυρό μπλοκ που θέλει, για λόγους κυρίως πολιτικούς, να μην ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση σήμερα και να οδηγηθείτε στο αδιέξοδο. Δεν μπορώ να σου πω λεπτομέρειες, αλλά ένα πράγμα σου ζητώ, να είσαι ψύχραιμος. Και να ξέρεις ότι εμείς θα είμαστε καθ’ όλη τη διάρκεια on board, θα παρακολουθούμε τις εξελίξεις και παρασκηνιακά θα παρέμβουμε αν χρειαστεί.»
Αυτή ήταν η κίνηση του Ομπάμα. Μου έδινε δηλαδή το σήμα ότι η Κυβέρνηση των ΗΠΑ ήταν μαζί μου, αλλά έπρεπε να είμαι ψύχραιμος απέναντι στις προκλήσεις, γιατί δεν είχε απεριόριστη επιρροή στις εξελίξεις. Το παρασκήνιο, το έμαθα εκ των υστέρων. Οι Αμερικανοί και ο Σοσιαλδημοκράτης Αντικαγκελάριος Γκάμπριελ πίεζαν τη Μέρκελ προς την κατεύθυνση της παραμονής της Ελλάδας στο ευρώ. Ενώ ο Σόιμπλε, με τον Ολλανδό συντηρητικό Πρωθυπουργό Ρούτε και τους άλλους σκληρούς της Ευρωζώνης, πίεζαν προς την αντίθετη κατεύθυνση. Και η Μέρκελ βρισκόταν μπροστά σε δίλημμα».
Η «ωμή» συνομιλία με τον Βλαντιμίρ Πούτιν
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και μία ακόμη συνομιλία του Αλέξη Τσίπρα με έναν από τους κορυφαίους διεθνείς παράγοντες: Τον Βλάντιμιρ Πούτιν. Το περιεχόμενό της για πρώτη φορά γίνεται γνωστό μέσω της «Ιθάκης».
Αυτή έλαβε χώρα αρκετές ημέρες πριν τις διαπραγματεύσεις συγκεκριμένα στις 19 Ιουνίου κατά την επίσκεψή του Έλληνα πρωθυπουργού σε διεθνές οικονομικό φόρουμ στην Αγία Πετρούπολη. Εκεί συνάντησε για δεύτερη φορά στην ζωή του τον Βλαντιμίρ Πούτιν, αφού είχε προηγηθεί συνομιλία τους σε επίσημο ταξίδι στην Μόσχα. Σε αντίθεση με την εθιμοτυπική πρώτη φορά, η συγκεκριμένη συζήτηση χαρακτηρίζεται από τον συγγραφέα ως «ωμή»!
Όπως περιγράφει ο Αλέξης Τσίπρας στην «Ιθάκη»:
«Το απόγευμα της ομιλίας μου στο Φόρουμ συναντήθηκα με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Αυτή η δεύτερη προσωπική μας συνάντηση υπήρξε πραγματικά σημαντική εμπειρία. Ήμασταν στην αίθουσα μόνο οι δυο μας. Χωρίς τους συμβούλους μας. Κρατήσαμε μόνο έναν μεταφραστή. Αφού του περιέγραψα τις δυσκολίες της διαπραγμάτευσης και μου είπε πόσο γενναία ήταν η μάχη που έδινα, περάσαμε στα πιο δύσκολα.
Του ανέπτυξα την κατάσταση και τις σκέψεις μου. Ότι αυτό που επείγεται ήταν μια έντιμη συμφωνία με τους εταίρους και είχα ήδη κάνει αρκετά βήματα προς τα πίσω για να την πετύχω. Δεν ήμουν όμως διατεθειμένος να αφήσω τη χώρα μου στις διαθέσεις των δανειστών. Θα επέμενα ως το τέλος στην προσπάθεια να βρεθεί ένας έντιμος συμβιβασμός, αλλά μετά από εβδομάδες βασανιστικών διαπραγματεύσεων είχα αρχίσει πια να αμφιβάλλω για τις προθέσεις τους. Ήθελα λοιπόν να ξέρω πού πατάω. Να μου πει καθαρά ποια ήταν η θέση της Ρωσίας. Και ποια θα ήταν αν, παρά τις δικές μας προσπάθειες, οι διαπραγματεύσεις κατέληγαν σε ναυάγιο. Τι σήμαινε το γεγονός ότι ακόμα και μια συμβολική επένδυση 200-300 εκατομμυρίων σε έντοκα γραμμάτια του Ελληνικού Δημοσίου η Ρωσία την αρνήθηκε.
Η απάντησή του ήταν όχι απλώς ειλικρινής, αλλά θα έλεγα ωμή. Θα προτιμούσε, μου είπε, εκείνα τα χρήματα που ζητήσαμε να τα έδινε σε ένα ορφανοτροφείο, διότι, αν τα έδινε στην Ελλάδα, θα ήταν σαν να τα πετούσε σε έναν σκουπιδοτενεκέ. Γιατί η Ελλάδα ήταν μια χώρα χρεοκοπημένη και δεν θα σωζόταν με 300 εκατομμύρια ευρώ. Είχε ανάγκη από 300 δισ. και όχι από 300 εκατομμύρια. Η Ρωσία, συνέχισε, είναι μια πλούσια χώρα, αλλά όχι τόσο πλούσια ώστε να μπορεί να ξεπληρώσει το χρέος της Ελλάδας. Εντέλει, κατέληξε, πως θα έπρεπε να φτάσω σε μια συμφωνία με τους εταίρους μας. «Να τα βρεις με τη Μέρκελ», μου είπε απλά και καθαρά.
Μου εξήγησε ύστερα, μετά από μικρή σιωπή που έδειξε ότι σκεφτόταν τα λόγια του. «Κοίταξε», είπε, «θέλω να έχω με την Ελλάδα και ειδικά με τη δική σας Κυβέρνηση μια πολύ καλή σχέση. Αλλά την ίδια στιγμή πρέπει να σου ομολογήσω ότι και με τη Μέρκελ έχω επίσης μια πολύ καλή σχέση. Η Γερμανία είναι μια χώρα με την οποία διατηρούμε ανέκαθεν μια πολύ στενή σχέση, έχουμε αυτή τη στιγμή δύο αγωγούς που μεταφέρουν εκεί φυσικό αέριο. Έχουμε κοινά συμφέροντα. Θέλω να έχω εξαιρετικές σχέσεις με την Ελλάδα και πιστεύω ότι μαζί σας θα κάνουμε πολύ σημαντικά βήματα, και αυτή τη σχέση θα πρέπει να την ενισχύσουμε. Αλλά η Ελλάδα, δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό, ανήκει σε μια άλλη σφαίρα επιρροής».
«Εννοείς το ΝΑΤΟ;» τον διέκοψα.
«Ναι ανήκει στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Βρίσκεται στη γερμανική σφαίρα επιρροής».
Ήταν ξεκάθαρος και αφοπλιστικά ειλικρινής. Του ξεκαθάρισα πως κι εγώ από την πλευρά μου επιδίωκα τη σύσφιγξη των σχέσεων της Ελλάδας με τη Ρωσία. «Αντιλαμβάνομαι», του απάντησα, «ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα που ανήκει σε συμμαχίες του δυτικού κόσμου, την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, αλλά από την άλλη μπορεί να συνομιλεί με όλους. Να έχει καλές σχέσεις με πολλές χώρες στην Ανατολή και στον Παγκόσμιο Νότο και όχι μόνο με χώρες της Δύσης και του Βορρά. Και εντέλει να ακολουθεί μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική».
Όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου
Αξίζει να θυμηθεί κανείς ότι κατά την παρουσία του στην Αγία Πετρούπολη και την ομιλία του στο Οικονομικό Φόρουμ ο Αλέξης Τσίπρας είχε κάνει μια αναφορά που είχε έντονα συζητηθεί διεθνώς. Είπε πως η Ελλάδα είναι έτοιμη για «Νέα Λιμάνια». Η φράση αυτή αποτιμήθηκε ως πιθανή αλλαγής γεωπολιτικού «στρατοπέδου» από την Ελλάδα.
Στην «Ιθάκη» όμως ο Αλέξης Τσίπρας δίνει την δική του εξήγηση που έχει πολιτικό ενδιαφέρον. Τονίζει χρησιμοποιώντας ένα ρητορικό σχήμα: «…υπήρχαν στα αλήθεια τέτοια λιμάνια στο μυαλό μου; Αν με αυτό υποψιάζεται κανείς πως σκεφτόμουν την έξοδο από το Ευρώ πέφτει εντελώς έξω. Ούτε αναζητούσα κάποια άλλη στρατιωτικοπολιτική συμμαχία Είχα όμως μελετήσει την εξωτερική πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου, που κινήθηκε συχνά στα όρια του ανεκτού από το δυτικό στρατόπεδο» αναφέρει, θυμούμενος πως ο Α.Παναδρέου δέχθηκε κριτική «κι όμως κατάφερε να αποσπάσει κρίσιμα ανταλλάγματα».
Τέλος αξίζει να επισημανθεί πως σύμφωνα με τις αναφορές του βιβλίου, εκτός από την Ρωσία η κυβέρνηση Τσίπρα είχε βολιδοσκοπήσει και τις προθέσεις της Κίνας. Με βάση όσα γράφει ο πρώην πρωθυπουργός «είχα ζητήσει από τον Δραγασάκη να μεταβεί μαζί με τον Κοτζιά στο Πεκίνο για να διερευνήσουν τις δυνατότητες αγοράς ελληνικών ομολόγων ή εντόκων γραμματίων του ελληνικού δημοσίου στην δευτερογενή αγορά, έχοντας ασφαλώς στο τραπέζι τόσο την συζήτηση για πώληση επιπλέον μετοχών στο Λιμάνι του Πειραιά αλλά και ένα ευρύτερο σχέδιο στρατηγικής οικονομικής συνεργασίας».
Η συνάντηση με τον Σόϊμπλε
Αν οι συνομιλίες με Ομπάμα και Πούτιν ήταν στο πλαίσιο της προετοιμασίας της ελληνικής κυβέρνησης για μια σκληρή διαπραγμάτευση, στην «Ιθάκη» περιγράφεται μια ακόμη συνάντηση. Αυτή την φορά με τον… εκφραστή της σκληρότερης πλευράς των δανειστών. Δεν ήταν άλλος από τον (εκλιπόντα πλέον) υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας, Βολφγκανγκ Σόϊμπλε. Αυτή έγινε στις 23 Μαρτίου, σε χρόνο προγενέστερο δηλαδή του «καυτού» καλοκαιριού του 2015. Όμως ήταν ενδεικτική όσων θα επακολουθούσαν.
Ο Αλέξης Τσίπρας στο κεφάλαιο του βιβλίου του με τίτλο «Στο Βερολίνο» την περιγράφει ως εξής:
«… πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο, στο κτίριο που στεγάζεται το γερμανικό Υπουργείο Οικονομικών, ένα κτίριο βαρύ, φορτίο καθώς πρόκειται για το πρώην Υπουργείο του Χίτλερ. Η είσοδος στο κτίριο από μόνη της ήταν ένας συμβολισμός βαρύς και ασφυκτικός, σαν να σε ρίχνει στον Άδη, περνώντας από τη σκοτεινή και γεμάτη παγίδες πορεία της Ευρώπης.
Ανεβήκαμε με το ασανσέρ και οδηγηθήκαμε σε έναν μίνιμαλ αλλά ασκητικό χώρο. Ένα απλό, μικρό γραφείο, απλοϊκό, χωρίς οτιδήποτε εντυπωσιακό ή επιδεικτικό, καμία σχέση με τα τεράστια και μεγαλοπρεπή υπουργικά γραφεία που συνηθίζουμε στη χώρα μας. Κι εκεί, καθισμένος και ήρεμος βρισκόταν ο Σόιμπλε. Ήταν η πρώτη φορά που συναντιόμασταν από κοντά• η συνάντησή μας κράτησε μια ολόκληρη ώρα αντί του προγραμματισμένου μισάωρου.
Ψυχρός αλλά πολύ ευγενικός, με άφησε να μιλήσω. Είπα λίγες εισαγωγικές σκέψεις, σε σχέση με την αποτυχία των προγραμμάτων λιτότητας στην Ευρώπη και ειδικά στην Ελλάδα, υπογραμμίζοντας το γεγονός πως τα Μνημόνια της λιτότητας είχαν αποδοκιμαστεί από την ίδια τη ζωή, και έπρεπε να συζητήσουμε τις συνέπειες, έπρεπε όλοι να μάθουμε από τα λάθη – ιδίως το πολιτικό κατεστημένο που μας είχε οδηγήσει εδώ.
Ο Σόιμπλε με ρώτησε αν πίστευα ότι η Ελλάδα μπορούσε ή έπρεπε να μείνει στην Ευρωζώνη. Και όταν του απάντησα θετικά, αντέδρασε παίρνοντας το γνωστό βλοσυρό του ύφος: «Κοίταξε να δεις, πώς θα κάνεις αυτά τα οποία έχεις εξαγγείλει;» Του απάντησα πως πίστευα πως μπορούσα να είμαι συνεπής στις εξαγγελίες μου, αρκεί η Ευρώπη να μην επιθυμούσε την καταστροφή της Ελλάδας αλλά έναν έντιμο συμβιβασμό, και του ανέλυσα σε γενικές γραμμές τη στρατηγική μου.
Όταν τελείωσα, ο Σόιμπλε με κοίταξε με εκείνο το ψυχρό, σταθερό βλέμμα που δεν άφηνε πολλά περιθώρια παρερμηνείας. Με έναν τόνο πατρικής ειρωνείας, μου είπε: «Κοίταξε να δεις, θα σου δώσω μια φιλική συμβουλή… Αν πράγματι σκοπεύεις να εφαρμόσεις όλα αυτά που έχεις εξαγγείλει, θα σου ευχόμουν να μην εκλεγείς ποτέ».
Ο Ολάντ και οι «κόκκινες γραμμές»
Οι περιγραφές του Αλέξη Τσίπρα στην «Ιθάκη» καταδεικνύουν ότι η κυβέρνηση του 2015 ξεκάθαρα επιχείρησε να εκμεταλλευθεί τις εσωτερικές αντιθέσεις στο «μέτωπο» των δανειστών. Στο βιβλίο, ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ φαίνεται να έχει τον ρόλο του προσώπου που θα μπορούσε να αποτελέσει την «ρωγμή». Για τον λόγο αυτό γίνονται πολλές – σποραδικά- αναφορές στο πρόσωπό του.
Έτσι ο Αλέξης Τσίπρας, μεταξύ άλλων, περιγράφει συνομιλία του με τον Γάλλο πρόεδρο αφού έχει γίνει γνωστό το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου: ««…ο Ολάντ ακούγονταν πολύ προβληματισμένος. Μου είπε πως αρκετές χώρες, ανοιχτά πλέον, ήθελαν την Ελλάδα εκτός ευρώζώνης και χρησιμοποιούσαν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για να πιέσουν προς αυτή την κατεύθυνση. Η ευρωπαϊκή δεξιά, σχεδόν στο σύνολό της, υποστήριζε την έξοδο της Ελλάδας από το Ευρώ. Στην συνέχεια μου τόνισε πως αν ήθελα να αποφύγουμε κάτι τέτοιο, που θα ήταν το χειρότερο σενάριο, θα έπρεπε να υπάρξουν δεσμεύσεις από την μεριά μου πολύ κοντά σε αυτά που είχε προτείνει ο Γιούνκερ»
Παράλληλα σε άλλο κεφάλαιο του βιβλίου του, πρίν την έναρξη της τελικής φάσης των διαπραγματεύσεων, ο τότε πρωθυπουργός φαίνεται να έχει ξεκάθαρες τις «κόκκινες γραμμές» του. Για τον λόγο αυτό επιχειρεί σε συγκεκριμένα θέματα να «χτίσει γέφυρες» με τον πρόεδρο της Κομισιόν, Ζαν Κλόντ Γιούνγκερ
Όπως λέει «με κανέναν τρόπο όμως δεν μπορούσα να υποχωρήσω στο θέμα των εργασιακών σχέσεων και στην αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Προς αυτή την κατεύθυνση είχα επικοινωνήσει με τον Γιούνγκερ και είχαμε συμφωνήσει πως έπρεπε να επανέλθουν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, όπως ίσχυε σε όλες τις χώρες της Ευρώπης» Το ευρώ και ο Βαρουφάκης
Στην «Ιθάκη» σε πάρα πολλά σημεία ο Αλέξης Τσίπρας αποσαφηνίζει την διαπραγματευτική στρατηγική του. Αυτή εμφανίζεται ως ξεκάθαρη στο πλέον κομβικό θέμα: Της εξόδου ή όχι από το Ευρώ. Ο πρώην πρωθυπουργός είναι σαφής για το ότι ουδέποτε αυτό το ερώτημα τον απασχόλησε ή ότι η έξοδος περιλήφθηκε στις προθέσεις του.
Το πιο πειστικό στοιχείο που μπορεί κανείς να σταχυολογήσει στην «Ιθάκη» ως προς αυτό τον ισχυρισμό του, είναι η σχέση που διαμόρφωσε με τον Γιάννη Βαρουφάκη, πρώτο υπουργό Οικονομικών της κυβέρνησης του. Είναι γνωστό πως ο Αλέξης Τσίπρας τελικά «έβγαλε εκτός» της διαπραγματευτικής ομάδας τον Γιάννη Βαρουφάκη για τον οποίο αναφέρει πως μεταξύ άλλων του είχε ζητήσει κάτι ανάλογο για άλλα μέλη του ελληνικού επιτελείου και ιδίως για τον Γιώργο Χουλιαράκη.
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν φείδεται στο βιβλίο αιχμηρών εκτιμήσεων για τον Γιάννη Βαρουφάκη. Αφού κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων φαίνεται να τον αποτιμά ως «εγωκεντρικό και αναξιόπιστο». Μεταξύ άλλων αναφέρει στο βιβλίο πως «εκείνη την περίοδο βεβαίως ζούσε τον μύθο του και όχι μόνον στην Ελλάδα, αλλά παντού. Ήταν το πρόσωπο της διαπραγμάτευσης. Ο άνθρωπος που συγκέντρωνε τα φώτα της δημοσιότητας, που φιλοξενούνταν στα εξώφυλλα κοσμοπολιτικών περιοδικών. Ήταν φανερό σε όποιον τον ήξερε πως επιζητούσε με θέρμη την αίγλη της αναγνωρισιμότητας».
Περιγράφει πως επρόκειτο για έναν οικονομολόγο που είχε εντρυφήσει στην «Θεωρία των Παιχνίων» και ήθελε «να δοκιμάσει τα μαθηματικά του μοντέλα και τις θεωρίες παιγνίων, που δίδασκε στα ακαδημαϊκά αμφιθέατρα, στο πεδίο της μάχης». Πράγμα που δεν έβρισκε καθόλου σύμφωνο – όπως ο ίδιος λέει- τον πρώην πρωθυπουργό.
Ο Αλέξης Τσίπρας αναφέρει πως «αρχικά δεν έδωσα μεγάλη σημασία σε όσα είχε στο μυαλό του. Το σχέδιό του άλλωστε το είχα απορρίψει εξαρχής. Του είχα καταστήσει σαφές ότι η δική μου στρατηγική δεν συμπεριλαμβάνει την έξοδο από το ευρώ». Μάλιστα γράφει αναφορικά με έναν σχεδιασμό που του παρουσίασε ως εναλλακτική ο Γιάννης Βαρουφάκης ο οποίος περιλάμβανε την προσωρινή αντικατάσταση νομισμάτων με κουπόνια ως εξής: «Όταν το άκουσα δεν ήξερα αν πρέπει να κλάψω ή να γελάσω».
Οι αιχμές για τον πρώην υπουργό Οικονομικών είναι σε μερικές περιπτώσεις καυστικές στα όσα αναγράφονται στην «Ιθάκη». Μεταξύ άλλων σημειώνεται πως «ενώ δίναμε έναν υπαρξιακό αγώνα την ίδια ώρα ο υπουργός Οικονομικών έκανε φωτογραφίσεις προώθησης των βιβλίων του στο εξωτερικό» και «λειτουργούσε με μία αμιγώς προσωπική ατζέντα». Σε άλλο σημείο σχολιάζει πως «ενώ είχε έρθει στον ΣΥΡΙΖΑ για να συμβάλλει με την καλλιέργεια και τις γνώσεις του» μεταβλήθηκε σε «όμηρο της ματαιοδοξίας». Το συμπέρασμα
Ο Αλέξης Τσίπρας στο βιβλίο του παραθέτει την εκτίμησή του για το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης. Αναφέροντας πως σε σχέση «με την πρόταση που απέρριψε στο δημοψήφισμα ο ελληνικός λαός, η συμφωνία που υπογράψαμε τελικά είχε παρόμοια αρνητικά, αλλά πολύ περισσότερα θετικά. Η πρόταση που απορρίφθηκε εστίαζε σε άμεσες περικοπές συντάξεων και αυξήσεις ΦΠΑ, χωρίς καθαρό πλαίσιο για ελάφρυνση χρέους, ενώ το τρίτο πρόγραμμα συνοδευόταν από πακέτο 35 δισ. ευρώ μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων και του ΕΣΠΑ, για την ενίσχυση ρευστότητας και ανασυγκρότησης του παραγωγικού μοντέλου.
Συνοψίζοντας, η Κυβέρνησή μου και εγώ προσωπικά μπορεί να κατηγορηθήκαμε για πολλά την περίοδο της διαπραγμάτευσης και να κατηγορούμαστε ακόμη. Όποιος, όμως, δεν θέλει να είναι θύμα μιας αδίστακτης προπαγάνδας, αλλά να εξετάσει τα πράγματα με ψυχρό και αντικειμενικό μάτι, οφείλει να αναγνωρίσει πως η συμφωνία που υπογράψαμε τα ξημερώματα της 13ης Ιουλίου δεν επιδέχεται, σε επίπεδο ρεαλισμού, θεσμικής ενίσχυσης και κοινωνικής αντιστάθμισης, καμία σύγκριση με τις προηγούμενες».
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ:
- Προϋπολογισμός 2026: Οι 4+1 μεγάλες παρεμβάσεις για νοικοκυριά και επιχειρήσεις
- Business Monitor: Πώς η Ελλάδα αποκτά «δικά της μάτια στο διάστημα»!
- Λιανεμπόριο: Άλμα 7,6% στον τζίρο των σούπερ μάρκετ – Οι κλάδοι «μοχλοί» της ανάπτυξης
Πηγή: news24/7