Deutsche Bank: Γιατί οι γεωπολιτικές κρίσεις δεν «λυγίζουν» τις αγορές – Πότε θα αλλάξει το αφήγημα
- 16/06/2025, 12:50
- SHARE

Η ένταση στη Μέση Ανατολή κλιμακώθηκε εκ νέου την περασμένη εβδομάδα, με την ισραηλινή επίθεση σε πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν να προκαλεί άλμα στις τιμές του πετρελαίου κατά +7%, τη μεγαλύτερη ημερήσια άνοδο από τον Οκτώβριο του 2023. Ο χρυσός πλησίασε ιστορικά υψηλά, ενώ αρκετοί χρηματιστηριακοί δείκτες στη Μέση Ανατολή κατέγραψαν σημαντικές απώλειες. Παρ’ όλα αυτά, η ευρύτερη επίδραση στις διεθνείς αγορές ήταν περιορισμένη. Ο δείκτης MSCI World έκλεισε μόλις -1,1% κάτω από το ιστορικό υψηλό του, ενώ τα spreads των ομολόγων υψηλής απόδοσης στις ΗΠΑ και την Ευρωζώνη διευρύνθηκαν ελάχιστα.
Σύμφωνα με πρόσφατη ανάλυση της Deutsche Bank, το βασικό ερώτημα που τίθεται είναι: Γιατί οι αγορές δείχνουν τόσο αδιάφορες απέναντι σε τόσο σοβαρές γεωπολιτικές εξελίξεις;
Οι αγορές αγνοούν τη γεωπολιτική – εκτός κι αν «πονέσει» η μακροοικονομία
Η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι οι αγορές τείνουν να επηρεάζονται σοβαρά μόνο όταν οι γεωπολιτικές κρίσεις οδηγούν σε μεταβολές βασικών μακροοικονομικών μεταβλητών: πληθωρισμός και ρυθμός ανάπτυξης. Όπως εξηγεί η Deutsche Bank, χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων περιπτώσεων είναι:
- Οι πετρελαϊκές κρίσεις του 1973 και 1979, που οδήγησαν σε στασιμοπληθωρισμό παγκοσμίως.
- Η εισβολή του Ιράκ στο Κουβέιτ το 1990, η οποία συνέβαλε σε ύφεση στις ΗΠΑ.
- Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022, που προκάλεσε ραγδαία άνοδο σε τιμές ενέργειας και τροφίμων και επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες.
Σε αντίθεση, οι τελευταίες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, αν και πολιτικά σοβαρές, δεν έχουν ακόμη προκαλέσει αντίστοιχα σοκ. Οι τιμές του Brent παραμένουν κάτω από τον μέσο όρο του 2024, περί τα $80/βαρέλι, και η αγορά δεν αποτιμά αυξημένο πληθωριστικό κίνδυνο. Τα swaps πληθωρισμού στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, έκλεισαν χαμηλότερα την εβδομάδα.
Το 2025 ως έτος «ανθεκτικότητας» – Τι έχει προηγηθεί
Η φετινή χρονιά χαρακτηρίζεται από εντυπωσιακή σταθερότητα, παρά τις πολλαπλές προκλήσεις. Η Deutsche Bank υπενθυμίζει:
- Την κυκλοφορία νέου AI μοντέλου από την DeepSeek, που δημιούργησε ερωτήματα για τις αποτιμήσεις των Big Tech.
- Τη μεγαλύτερη ημερήσια άνοδο αποδόσεων στο 10ετές γερμανικό ομόλογο από το 1990, λόγω αλλαγής στη δημοσιονομική πολιτική της ΕΕ.
- Την πρόσφατη υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας των ΗΠΑ από τη Moody’s.
- Την ένταση στην εμπορική σχέση ΗΠΑ-Κίνας, όπου οι ανακοινώσεις δασμών οδήγησαν στον πέμπτο μεγαλύτερο διήμερο «βυθό» του S&P 500 από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Κι όμως, παρά τις αλλεπάλληλες αναταράξεις, ο MSCI World έφτασε σε νέο ιστορικό υψηλό και το κλασικό χαρτοφυλάκιο 60:40 (μετοχές/ομόλογα) καταγράφει απόδοση άνω του 6% από την αρχή του έτους.
Τι θα μπορούσε να αλλάξει την εικόνα – Το σενάριο «Ορμούζ»
Η Deutsche Bank εκτιμά ότι μόνο ένα γεγονός που θα «χτυπήσει» άμεσα τη μακροοικονομία θα μπορούσε να ανατρέψει το ανοδικό μομέντουμ. Ένα τέτοιο σενάριο θα ήταν, για παράδειγμα, το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ, που θα εκτόξευε την τιμή του πετρελαίου πάνω από τα $120/βαρέλι, οδηγώντας σε πληθωριστικό σοκ και ύφεση σε πετρελαιοεισαγωγικές οικονομίες.
Ωστόσο, οι αγορές δεν αποτιμούν ακόμη κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, η συμπεριφορά τους δείχνει ότι ενσωματώνουν προσδοκίες αποκλιμάκωσης, παρόμοια με τα γεγονότα του 2024. Ενδεικτική είναι και η πρόσφατη δήλωση του Ντόναλντ Τραμπ: «Θα έχουμε ΕΙΡΗΝΗ σύντομα, μεταξύ Ισραήλ και Ιράν!»
Οι αγορές ως «αυτοδιορθωτικός» μηχανισμός πολιτικής
Η Deutsche Bank σημειώνει και κάτι πιο δομικό: οι ίδιες οι αγορές λειτουργούν πλέον και ως εργαλείο διαμόρφωσης πολιτικής. Η αντίδρασή τους οδηγεί σε αλλαγές πλεύσης, όπως φάνηκε με την παράταση των δασμών ΗΠΑ-Κίνας. Το ίδιο συμβαίνει και στο μέτωπο της δημοσιονομικής πολιτικής, όπου οι αυξήσεις των αποδόσεων αναγκάζουν τις κυβερνήσεις σε περιοριστικά μέτρα.
Με άλλα λόγια, οι αγορές δεν είναι μόνο αποδέκτες των πολιτικών εξελίξεων – είναι και καταλύτες.
Η τρέχουσα λοιπόν σταθερότητα των αγορών μπορεί να μοιάζει παράδοξη, όμως, σύμφωνα με τη Deutsche Bank, είναι πλήρως εύλογη: όσο δεν επηρεάζονται οι βασικές μακροοικονομικές μεταβλητές, η γεωπολιτική δεν φτάνει να μεταβάλει δραστικά την επενδυτική εικόνα.
Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν κίνδυνοι. Το ημερολόγιο δείχνει 9 Ιουλίου – ημερομηνία-κλειδί για τη λήξη της 90ήμερης εμπορικής ανακωχής ΗΠΑ-Κίνας. Όπως προειδοποιεί η Deutsche Bank, τότε ίσως να ξεκινήσει ένα νέο κεφάλαιο στις αγορές – με πιο έντονο μακροοικονομικό απόηχο.