Επιτυχία με συνταγή την επιμονή

Επιτυχία με συνταγή την επιμονή

Η Ελένη Γ. Τέντου εξηγεί πώς κατάφερε να εδραιώσει τη θέση της Actelion στον χώρο της βιοτεχνολογίας στην Ελλάδα.

Της Πέννυς Κούτρα

Δηλώνει ακούραστη και θα προτιμούσε το 24ωρο να έχει 48 ώρες. Ξέρει, ωστόσο, πότε να κάνει παύση. Η Ελένη Τέντου, σε μια από αυτές τις παύσεις, άφησε μια προδιαγεγραμμένη καριέρα στη φαρμακευτική βιομηχανία εντός των κόλπων μιας μεγάλης πολυεθνικής και αναζήτησε μια νέα πρόκληση. Ρισκάροντας στον άγνωστο, αλλά αναπτυσσόμενο τομέα της βιοτεχνολογίας, έπεισε την Actelion, τη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή βιοτεχνολογική φαρμακοβιομηχανία σήμερα, να επενδύσει στην Ελλάδα, αλλά και να παραμείνει στη χώρα ακόμη και όταν η οικονομική κατάσταση ζημίωσε την εταιρεία.

Με μια φωνή που συνηθίζουμε να αποκαλούμε «ραδιοφωνική», η Ελένη Τέντου διηγείται πώς έκανε το άλμα στο άγνωστο. Το 2000, έπειτα από μακρά πορεία στη φαρμακευτική βιομηχανία ως στέλεχος, αποφασίζει ότι έχει ανάγκη από μια νέα κατεύθυνση. Παραιτείται, αρνείται προτάσεις ανταγωνιστικών ομίλων της εγχώριας φαρμακευτικής αγοράς και ιδιωτεύει. Ταυτόχρονα, μια πληροφορία από το εξωτερικό τής συστήνει την τότε αναδυόμενη Actelion, η οποία δεν είχε στο χαρτοφυλάκιό της κανένα φάρμακο.

Επιδιώκει επαφή με τον γιατρό-ερευνητή και ιδρυτή της ελβετικής Actelion Jean-Paul Clozel και γοητεύεται από το όραμά του να στήσει μια καινοτόμο φαρμακευτική εταιρεία που θα παράγει φάρμακα για σπάνιες και ανίατες παθήσεις. «Αναγνώρισα αμέσως ότι αυτό ακριβώς ήθελα να κάνω. Το περιβάλλον μου, οικογένεια και φίλοι, θεώρησαν ότι πρόκειται για ένα μεγάλο ρίσκο, αλλά εγώ είχα πάρει την απόφασή μου να συνταξιδέψω με την Actelion» λέει. Το 2001, μια εξαιρετικά κρίσιμη χρονιά, πείθει τη διοίκηση της φαρμακευτικής να ιδρύσει την ελληνική θυγατρική. «Θέλω να πιστεύω ότι έπαιξα ρόλο σε αυτή την απόφαση» μας αναφέρει και, ταυτόχρονα, σπεύδει να προσθέσει ότι η συγκυρία ευνόησε προς αυτή την κατεύθυνση.

«Μπορεί να έχεις θέσεις σωστά τεκμηριωμένες, αλλά χρειάζεται και εκείνη η ουράνια τύχη, το σωστό timing που τελικώς θα κρίνει το αποτέλεσμα» σχολιάζει, υπενθυμίζοντας ότι στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η ταχύτητα των ρυθμών ανάπτυξης στην Ελλάδα ήταν αξιοθαύμαστη, ενώ οι προσδοκίες για το μέλλον της χώρας και της τοπικής οικονομίας μεγάλες.

Ο κύβος ερρίφθη, με αποτέλεσμα στις αρχές του 2002 η ελληνική θυγατρική της Actelion –σχεδόν παράλληλα με άλλες μεγάλες αγορές όπως η Βρετανία και η Ιταλία– να ξεκινήσει τη δραστηριοποίησή της με την Ελένη Τέντου στο τιμόνι της ως διευθύνουσα σύμβουλος. Τον Νοέμβριο του 2002 εγκρίνεται το πρώτο φάρμακο της εταιρείας για την πνευμονική υπέρταση, το οποίο φέρνει πραγματική επανάσταση, καθώς αλλάζει δραστικά τη θεραπεία των ασθενών, προσφέροντας αντιμετώπιση μέσω ενός χαπιού έναντι ενός πολύπλοκου μηχανήματος 24ωρης έγχυσης φαρμάκου.

Στην πάροδο των ετών προστίθενται και νέα φάρμακα τόσο για την πνευμονική υπέρταση όσο και για άλλες, εξαιρετικά σπάνιες, κυρίως γενετικής προέλευσης παθήσεις, με πάσχοντες που υποφέρουν από εξόχως απειλητικά και επίπονα συμπτώματα. Όμως, το ρυθμιστικό πλαίσιο στη χώρα επιφυλάσσει δυσκολίες για την προώθηση των φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων, που αποκαλούνται και «ορφανά» φάρμακα. «Πέρα από την επιχειρηματική διάσταση, είναι πραγματικά εξαιρετικά σημαντικό να διατίθενται στην Ελλάδα τόσο καινοτόμα σκευάσματα, που μπορούν να στηρίξουν και να προσφέρουν αξιοπρεπή διαβίωση στους ασθενείς» σημειώνει η Ελένη Τέντου.

Συμπληρώνει πως η απευθείας χορήγηση τέτοιων σκευασμάτων συμφέρει το εθνικό σύστημα υγείας, αλλά και το Δημόσιο. «Το κόστος εισαγωγής και χορήγησης ενός “ορφανού” φαρμάκου μέσω ΙΦΕΤ είναι διπλάσιο σε σχέση με εκείνο που παρέχουν οι εταιρείες όταν δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα» επισημαίνει, γεγονός που αποκτά ιδιαίτερη σημασία σε μια χώρα που βιώνει πρωτοφανή κρίση και μειώνει χρόνο με τον χρόνο το ύψος της φαρμακευτικής της δαπάνης. Επιπλέον, η καθυστέρηση που παρατηρείται στη διαδικασία έγκρισης των «ορφανών» φαρμάκων εκτιμά ότι χρειάζεται βελτιώσεις, ώστε οι Έλληνες πάσχοντες να επωφεληθούν από την καινοτομία και την πρόοδο της φαρμακευτικής βιομηχανίας.

Υπάρχει, επίσης, η παράμετρος των δημοσίων εσόδων. Το ελληνικό κράτος χάνει πολλά χρήματα από διαφυγόντες φόρους τους οποίους δεν πληρώνουν οι εταιρείες, αφού δεν δραστηριοποιούνται εδώ – χρήματα από clawback και rebate που δεν καταβάλλονται και βεβαίως θέσεις εργασίας από ανθρώπους τους οποίους οι επιχειρήσεις θα απασχολούσαν εάν βρίσκονταν στην Ελλάδα. «Είναι προς όφελος της ελληνικής κοινωνίας και του κράτους οι εταιρείες που έχουν τέτοια φάρμακα να δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα» αναφέρει η Ελένη Τέντου.

Η παραπάνω θέση που διατυπώνεται στην εκπνοή του 2014 έχει τη σημασία της. Γιατί μόλις δύο χρόνια πριν, μεγάλες και μικρομεσαίες φαρμακευτικές που δραστηριοποιούνται στη χώρα υπέστησαν το βαρύτατο πλήγμα του «κουρέματος» των κρατικών ομολόγων που πολλές είχαν στην κατοχή τους, γνωστού και ως PSI. Τα ομόλογα ήταν το «νόμισμα» που ως επί το πλείστον πλήρωνε τις υποχρεώσεις των νοσοκομείων και των ασφαλιστικών ταμείων προς τις φαρμακευτικές. «Ομολογουμένως, ήταν μια πολύ δύσκολη στιγμή, κατά την οποία καταγράψαμε απώλειες της τάξης του 70% σε ήδη καθυστερημένες απαιτήσεις μας. Έπρεπε τότε να αποφασίσουμε αν θα ανέβουμε ή αν θα κατέβουμε το σκαλοπάτι» μας εξομολογείται. Η διαδικασία ήταν δύσκολη, καθώς η Ελένη Τέντου κλήθηκε να διαχειριστεί μια σοβαρή κρίση και να κάνει μια νοητή προβολή στο μέλλον, επιχειρώντας να προβλέψει τη βιωσιμότητα της επιχείρησης. «Αποφασίσαμε ότι υπάρχει ενδιαφέρον και χώρος να αναπτυχθούμε».
Η ικανότητα να διαχειριστεί κανείς την πολυπλοκότητα εκτιμά ότι είναι κρίσιμο στοιχείο ώστε να πλοηγηθεί κανείς μέσα στην κρίση.

«Ο ηγέτης δεν είναι έννοια αυτοπροσδιοριζόμενη. Έχει να κάνει με το πώς αντιδρά και εντέλει αντιμετωπίζει το περιβάλλον και τις προκλήσεις του». Αποδίδει στη γυναικεία φύση μεγαλύτερη ικανότητα να αντιληφθεί την πολυπλοκότητα των καταστάσεων. Γι’ αυτό υποστηρίζει ότι η ποσόστωση των γυναικών σε θέσεις ηγεσίας ενδεχομένως να έπρεπε να θεσμοθετηθεί. Προπάντων –και πέρα από το φύλο– πιστεύει στην σύμπλευση πολλών και διαφορετικών προσωπικοτήτων, χωρίς προϊδεάσεις και στεγανά, εκτιμώντας ότι αυτή η ζύμωση αναδεικνύει ταλέντα.

Η ίδια καταρρίπτει το στερεότυπο της γυναίκας καριέρας. Μαγειρεύει καθημερινά, ασχολείται με την κηπουρική, ακούει νυχθημερόν μουσική και δηλώνει ότι μια από τις ευτυχέστερες ημέρες της ζωής της ήταν εκείνη που αφιέρωσε στην αναδιοργάνωση της κάβας της. Είναι σύνηθες οι φαρμακοποιοί, όπως η Ελένη Τέντου, να αγαπούν το κρασί. Είναι σπάνιο, όμως, μια διευθύνουσα σύμβουλος να «ξεσκονίζει» περίπου 1.000 φιάλες παλαιωμένων ελληνικών κόκκινων κρασιών και να τις τοποθετεί ιδιοχείρως στο ειδικά κατασκευασμένο κελάρι της. Ίσως γι’ αυτό θα ήθελε το 24ωρο να γίνει 48ωρο…

* To κείμενο δημοσιεύεται στο περιοδικό Fortune που κυκλοφορεί στα περίπτερα