Η Κίνα ελέγχει τις κρίσιμες πρώτες ύλες: Κίνδυνος για την άμυνα της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ
- 27/05/2025, 12:41
- SHARE

Από τον Απρίλιο, η Κίνα έχει επιβάλει περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών, στέλνοντας σαφές μήνυμα γεωοικονομικής ισχύος. Μέταλλα όπως το δυσπρόσιο, το τέρβιο, το σαμάριο, το γαδολίνιο και το ύττριο είναι ζωτικής σημασίας για την παραγωγή ηλεκτροκινητήρων και ημιαγωγών – και, κατ’ επέκταση, για τη βιομηχανία της άμυνας. Σύμφωνα με το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ, κάθε μαχητικό αεροσκάφος τύπου F-35 περιέχει περίπου 420 κιλά από αυτά τα υλικά, η πλειονότητα των οποίων προέρχεται από την Κίνα.
Ανάλογες ελλείψεις παρατηρούνται και στο γερμάνιο, ένα από τα σπανιότερα μέταλλα στον κόσμο, που χρησιμοποιείται σε συστήματα νυχτερινής όρασης και υπέρυθρης τεχνολογίας. «Η Κίνα έχει ουσιαστικά διακόψει πλήρως τις εξαγωγές της», δηλώνει στέλεχος γερμανικής αμυντικής εταιρείας, επισημαίνοντας ότι «το γερμάνιο αποτελεί σήμερα ένα τεράστιο πρόβλημα». Η εξάρτηση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας από αυτά τα υλικά είναι κρίσιμη. Αν δεν εξασφαλιστεί η απρόσκοπτη προμήθειά τους, η ενίσχυση της ευρωπαϊκής παραγωγής όπλων καθίσταται επισφαλής.
Το ΝΑΤΟ προειδοποιεί για ελλείψεις πρώτων υλών
Η «αλλαγή εποχής» (“Zeitenwende”) που εξήγγειλε ο Όλαφ Σολτς το 2022 έχει ως στόχο να προετοιμάσει τη Γερμανία και τους ευρωπαίους συμμάχους της για πιθανή σύγκρουση με τη Ρωσία, μέσα από επενδύσεις δισεκατομμυρίων στην άμυνα. Το ΝΑΤΟ ήδη από τα τέλη του 2024 έχει επισημάνει οκτώ οπλικά συστήματα για τα οποία η διαθεσιμότητα πρώτων υλών θεωρείται κρίσιμη – μεταξύ αυτών, μαχητικά αεροσκάφη, τεθωρακισμένα, φρεγάτες και πυρομαχικά.
Ο γενικός κανόνας είναι σαφής: όσο πιο σύνθετο και τεχνολογικά εξελιγμένο είναι ένα οπλικό σύστημα, τόσο μεγαλύτερη η ανάγκη για ειδικά υλικά. Εκτός από τις σπάνιες γαίες και το γερμάνιο, κρίσιμα θεωρούνται και το τιτάνιο, η πλατίνα, το γάλλιο, ο γραφίτης, το κοβάλτιο, ο χαλκός, το βανάδιο, το αντιμόνιο και το βολφράμιο. Αυτά τα υλικά βρίσκουν εφαρμογή σε κινητήρες, αισθητήρες, ραντάρ, διατρητικά πυρομαχικά και μηχανισμούς επιβράδυνσης φλόγας. Το βολφράμιο, για παράδειγμα, είναι απαραίτητο για την κατασκευή υψηλής αντοχής κραμάτων που χρησιμοποιούνται σε άρματα, κεφαλές πυραύλων και τουρμπίνες αεροσκαφών.
Η πολυπλοκότητα των αλυσίδων εφοδιασμού προκαλεί ανησυχία
Μέχρι στιγμής, οι περιορισμοί της Κίνας δεν έχουν επηρεάσει άμεσα την αμυντική παραγωγή. Ωστόσο, η ανησυχία εντείνεται. Ειδικοί του κλάδου σημειώνουν ότι οι ευρωπαϊκές αμυντικές βιομηχανίες καταβάλλουν προσπάθειες να εξαλείψουν την εξάρτησή τους από την Κίνα και χώρες με φιλορωσικό προσανατολισμό. Αν και η πρόθεση είναι σαφής, η υλοποίηση είναι δύσκολη – και δαπανηρή.
«Πολλές επιχειρήσεις δεν γνωρίζουν καν σε βάθος τις ίδιες τους τις αλυσίδες εφοδιασμού», λέει ο καθηγητής Michael Essich από το Πανεπιστήμιο Bundeswehr του Μονάχου. Με αλυσίδες που εκτείνονται σε 15 έως 20 επίπεδα και χιλιάδες εμπλεκόμενες εταιρείες, η ιχνηλασιμότητα είναι εξαιρετικά περίπλοκη. Η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, που έχει συρρικνωθεί τις τελευταίες δεκαετίες, συχνά δεν διαθέτει αυτόνομες αλυσίδες εφοδιασμού. «Ήδη από το δεύτερο επίπεδο προμηθευτών, το 70% των εξαρτημάτων και υλικών προέρχεται από πολιτικές – και όχι στρατιωτικές – πηγές», εξηγεί ο Essich. «Οι σπάνιες γαίες είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου».
Η μελέτη του IISS κρούει τον κώδωνα του κινδύνου
Η ανησυχητική αυτή εξάρτηση αποτυπώνεται και σε μελέτη του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (IISS) με έδρα το Λονδίνο: «Οι ελλείψεις προμηθειών αναδεικνύονται σε σημαντικό ζήτημα πολιτικής για την άμυνα», τονίζεται.
«Πιθανοί αντίπαλοι της Δύσης ελέγχουν σχεδόν μονοπωλιακά την προμήθεια πολλών κρίσιμων υλικών».
Και η Ρωσία περιορίζει τις εξαγωγές
Η τάση αυτή δεν περιορίζεται στην Κίνα. Η Ρωσία έχει μειώσει τις εξαγωγές τιτανίου και νικελίου, υλικών απαραίτητων τόσο για την ίδια –που έχει αυξήσει θεαματικά την αμυντική παραγωγή της– όσο και για την αεροναυπηγική βιομηχανία της Δύσης, περιλαμβανομένων των Boeing, Lockheed Martin, BAE Systems και Airbus Defence.
Η ανησυχία στον κλάδο είναι διαχρονική. Όπως σημειώνουν οι αναλυτές, «οι κινεζικοί περιορισμοί εξαγωγών σε κρίσιμα υλικά έχουν επιδεινώσει το πρόβλημα». Οι αυστηροί έλεγχοι αδειοδότησης που επιβάλλει το Πεκίνο, σε απάντηση των αμερικανικών δασμών της εποχής Τραμπ, πλήττουν πλέον και την Ευρώπη. Αυτό ισχύει και για το γάλλιο και το ιρίδιο, που είναι απαραίτητα για την κατασκευή αισθητήρων και ραντάρ.
Η εξάρτηση από την Κίνα είναι σχεδόν απόλυτη, τόσο για την Ευρώπη όσο και για τις ΗΠΑ. Στην περίπτωση του βολφραμίου, η Κίνα ελέγχει το 86% της παγκόσμιας αγοράς. Το μέταλλο αυτό χρησιμοποιείται, μεταξύ άλλων, για την ενίσχυση της κεφαλής του γερμανικού πυραύλου cruise Taurus. Επιπλέον, είναι κυρίαρχος προμηθευτής πυριτίου και αλουμινίου – υλικών που η ΕΕ έχει χαρακτηρίσει στρατηγικά κρίσιμα για την άμυνα.
Συνέπειες επιλογών της Δύσης
«Η σημερινή εξάρτηση είναι απόρροια μακροχρόνιων οικονομικών και πολιτικών αποφάσεων της Δύσης», επισημαίνει το IISS.
«Όταν υπήρξαν φθηνότερες εναλλακτικές στο εξωτερικό, έκλεισαν ευρωπαϊκά ορυχεία και μονάδες επεξεργασίας, ενώ ενισχύθηκαν οι περιβαλλοντικοί κανονισμοί».
Ο Cornelius Herzog, ειδικός σε θέματα πρώτων υλών στην Oliver Wyman, εκτιμά ότι το πρόβλημα εντοπίζεται περισσότερο στη διαδικασία επεξεργασίας παρά στις ίδιες τις πηγές. «Για πολλά υλικά υπάρχουν διαθέσιμες πηγές εκτός Κίνας. Η μεγάλη εξάρτηση αφορά κυρίως τη μεταποίηση, όπως στην περίπτωση του γραφίτη, του βολφραμίου ή της πλατίνας», αναφέρει.
Ούτε στην Ευρώπη ούτε στις ΗΠΑ υπάρχουν επαρκείς υποδομές για την κατεργασία αυτών των υλικών – δημιουργώντας έντονη εξάρτηση από την Ασία, και κυρίως από την Κίνα.
Εναλλακτικές πηγές: Καζακστάν, Ινδία και Γροιλανδία
Η ΕΕ, μέσω της «Στρατηγικής Πρωτοβουλίας για τις Πρώτες Ύλες», επιχειρεί να μειώσει την εξάρτησή της από συγκεκριμένες χώρες. Στόχος είναι έως το 2030 το 10% των κρίσιμων υλικών να εξορύσσεται εντός της ΕΕ και το 40% να υφίσταται επεξεργασία εντός των ευρωπαϊκών συνόρων.
Πρωτοβουλίες βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη, όπως η εξόρυξη βολφραμίου στην Ισπανία, που δυνητικά μπορεί να καλύψει έως και το 20% των αναγκών της ΕΕ. Παράλληλα, συνάπτονται συμφωνίες με χώρες εκτός του κινεζορωσικού άξονα – όπως το Καζακστάν και η Γροιλανδία. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι για τους φυσικούς πόρους της Γροιλανδίας –η οποία υπάγεται στη Δανία– είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον και ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, ακόμη και με στρατιωτικά μέσα.