Κυβερνητικές υποχωρήσεις στην προστασία πρώτης κατοικίας, για να πειστούν οι θεσμοί

Κυβερνητικές υποχωρήσεις στην προστασία πρώτης κατοικίας, για να πειστούν οι θεσμοί
Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης παρακολουθεί τη συζήτηση και ψήφιση της τροπολογίας για την προστασία της Α' κατοικίας καθώς και των άρθρων και του συνόλου του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης «Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία (ΕΕ) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 2016 σχετικά με την προστασία της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους (EEL 157 της 15.6.2016) - Μέτρα για την επιτάχυνση του έργου του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης και άλλες διατάξεις», στην αίθουσα της Ολομέλειας της Βουλής, Πέμπτη 28 Μαρτίου 2019. ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΒΛΑΧΟΣ Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Πέφτει στα 100.000 ευρώ το όριο των επιχειρηματικών οφειλών. Δυσκολεύει και ο τρόπος καθορισμού της αξίας του ακινήτου.

Σε δύο υποχωρήσεις που στόχο έχουν να κάμψουν τις αντιστάσεις των θεσμών για την τροπολογία της προστασίας της πρώτης κατοικίας, καταφεύγει η κυβέρνηση. Όπως ανακοινώθηκε από το προεδρείο της Ολομέλειας της Βουλής, η σχετική ψηφοφορία θα διεξαχθεί ονομαστικά αύριο στις 12:30 το μεσημέρι.

Το υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης προχώρησε σε νομοτεχνική αλλαγή για τα επιχειρηματικά δάνεια, μειώνοντας στις 100.000 ευρώ από 130.000 ευρώ, όπως αρχικά προβλεπόταν, το ύψος του ληξιπρόθεσμου επιχειρηματικού δανείου για να ενταχθεί στη νέα ρύθμιση για την προστασία της πρώτης κατοικίας.

Ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης και αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γιάννης Δραγασάκης, υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση προχώρησε στην αλλαγή αυτή σε ό,τι αφορά τα επιχειρηματικά δάνεια, προκειμένου να μην υπάρξει κανένα πρόβλημα για κρατική επιχορήγηση και να διασφαλιστεί η προϋπόθεση να προχωρήσουμε μπροστά και να δοθεί το πράσινο φως για την αποπληρωμή του 1 δισ. ευρώ από τα κέρδη των κεντρικών τραπεζών.

Όπως διευκρίνισε ο κ. Δραγασάκης, η αλλαγή αφορά μόνο τα επιχειρηματικά δάνεια.

Σύμφωνα με τη ρύθμιση, για να ενταχθεί ένας δανειολήπτης στη ρύθμιση για την προστασία της πρώτης κατοικίας, θα πρέπει το ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών του να μην υπερβαίνει το όριο των 130.000 ανά πιστωτή ή το όριο των 100.000 ανά πιστωτή εάν αφορά επιχειρηματικό δάνειο.

Σημειώνεται ότι τα επιχειρηματικά δάνεια είχαν εξ αρχής χαμηλότερο όριο αντικειμενικής αξίας σε σχέση με τα φυσικά πρόσωπα (175.000 ευρώ έναντι 250.000 ευρώ), με τους δανειστές να εξακολουθούν να ασκούν πιέσεις για περαιτέρω μείωση του ορίου αυτού.

Ακόμα, με άλλη αλλαγή προβλέπεται η δυνατότητα να μπορεί ο αιτών να αποδείξει ότι η εμπορική αξία της κύριας κατοικίας του είναι διαφορετική από αυτή που περιγράφεται στα βιβλία των τραπεζών.

Η νομοτεχνική αλλαγή σε ό,τι αφορά στον «νέο νόμο Κατσέλη» αλλάζει τα όρια του υπολοίπου του επιχειρηματικού δανείου και όχι τα όρια του αρχικού του ύψους

«Η νομοτεχνική αλλαγή σε ό,τι αφορά στον ‘νέο νόμο Κατσέλη’ αλλάζει τα όρια του υπολοίπου του επιχειρηματικού δανείου από 130000 σε 100000 ευρώ, κατά τον χρόνο της αίτησης» σημειώνουν κύκλοι του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης.

Όπως διευκρινίζουν οι ίδιες πηγές, η νομοτεχνική αλλαγή «δεν αλλάζει τα όρια του αρχικού ύψους του επιχειρηματικού δανείου, με τα οποία, ούτως ή άλλως, δεν σχετιζόταν κανένα κριτήριο του νόμου. Επισημαίνεται δε, πως για πρώτη φορά στην Ελλάδα προβλέπεται προστασία πρώτης κατοικίας που συνδέεται με επιχειρηματικά δάνεια».

Στη σχετική νομοτεχνική αλλαγή αναφέρεται συγκεκριμένα:

Στο άρθρο 68  του σχεδίου νόμου:

α) Στο πρώτο εδάφιο της περίπτ. η΄ της παρ. 1, μετά τις λέξεις «δεν υπερβαίνει τις 130.000 ευρώ ανά πιστωτή» προστίθενται οι λέξεις  «ή τις 100.000 ευρώ ανά πιστωτή, αν στις οφειλές αυτές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια».

β) Στο δεύτερο εδάφιο της περίπτ. η΄ της παρ. 1, μετά τις λέξεις «των 130.000 ευρώ» τίθεται οι λέξεις «ή των 100.000 ευρώ, αντίστοιχα».

Διαβάστε ακόμη: Πηγή ευρωζώνης: Δεν υπάρχει ακόμη συμφωνία για την εκταμίευση της δόσης στο επόμενο Eurogroup