Ανοίγει ο δρόμος για το Ταμείο Ανάκαμψης- Τα οφέλη για την Ελλάδα

Ανοίγει ο δρόμος για το Ταμείο Ανάκαμψης- Τα οφέλη για την Ελλάδα
Η σημαία της Ευρωπαικής Ενωσης κυματίζει απέναντι από τον Παρθενώνα, Αθήνα, Παρασκευή 22 Ιουνίου 2018. ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΟΡΕΣΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Οι 27 ηγέτες της ΕΕ θα κληθούν να τοποθετηθούν επί του συμβιβασμού της γερμανικής προεδρίας με την Πολωνία και την Ουγγαρία και να αποφασίσουν αν θα προχωρήσουν όλοι μαζί στην εφαρμογή του κοινοτικού  προϋπολογισμού και κατ’ επέκταση στην «ενεργοποίηση» του Ταμείου Ανάκαμψης.

Στη μάχη της ανάκαμψης μπαίνουν οι ευρωπαίοι ηγέτες, οι οποίοι στη σημερινή συνάντησή τους στις Βρυξέλλες, θα πρέπει να δουν αν τελικά Ουγγαρία και Πολωνία θα αποσύρουν το βέτο  προκειμένου να προχωρήσει ο Κοινοτικός Προϋπολογισμός και το Ταμείο Ανάκαμψης, ή αν θα προχωρήσουν χωρίς τις δύο αυτές χώρες.

Με τα έως τώρα δεδομένα, η  Πολωνία και η Ουγγαρία φαίνεται να ήρθαν σε συμβιβασμό με τη Γερμανία, η οποία προεδρεύει της ΕΕ έως το τέλος του έτους, σχετικά με τον κοινοτικό προϋπολογισμό ύψους 2,2 τρισ. ευρώ και το Ταμείο Ανάκαμψης.

Όπως δήλωσε ο Γιάροσλαβ Γκοβίν, αναπληρωτής πρωθυπουργός της Πολωνίας και από το πιο μετριοπαθή στοιχεία του κυβερνητικού συνασπισμού, μιλώντας σε δημοσιογράφους στην πολωνική πρωτεύουσα: «Προς το παρόν έχουμε συμφωνία μεταξύ της Βαρσοβίας, της Βουδαπέστης και του Βερολίνου.  Πιστεύω ότι οι υπόλοιπες 24 ευρωπαϊκές πρωτεύουσες θα προσχωρήσουν κι αυτές στη συμφωνία».

Υπενθυμίζεται ότι οι δύο χώρες αντιτάχθηκαν σθεναρά σε μια χρηματοδότηση που θα εξαρτάται από τα πρότυπα του κράτους δικαίου και απείλησαν να τορπιλίσουν το Ταμείο των 750 δισ. ευρώ και τον προϋπολογισμό της περιόδου 2021-2027. Κατόπιν πιέσεων συμφώνησαν με τη γερμανική προεδρία, να άρουν το βέτο τους σε αντάλλαγμα την αναβολή της διαδικασίας κυρώσεων που θα μπορούσε να τους στερήσει την πρόσβασή τους στα κεφάλαια.

Ο συμβιβασμός που «ενορχηστρώθηκε» από την Γερμανία θα τεθεί επί τάπητος στη Σύνοδο Κορυφής που συνεδριάζει σήμερα και αύριο στις Βρυξέλλες. Οι 27 ηγέτες της ΕΕ θα κληθούν να αποφασίσουν για το αν θα προχωρήσουν όλοι μαζί στην εφαρμογή του κοινοτικού  προϋπολογισμού και κατ’ επέκταση στην «ενεργοποίηση» του Ταμείου Ανάκαμψης.

Πηγές στις Βρυξέλλες εξέφρασαν συγκρατημένη αισιοδοξία ότι ο γερμανικός συμβιβασμός θα γίνει αποδεκτός από τα κράτη-μέλη, αλλά και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο είχε επιμείνει στην ενίσχυση του μηχανισμού στις διαπραγματεύσεις του με τη γερμανική προεδρία κατά τους προηγούμενους μήνες.

Αν η γερμανική πρόταση απορριφθεί –από χώρες του «φειδωλού» Βορρά όπως η Ολλανδία, ή από το Κοινοβούλιο– η ΕΕ θα οδηγηθεί στην υιοθέτηση έκτακτου προϋπολογισμού για το 2021, με σημαντικότατες περικοπές (50-70%) στις πληρωμές του Ταμείου Συνοχής και του δεύτερου πυλώνα της ΚΑΠ (αγροτική ανάπτυξη). Παράλληλα, οι «25» (πλην Ουγγαρίας και Πολωνίας) θα αναζητήσουν μία διαφορετική νομική και οικονομική βάση για το Ταμείο Ανάκαμψης, γεγονός που συνεπάγεται περαιτέρω καθυστερήσεις στην εκταμίευση των πόρων.

Τα οφέλη για την Ελλάδα

Η Ελλάδα είναι από τις πρώτες χώρες που έχουν καταθέσει το προσχέδιο  για το επενδυτικό και μεταρρυθμιστικό πλάνο της χώρας, με τις πληροφορίες να αναφέρουν πως η ελληνική κυβέρνηση με την Κομισιόν βρίσκεται συνεχώς σε συζητήσεις για τα επιμέρους στοιχεία του σχεδίου, με τα σχόλια των Βρυξελλών να είναι θετικά, ενώ το τελικό σχέδιο αναμένεται σε δύο μήνες.

Ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, μιλώντας στο  συνέδριο του Economist, έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην πρόβλεψη για απορρόφηση 5,5 δισ. ευρώ μέσα στο 2021 από το Ταμείο Ανάκαμψης, που θα συμβάλει στην επιτάχυνση του ΑΕΠ κατά 2,1%.

Το τελικό αναπτυξιακό σχέδιο θα κατατεθεί από τον Ιανουάριο και από το συνολικό πακέτο των 32 δισ. ευρώ το 70% των κονδυλίων θα συμβασιοποιηθεί έως και το 2022, ενώ πάνω από τις μισές επενδύσεις θα διοχετευθούν σε ψηφιακά έργα (20%) και στον κλάδο της «πράσινης» ανάπτυξης (37%).

Από το Recovery and Resilience Facility (Ταμείο Ανάκαμψης), για το 2021 προβλέπεται να εισρεύσει περίπου το ποσό των 1,6 δισ. ευρώ, που είναι η προκαταβολή του 10% από τις επιχορηγήσεις του RRF μετά την έγκριση του τελικού σχεδίου από την Κομισιόν, ενώ σε διάστημα περίπου έξι μηνών από την έγκριση θα δοθεί η πρώτη δόση του Ταμείου που φτάνει τα 2,635 δισ. ευρώ. Το ποσό από τα δάνεια θα ανέλθει στα περίπου 1,272 δισ. ευρώ. Σημειώνεται ότι στο συνολικό πακέτο των 32 δισ. ευρώ θα περιλαμβάνονται συνολικά επιδοτήσεις 19 δισ. ευρώ και 13 δισ. ευρώ δάνεια. Το 70% των κονδυλίων πρέπει να συμβασιοποιηθεί έως και το 2022, το υπόλοιπο έως το τέλος του 2023, ενώ η λήξη για τις αιτήσεις πληρωμών είναι στα μέσα του 2026.

Ενδοκυβερνητικές τριβές στην Ιταλία

Στην Ιταλία, η προσδοκία για τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, ύψους 196 δισ. ευρώ, προκαλεί ενδοκυβερνητικές τριβές, όπως αναφέρει η DW.

Σύμφωνα με το σχέδιο που έχει εκπονήσει ο πρωθυπουργός, Τζουζέπε Κόντε, τα περισσότερα κεφάλαια πρέπει να διατεθούν για τις ψηφιακές τεχνολογίες, για την προστασία του περιβάλλοντος και την ενίσχυση του δικτύου των μεταφορών. Παραμένει, όμως, το ερώτημα ποιος είναι ο αρμόδιος φορέας για τη διαχείριση των κεφαλαίων.

Την εποπτεία θα έχουν ο Ιταλός πρωθυπουργός και οι υπουργοί Οικονομικών και Οικονομικής Ανάπτυξης, Ρομπέρτο Γκουαλτιέρι και Στέφανο Πατουανέλι, αντιστοίχως. Παράλληλα, το σχέδιο της κυβέρνησης προβλέπει σημαντικό ρόλο για τη διάθεση των χρημάτων και την αξιολόγηση και έγκριση των αιτήσεων σε έξι  μάνατζερ, οι οποίοι θα ασχοληθούν με άλλους στρατηγικούς τομείς.

Ωστόσο αυτό προκαλεί τριγμούς στο εσωτερικό της κυβέρνησης. Το μικρό κόμμα του πρώην πρωθυπουργού Ματτέο Ρέντσι, απορρίπτει τον όλο σχεδιασμό. Δεν θέλει, σε καμία περίπτωση, οι αποφάσεις για την χρήση του Ταμείου Ανάκαμψης να εξαρτώνται από τις αποφάσεις κάποιων μάνατζερ και θεωρεί ότι είναι αποκλειστική αρμοδιότητα της κυβέρνησης και του κοινοβουλίου.

Ο Ιταλός πρώην Πρωθυπουργός και αρχηγός του κόμματος «Ζωντανή Ιταλία» προειδοποίησε τους ισχυρούς συμμάχους του (τα Πέντε Αστέρια και την κεντροαριστερά) ότι, αν δεν βρεθεί λύση, μπορεί και να πέσει η κυβέρνηση. Από χθες διοργανώνονται συνεχείς συσκέψεις σε αναζήτηση συμβιβασμού. Διότι κατά βάθος όλοι γνωρίζουν ότι σχεδόν 200 δισεκατομμύρια ευρώ είναι ένα κεφάλαιο που δύσκολα μπορεί να χαθεί.