H EKT ρίχνει ακόμη μισό δισ. ευρώ στη μάχη κατά του κορωνοϊού

H EKT ρίχνει ακόμη μισό δισ. ευρώ στη μάχη κατά του κορωνοϊού
epa08154853 European Central Bank (ECB) President Christine Lagarde speaks during a press conference following the meeting of the Governing Council of the European Central Bank in Frankfurt am Main, Germany, 23 January 2020. The key interest rate in the euro zone will remain at zero percent, the ECB Council decided at its regular meeting. EPA/ARMANDO BABANI Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Το κονδύλι για την αγορά ομολόγων έφτασε πλέον τα 1,85 τρισ. ευρώ. Δεν αλλάζει τίποτα στα επιτόκια.

Την αύξηση του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω της πανδημίας (pandemic emergency purchase programme – PEPP) κατά 500 δισ. ευρώ στα 1,850 τρισ. Ευρώ από 1,350 τρισ. Ευρώ προηγουμένως ανακοίνωσε σήμερα, Πέμπτη (10/12), η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Η ΕΚΤ επέκτεινε επίσης τον ορίζοντα των αγορών στο πλαίσιο του PEPP μέχρι τουλάχιστον το τέλος του Μαρτίου του 2022. Σε κάθε περίπτωση, η κεντρική τράπεζα θα συνεχίσει να διενεργεί τις αγορές μέχρι να κρίνει ότι η κρίση του κορωνοϊού έχει λήξει.

Το Δ.Σ. αποφάσισε επίσης να παρατείνει την επανεπένδυση των ποσών από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του PEPP κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2023. Σε κάθε περίπτωση, η μελλοντική σταδιακή μείωση (roll-off) του χαρτοφυλακίου PEPP θα ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να αποφευχθούν παρεμβολές στην ενδεδειγμένη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής, αναφέρει η κεντρική τράπεζα στην ανακοίνωση που έδωσε στη δημοσιότητα.

Αμετάβλητα τα επιτόκια

Παράλληλα, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ αποφάσισε ότι το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα παραμείνουν αμετάβλητα σε 0,00%, 0,25% και -0,50% αντιστοίχως. Το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα παραμείνουν στα σημερινά τους ή σε χαμηλότερα επίπεδα έως ότου διαπιστώσει ότι οι προοπτικές για τον πληθωρισμό συγκλίνουν σθεναρά προς επίπεδο πλησίον, σε επαρκή βαθμό, αλλά κάτω του 2%, εντός του χρονικού ορίζοντα προβολής που εξετάζει και ότι αυτή η σύγκλιση αντανακλάται κατά τρόπο συνεπή στη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού.

Το Δ.Σ. αποφάσισε επίσης να προσαρμόσει περαιτέρω τους όρους στην τρίτη σειρά των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO III). Ειδικότερα, αποφάσισε να παρατείνει την περίοδο κατά την διάρκεια της οποίας θα ισχύουν οι πιο ευνοϊκοί όροι κατά 12 μήνες, έως τον Ιούνιο του 2022. Θα διεξαχθούν τρεις επιπρόσθετες πράξεις, μεταξύ Ιουνίου και Δεκεμβρίου 2021.

Επιπλέον, το Δ.Σ. αποφάσισε να αυξήσει το συνολικό ποσό που οι αντισυμβαλλόμενοι μπορούν να δανείζονται στις πράξεις TLTRO III από το 50% στο 55% του χαρτοφυλακίου των επιλέξιμων δανείων τους.

Η ΕΚΤ θα παρατείνει επίσης μέχρι τον Ιούνιο του 2020 τη διάρκεια της δέσμης μέτρων για τη χαλάρωση των εγγυήσεων (collateral) που υιοθετήθηκαν από το Δ.Σ. στις 7 και 22 Απριλίου του 2020.

Η κεντρική τράπεζα ανακοίνωσε επίσης ότι θα προσφέρει τέσσερις επιπρόσθετες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης στο πλαίσιο της πανδημίας (PELTROs) το 2021.

Σημειώνει τέλος ότι οι καθαρές αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP) θα συνεχιστούν με μηνιαίο ύψος τα €20 δισ. billion. Το Διοικητικό Συμβούλιο εξακολουθεί να αναμένει ότι οι μηνιαίες καθαρές αγορές στοιχείων ενεργητικού στο πλαίσιο του προγράμματος APP θα διενεργούνται για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο προκειμένου να ενισχυθεί η διευκολυντική επίδραση των επιτοκίων πολιτικής του και ότι θα λήξουν λίγο πριν αρχίσει να αυξάνει τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ.

Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να συνεχίσει να επανεπενδύει, πλήρως, τα ποσά από την εξόφληση τίτλων αποκτηθέντων στο πλαίσιο του προγράμματος APP κατά τη λήξη τους για παρατεταμένη χρονική περίοδο μετά την ημερομηνία κατά την οποία θα αρχίσει να αυξάνει τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ και πάντως για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο για τη διατήρηση ευνοϊκών συνθηκών ρευστότητας και ενός διευκολυντικού, σε μεγάλο βαθμό, χαρακτήρα της νομισματικής πολιτικής.