Δύσκολες μέρες για την φιλελεύθερη δημοκρατία

Δύσκολες μέρες για την φιλελεύθερη δημοκρατία

Η φιλελεύθερη δημοκρατία περνά όλο και πιο δύσκολες ημέρες.

Πρώτα ήταν το Brexit και η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ. Και έπειτα, το 2018, η νίκη των λαϊκιστών και των εθνικιστών στην Ιταλία, του Ζαΐχ Μπολσονάρου στην Βραζιλία, ενώ πλησιάζουν σε λίγους μήνες οι ευρωεκλογές.

Η φιλελεύθερη δημοκρατία περνά όλο και πιο δύσκολες ημέρες. «Οι πολίτες τής γυρίζουν την πλάτη… σε όλο και μεγαλύτερους αριθμούς», γράφει στο τελευταίο του best seller «Ο λαός κατά της δημοκρατίας» ο αμερικανός πολιτικός επιστήμονας Yascha Mounk.

Το σύστημα αυτό που συνδυάζει λαϊκή κυριαρχία και τα αντίβαρα της εξουσίας (την δικαιοσύνη, τον Τύπο και την κοινωνία των πολιτών), είναι το κυρίαρχο μοντέλο στις δυτικές χώρες από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αλλά σήμερα, «το σύστημα αυτό διακυβέρνησης που έμοιαζε ακλόνητο δίνει την εντύπωση ότι θα μπορούσε ξαφνικά να καταρρεύσει», γράφει ο Mounk.

Η κύρια αιτία, κατά την γνώμη του: οι μεσαίες τάξεις, μία δημογραφική και πολιτική βάση που οι χώρες αυτές αγνόησαν.

Η «οικοδόμηση μίας μεσαίας τάξης είναι ένα από τα συστατικά στοιχεία της πολιτικής σταθερότητας», υπενθυμίζει η Kori Schake, αναπληρώτρια γενική διευθύντρια του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (IISS) σε πρόσφατη μελέτη του Lowy Institute με θέμα την «επιβίωση της φιλελεύθερης τάξης».

Ανάγκη κυριαρχίας

Ανασφαλές και φτωχοποιημένο από μία οικονομία που βασίζεται όλο και περισσότερο στις υπηρεσίες, αγανακτισμένο από την πτώση της κυριαρχίας του, αυτό το «συστατικό στοιχείο» της πολιτικής σταθερότητας εξεγείρεται κατά της παρακμής του, κατά του οικονομικού και πολιτιστικού του αφανισμού, γράφει ο γάλλος γεωγράφος Christophe Guilluy στο τελευταίο του βιβλίο «No Society».

Ο Εμανουέλ Μακρόν το έμαθε: όταν αυτό το σημαντικό τμήμα του πληθυσμού εξεγείρεται, βάζοντας ένα κίτρινο γιλέκο, η κατάσταση γίνεται αβάσταχτη για μία κυβέρνηση.

Μία από τις απαιτήσεις αυτών των απείθαρχων πολιτών είναι η ανάκτηση της λαϊκής κυριαρχίας που θεωρούν ότι έχουν χάσει. Μόνο το 8% των Γάλλων θεωρούν ότι οι πολίτες διατηρούν την εξουσία, έναντι του 54% που θεωρούν ότι βρίσκεται στα χέρια των χρηματοπιστωτικών αγορών, σύμφωνα με δημοσκόπηση.

Το σύνθημα του Brexit «Take Back Control» (ανάκτηση του ελέγχου) δεν σημαίνει κάτι άλλο. Το ίδιο και η καταγγελία της πολυμέρειας του διεθνούς συστήματος από τον Ντόναλντ Τραμπ, που προτιμά την διαπραγμάτευση τετ α τετ με τους διεθνείς εταίρους του.

«Αντιδημοκρατικός φιλελευθερισμός»

Η λαϊκή κυριαρχία όλο και συρρικνώνεται, γράφει ο Patrick Moreau, διευθυντής της καναδικής επιθεώρησης Argument σε άρθρο του στην εφημερίδα Le Devoir. Αιτία, οι κανόνες του παιγνιδιού στο διεθνές εμπόριο και η σημασία που έχουν αποκτήσει οι «μειονότητες».

Οι κανόνες «δεν αποτελούν ποτέ αντικείμενο πραγματικού διαλόγου» και οι «μειονότητες» τείνουν να εκμεταλλεύονται το Κράτος δικαίου για ίδιον όφελος, μία «ρητορική για τα δικαιώματα» που ακυρώνει «τον πολιτικό ρόλο των ιστορικών πλειοψηφιών εις όφελος των δικαστηρίων και των ακτιβιστικών οργανωμένων ομάδων».

Αυτή η ανισορροπία ανάμεσα στην λαϊκή κυριαρχία και το Κράτος δικαίου καταλήγει, σύμφωνα με τον Yascha Mounk, στην εγκαθίδρυση μίας «μορφής αντιδημοκρατικού φιλελευθερισμού στην Βόρεια Αμερική και στην δυτική Ευρώπη. Σε αυτό το σχήμα διακυβέρνησης, τα διαδικαστικά προσκόμματα εφαρμόζονται σχολαστικά (τις περισσότερες φορές) και τα ατομικά δικαιώματα τηρούνται (το συχνότερον). Ομως οι ψηφοφόροι έχουν οδηγηθεί εδώ και καιρό στο συμπέρασμα ότι η επιρροή τους επί των δημόσιων πολιτικών είναι ισχνή».

Κατά συνέπεια, για να αυξήσουν την επιρροή τους, πολλοί αψηφούν τους θεσμούς διαμεσολάβησης (συνδικάτα, μέσα ενημέρωσης) που θεωρούν ότι βρίσκονται σε μεγάλη συνάφεια με την εξουσία και είναι ανίκανοι να τους εκπροσωπήσουν. Τείνουν λοιπόν να ψηφίζουν αυτούς που τούς υπόσχονται να τους δώσουν πίσω την χαμένη εξουσία.

Κράτος δικαίου

Αυτό αποτελεί εν δυνάμει απειλή κατά του Κράτους δικαίου, εάν ο εκλεγμένος ηγέτης, οπλισμένος με την δημοκρατική του νομιμοποίηση, αρχίσει να αποξηλώνει τα κεκτημένα του φιλελευθερισμού στην χώρα του: αμφισβήτηση ορισμένων ατομικών ελευθεριών, εγκατάσταση ελέγχου επί των ανεξάρτητων αρχών, επιθέσεις κατά του Τύπου ή ορισμένων μη κυβερνητικών οργανώσεων κ.λπ…Η Ουγγαρία ή η Πολωνία κατηγορούνται συστηματικά από τις δυτικές ηγεσίες για επιθέσεις κατά των ελευθεριών.

Ομως, ορισμένοι αναλυτές θεωρούν ότι αυτή η βούληση για κυριαρχία των λαϊκών τάξεων μπορεί να αποτελεί έκφραση μίας βαθύτερης ανάγκης: εδραίωση του αισθήματος του ανήκειν σε ένα έθνος, σε μία κοινή μοίρα με τις ελίτ που έχουν την τάση να κινηθούν προς τις κορυφές της παγκοσμιοποίησης αφήνοντάς τους στο κατώφλι.

Η λαϊκιστική έκρηξη «συμπίπτει με μία όλο και μεγαλύτερη επιθυμία των λαών «να επαναπατρίσουν» τις ηγετικές τους τάξεις, ώστε να μην ξεγλιστρούν», σύμφωνα με την συγγραφέα Coralie Delaume.

Εκπαίδευση, απασχόληση, στέγη, ελεύθερος χρόνος, φορολογία: πολλοί αναλυτές αναφέρονται στην αποσκίρτηση των ελίτ, που αποξηλώνουν έτσι ό,τι μένει από την εθνική συνοχή.

Για τον Jerome Fourquet, του Ιδρύματος Jean Jaures, πρόκειται για την «κοινωνική αυτονόμηση που αφορά ένα τμήμα της κορυφής της κοινωνίας», ένα «ακόμη ανοικτό χάσμα» που χωρίζει τους προνομιούχους από τον υπόλοιπο πληθυσμό.

Ο Christophe Guilluy θεωρεί ότι τα λαϊκά στρώματα, εμφορούμενα από αυτόν τον λαϊκιστικό άνεμο, ασκούν μία «ήπια ισχύ», μία επιρροή επί των ελίτ για να τις αναγκάσουν να επιστρέψουν «σε μία εξουσία που ασκείται από τον λαό», η οποία «πηγάζει από μία ανάγκη, την ανάγκη αναδόμησης της κοινωνίας».