Goldman Sachs: Η φοροδιαφυγή επί των δασμών μπορεί να κοστίσει στις ΗΠΑ 40 δισ. δολάρια ετησίως
- 24/09/2025, 17:45
- SHARE

Η αποφυγή πληρωμής δασμών θα μπορούσε να στερήσει από την αμερικανική κυβέρνηση 40 δισ. δολάρια ετησίως, καθώς οι εταιρείες φαίνεται να βρίσκουν τρόπους να παρακάμψουν τους νέους εισαγωγικούς δασμούς που επέβαλε ο Ντόναλντ Τραμπ, σύμφωνα με αναλυτές της Goldman Sachs.
Η προειδοποίηση αυτή έρχεται μετά την επιβολή από την κυβέρνηση Τραμπ ενός καθολικού δασμού 10% σε όλες τις ξένες εισαγωγές, πρόσθετων μεταβαλλόμενων δασμών για συγκεκριμένες χώρες, καθώς και σειράς δασμών για συγκεκριμένα προϊόντα, μεταξύ αυτών και για τα αυτοκίνητα.
«Η διαφοροποίηση στα ποσοστά δασμών ανάμεσα στις χώρες προσφέρει τη δυνατότητα για διαμετακόμιση προϊόντων μέσω τρίτων χωρών με χαμηλότερους δασμούς (και η επιβολή υψηλότερων δασμών στα διαμετακομιζόμενα προϊόντα μπορεί να αποδειχθεί δύσκολη)», αναφέρουν οι αναλυτές σε σημείωμα της Τρίτης.
Πώς οι εταιρείες προσπαθούν να παρακάμψουν τους δασμούς
Οι ξένοι εξαγωγείς και οι Αμερικανοί εισαγωγείς έχουν κίνητρο να δηλώνουν χαμηλότερη αξία των εισαγωγών τους στις τελωνειακές αρχές, προσθέτουν.
Εάν οι εξαγωγείς αλλάξουν τις διαδρομές των φορτίων και υποδηλώσουν χαμηλότερες αξίες σύμφωνα με ιστορικά πρότυπα, η Goldman εκτιμά ότι περισσότερα από 200 δισ. δολάρια σε ετήσιες εισαγωγές θα μπορούσαν να επηρεαστούν. Αυτό το επίπεδο αποφυγής θα μειώσει τα έσοδα από δασμούς κατά περίπου 40 δισ. δολάρια σε σχέση με ένα σενάριο πλήρους συμμόρφωσης.
Ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ δήλωσε τον περασμένο μήνα ότι τα έσοδα από τους δασμούς του Τραμπ θα μπορούσαν να ξεπεράσουν τα 500 δισ. δολάρια ετησίως.
Τα εμπορικά δεδομένα εκπέμπουν ήδη προειδοποιητικά σήματα. Συγκεκριμένα, ξένες εταιρείες στο Βιετνάμ έχουν αυξήσει ταυτόχρονα τόσο τις εισαγωγές από την Κίνα όσο και τις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ από την αρχή του έτους.
«Επιπλέον, τα στοιχεία ανά προϊόν δείχνουν υψηλότερη από το συνηθισμένο συσχέτιση μεταξύ των εισαγωγών του Βιετνάμ από την Κίνα και των εξαγωγών του προς τις ΗΠΑ, μοτίβο που συμβαδίζει με την αναδρομολόγηση φορτίων», σημειώνουν οι αναλυτές της Goldman.
Ωστόσο, μέρος αυτής της τάσης μπορεί να αντανακλά πραγματικές επενδύσεις σε νέα εργοστάσια, καθώς οι εφοδιαστικές αλυσίδες αναδιαμορφώνονται σύμφωνα με το νέο σκηνικό του παγκόσμιου εμπορίου, προσθέτουν. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι ξένοι εξαγωγείς υποτιμούν την αξία των εισαγωγών τους στις ΗΠΑ.
Mέτρα της κυβέρνησης Τραμπ κατά της φοροδιαφυγής στο εμπόριο»
Ιστορικά, σύμφωνα με δημοσίευμα του Business Insider, οι εισαγωγές που κατέγραφαν οι ΗΠΑ από την Κίνα ήταν περίπου 6 δισ. δολάρια μηνιαίως πάνω από τις κινεζικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, εν μέρει λόγω στατιστικών ιδιαιτεροτήτων. Αυτή η σχέση αντιστράφηκε κατά τη διάρκεια του εμπορικού πολέμου 2018-2019, και η διαφορά έχει διευρυνθεί επιπλέον κατά 4 δισ. δολάρια μηνιαίως φέτος.
Αυτό παρόλο που οι αμερικανικές αρχές άρχισαν να κλείνουν έναν βασικό κενό φέτος την άνοιξη: την εξαίρεση de minimis, που επέτρεπε σε δέματα αξίας κάτω των 800 δολαρίων να εισέρχονται στις ΗΠΑ χωρίς δασμούς και πλήρη τελωνειακό έλεγχο.
Η κατάργηση αυτής της εξαίρεσης θα έπρεπε να περιορίσει το στατιστικό αυτό κενό, αλλά η αντίθετη εξέλιξη δείχνει ότι η υποδήλωση επιστρέφει, σύμφωνα με τη Goldman.
Τα στοιχεία τιμών επίσης ενισχύουν τις υποψίες για αποφυγή πληρωμής δασμών, καθώς οι μοναδιαίες τιμές για ορισμένες κατηγορίες προϊόντων — όπως οι μπανιέρες από χυτοσίδηρο από την Κίνα και οι κουζίνες αερίου από την Ταϊλάνδη — έχουν πέσει απότομα από τον Απρίλιο, σύμφωνα με την ανάλυση της Goldman.
«Οι τιμές των μονάδων ορισμένων αμερικανικών εισαγωγών έχουν μειωθεί περισσότερο απ’ όσο λογικά θα μπορούσε να εξηγηθεί από τη μείωση του κόστους παραγωγής, υποδηλώνοντας ότι πολυεθνικές μπορεί να αποφεύγουν τους δασμούς δηλώνοντας χαμηλότερες τιμές εισαγωγών», αναφέρουν οι αναλυτές.
Η κυβέρνηση Τραμπ έχει εφαρμόσει νέα μέτρα για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, όπως έναν δασμό 40% στα διαμετακομιζόμενα προϊόντα και την ίδρυση ειδικής Ομάδας Καταπολέμησης Εμπορικής Απάτης.
Έτσι, παρότι οι εκτιμήσεις της Goldman Sachs για τη διαρροή εσόδων είναι σημαντικές, «ο αντίκτυπος μπορεί να είναι μικρότερος εάν οι πρόσφατες ενέργειες της κυβέρνησης Τραμπ για ελαχιστοποίηση της αποφυγής αποδειχθούν αποτελεσματικές», καταλήγουν οι αναλυτές της τράπεζας.