Η αγορά δεν ανεβαίνει επειδή είναι φθηνή. Ανεβαίνει επειδή το σύστημα την επιτρέπει

Η αγορά δεν ανεβαίνει επειδή είναι φθηνή. Ανεβαίνει επειδή το σύστημα την επιτρέπει
Photo: Shutterstock
Η συνεχιζόμενη άνοδος των αγορών δεν βασίζεται σε χαμηλές αποτιμήσεις, αλλά στην άφθονη ροή κεφαλαίων και την ανοχή του χρηματοοικονομικού συστήματος.

Η συζήτηση γύρω από την πορεία των αγορών έχει επιστρέψει -ξανά- σε γνώριμα ερωτήματα: Είναι η άνοδος δικαιολογημένη; Βρίσκεται η αγορά σε φούσκα; Πότε έρχεται η διόρθωση; Η διαρκής επανάληψη αυτών των θεμάτων, σε συνδυασμό με την αδιάκοπη ανόδικη κίνηση των δεικτών προς νέα ιστορικά υψηλά, δείχνει ότι μεγάλο μέρος του επενδυτικού ενδιαφέροντος συνεχίζει να δρα σε συνθήκες αβεβαιότητας αλλά και αποδοχής της κατάστασης.

Οι αποτιμήσεις είναι πράγματι υψηλές, τουλάχιστον σε σχέση με ιστορικά μοτίβα. Οι μεγάλοι δείκτες, όπως ο S&P 500 και ο Nasdaq, κινούνται σε επίπεδα που — σε άλλες εποχές — θα ερμηνεύονταν ως προπομποί φούσκας. Ωστόσο, η παρούσα ανοδική πορεία δεν είναι προϊόν μαζικής ευφορίας ή αδιάκριτης τοποθέτησης σε ρίσκο. Είναι το αποτέλεσμα μιας σειράς παραμέτρων που καθιστούν την αγορά λειτουργικά ελκυστική, ακόμη κι αν δεν είναι θεμελιωδώς φθηνή.

Καταρχάς, η κυκλοφορία χρήματος στο σύστημα παραμένει αυξημένη, παρά την επιθετική νομισματική πολιτική των τελευταίων ετών. Οι αγορές κεφαλαίου εξακολουθούν να στηρίζονται από «πληθωρικούς» ισολογισμούς, τόσο κρατικούς όσο και εταιρικούς. Οι εταιρείες με ηγετική παρουσία, ιδιαίτερα στον τεχνολογικό τομέα, λειτουργούν με ισχυρά περιθώρια κέρδους και επιστρέφουν κεφάλαια στους μετόχους — κυρίως μέσω επαναγορών. Έτσι, ενισχύεται η ζήτηση για τις μετοχές τους χωρίς να απαιτείται διάχυση της ανόδου σε όλο το εύρος της αγοράς.

Το αφήγημα της τεχνητής νοημοσύνης προσφέρει ένα επιπλέον στήριγμα. Δεν χρειάζεται να έχει αποδώσει ακόμη σε όρους εσόδων για να επιδρά στην αποτίμηση· αρκεί που δημιουργεί σε πολλές περιπτώσεις βάσιμα αναπτυξιακές προσδοκίες. Ο τρόπος με τον οποίο η αγορά τιμολογεί την τεχνολογική εξέλιξη σήμερα είναι περισσότερο χρηματοοικονομικός παρά θεμελιώδης. Το κεφάλαιο τοποθετείται πριν την εκπλήρωση των οικονομικών ροών, προεξοφλώντας τα αναμενόμενα μεγέθη όχι επειδή το αγνοεί, αλλά επειδή έτσι έχει συνηθίσει να λειτουργεί τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια.

Η σύγκριση με τη φούσκα του 2000 γίνεται συχνά σε άρθρα— και όχι αδικαιολόγητα. Τα διαγράμματα της περιόδου εκείνης εμφανίζουν εντυπωσιακές ομοιότητες με τη σημερινή πορεία του Nasdaq. Όμως, το πλαίσιο είναι διαφορετικό. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η αγορά λειτουργούσε ακόμη μέσα σε ένα θεσμικό περιβάλλον που αντιμετώπιζε το δημόσιο έλλειμμα και το χρέος ως τροχοπέδη. Η νομισματική και η δημοσιονομική πολιτική συνέκλιναν σε κατεύθυνση περιοριστική. Το σήμα προς τις αγορές ήταν ότι η υπερβολή έχει κόστος.

Σήμερα, αυτή η ισορροπία έχει μεταβληθεί. Το χρέος — δημόσιο και ιδιωτικό — όχι μόνο δεν λειτουργεί αποτρεπτικά, αλλά έχει καταστεί ως διαχειρίσιμη παράμετρος. Τα ελλείμματα έχουν σταματήσει να τρομοκρατούν οικονομολόγους και χρηματιστές. Η ίδια η αγορά κρατικών ομολόγων, παρά την αύξηση των επιτοκίων, εξακολουθεί να απορροφά τεράστιες εκδόσεις χωρίς ουσιώδεις στρεβλώσεις. Σε αυτό το περιβάλλον, το κεφάλαιο συμπεριφέρεται με μεγαλύτερη άνεση.

Η άνοδος των χρηματιστηρίων δεν σημαίνει ότι η αγορά αγνοεί τους κινδύνους. Σημαίνει ότι, με βάση το υφιστάμενο σύστημα ροής κεφαλαίων, το ρίσκο εξακολουθεί να πληρώνεται. Και εφόσον πληρώνεται, προτιμάται.

Δεν είναι βέβαιο ότι αυτό το μοντέλο θα διατηρηθεί επ’ αόριστον. Αλλά για την ώρα, λειτουργεί. Και αυτό, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, εξηγεί τη συμπεριφορά των αγορών.

*Ο Γιώργος Καραγεώργος είναι Head of Representative Office στην Ελλάδα, Freedom24

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ: