Deutsche Bank: Η μόνη «φούσκα» στο AI είναι… να το θεωρούμε «φούσκα» – Ποιο είναι το ρίσκο για τους επενδυτές
- 02/10/2025, 12:47
- SHARE

Η Deutsche Bank εκτιμά ότι μια «φούσκα» στην τεχνητή νοημοσύνη έχει ήδη σκάσει – και αυτή είναι η ίδια η ιδέα ότι η AI είναι φούσκα. Σε ανάλυσή της, σημειώνει πως η συζήτηση περί επικείμενης κατάρρευσης έχει αρχίσει να χάνει δυναμική, παρά τις επισημάνσεις του CEO της OpenAI, Sam Altman, περί υπερβολικού ενθουσιασμού.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Deutsche Bank Research Institute, οι αναζητήσεις στο διαδίκτυο για τον όρο «AI bubble» μειώθηκαν 15% τον τελευταίο μήνα, μετά την κορύφωση της 21ης Αυγούστου. Τότε, μια έκθεση του MIT που ερμηνεύτηκε ως απόδειξη χαμηλών αποδόσεων από τις επενδύσεις στην AI, σε συνδυασμό με τις δηλώσεις Altman, προκάλεσαν πτώση 3,8% στις μετοχές του «Magnificent Seven» σε διάστημα επτά ημερών.
Η Deutsche Bank αναγνωρίζει ότι μπορεί να υπάρχει υπερβολή γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη, αλλά επισημαίνει πως το «μπουμ» είναι πιθανό να σταματήσει χωρίς να οδηγήσει σε κατάρρευση. Οι αναλυτές εντοπίζουν τέσσερις βασικές δυνάμεις που εξηγούν τη σημερινή αποφόρτιση:
Ρεαλισμός στις δυνατότητες: Η κυκλοφορία του GPT-5 αποδείχθηκε απογοητευτική, καθώς δεν έφερε την αναμενόμενη εικόνα «γενικής τεχνητής νοημοσύνης». Οι προσδοκίες κινήθηκαν ταχύτερα από την τεχνολογία.
Υποδομές: Η ανάπτυξη της AI απαιτεί τεράστιες επενδύσεις σε τσιπ, data centers και ενέργεια, περιορίζοντας την άμεση απόδοσή της σε επιχειρηματικό επίπεδο.
Εφαρμογή στα συστήματα: Η αξία θα προκύψει μόνο όταν οι επιχειρήσεις καταφέρουν να ενσωματώσουν την τεχνολογία στις λειτουργίες τους σε μεγάλη κλίμακα.
Ψυχολογία: Ο κλασικός κύκλος «καινοτομία – υπερβολικές προσδοκίες – απογοήτευση – αναγνώριση» επαναλαμβάνεται, αλλά διορθώνεται με τον χρόνο.
Για τους επενδυτές, το timing της αγοράς είναι σχεδόν αδύνατο να πιαστεί. Η στρατηγική του μακροπρόθεσμου ορίζοντα παραμένει η πιο ασφαλής. Ενδεικτικά, μια επένδυση 10.000 δολαρίων το 1996 θα είχε φτάσει σε αξία άνω των 170.000 δολαρίων ως τον Ιούνιο 2024. Όμως, αν ο επενδυτής έχανε μόλις τις 20 καλύτερες ημέρες της αγοράς, θα είχε αποκομίσει μόλις το ένα τέταρτο του ποσού.