Οι CEO συμβάλλουν ώστε η ψυχική υγεία να πάψει να είναι ταμπού

Οι CEO συμβάλλουν ώστε η ψυχική υγεία να πάψει να είναι ταμπού
Ένας στους πέντε Αμερικανούς πάσχει από κάποιο πρόβλημα ψυχικής υγείας και το 56% δεν λαμβάνει θεραπεία.

της Carson Kessler

Πριν από λίγο καιρό, θα θεωρείτο μια κάκιστη κίνηση για οποιονδήποτε στον κόσμο των επιχειρήσεων να βγει και να μιλήσει ανοιχτά για την πάλη του στο κομμάτι της ψυχικής υγείας. Τώρα, όμως, οι διευθύνοντες σύμβουλοι παροτρύνουν τους υπαλλήλους τους να κάνουν ακριβώς αυτό.

Αφότου ο CEO της Cisco,  Chuck Robbins, έστειλε ένα email σε ολόκληρη την εταιρεία με θέμα «Καθιστώντας την ψυχική υγεία προτεραιότητα» όπου ενθάρρυνε τους εργαζομένους να «μιλούν ανοιχτά», το inbox του πλημμύρισε με απαντήσεις από περισσότερους από 100 υπαλλήλους, πολλοί από τους οποίους μοιράστηκαν βαθιά προσωπικές εμπειρίες στο κομμάτι της ψυχικής υγείας.

Ένας στους πέντε Αμερικανούς πάσχει από κάποιο πρόβλημα ψυχικής υγείας και το 56% δεν λαμβάνει θεραπεία. Οι επιπτώσεις στον χώρο εργασίας είναι σημαντικές: Σύμφωνα με μια μελέτη του 2015, μόνο η κατάθλιψη κοστίζει στην οικονομία των ΗΠΑ 210 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως λόγω απουσίας από την εργασία, χαμηλής παραγωγικότητας, και άλλων συνθηκών που συχνά συνοδεύουν την κακή ψυχική υγεία. Αυτό σημαίνει ότι η έμφαση στη συναισθηματική υγεία στον χώρο εργασίας είναι όχι μόνο θετική σε ανθρώπινο επίπεδο, αλλά και οικονομικά συνετή.

Ο επιχειρηματικός κόσμος φαίνεται ότι σπεύδει να καλύψει το χαμένο έδαφος. Τον Μάρτιο, περισσότερα από 40 κορυφαία στελέχη, συμπεριλαμβανομένου του CEO της Johnson & Johnson, Alex Gorsky, και του επικεφαλής της Bank of America Merrill Lynch, Brian Moynihan, συμμετείχαν στην Στρογγυλή Τράπεζα για CEO της American Heart Association για να συζητήσουν ένα σχέδιο δράσης που αποσκοπεί στη δημιουργία ενός φιλικού προς την ψυχική υγεία χώρου εργασίας.

Οι στρατηγικές που συζήτησαν περιλάμβαναν τη μείωση του στίγματος γύρω από θέματα ψυχικής υγείας μέσω της ανοικτής συζήτησης και ανατροφοδότησης από τους εργαζομένους, και την προσφορά ψηφιακής συμπεριφορικής τεχνολογίας (για παράδειγμα, εφαρμογές που μπορούν να συνδέσουν εργαζόμενους με ειδικούς θεραπευτές) στο πλαίσιο των ασφαλιστικών προγραμμάτων.

Το αποτέλεσμα αυτής της πρωτοβουλίας είναι ότι άνθρωποι που κάποτε παρέμεναν σιωπηροί και απέφευγαν να ανοιχτούν πάνω σε θέματα ψυχικής υγείας αρχίζουν να αισθάνονται ότι μπορούν να στραφούν προς τους εργοδότες τους για υποστήριξη. Το μήνυμα είναι εξίσου σημαντικό για οποιονδήποτε συναντά δυσκολίες: Δεν είμαστε τόσο μόνοι όσο νομίζαμε.