Λ. Αναστασάκης: «Η ελληνική βιομηχανία οφείλει να προσαρμοστεί στον ψηφιακό μετασχηματισμό»

Λ. Αναστασάκης: «Η ελληνική βιομηχανία οφείλει να προσαρμοστεί στον ψηφιακό μετασχηματισμό»
Η πορεία της βιομηχανίας σήμερα σε σχέση με τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την πράσινη ανάπτυξη.

Η πανδημία δημιούργησε μια νέα πραγματικότητα και δίδαξε τις επιχειρήσεις ότι αν θέλουν να έχουν παρόν και μέλλον, επιβάλλεται να είναι ευέλικτες και ευπροσάρμοστες σε απρόσμενους εξωγενείς παράγοντες, να παίρνουν πιο εύκολα ρίσκα και να αναπτύσσουν εσωτερικούς μηχανισμούς ώστε να εξαρτώνται όλο και λιγότερο από τρίτους. Βλέποντας τη μεγάλη εικόνα, το σημαντικότερο μήνυμα που εξέπεμψε ο κορωνοϊός είχε να κάνει με τη σημασία της βιομηχανικής παραγωγής στο εσωτερικό κάθε χώρας.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι επιπτώσεις της αποβιομηχάνισης που συντελέστηκε τις τελευταίες δεκαετίες γίνονται ολοένα και πιο ορατές και επιτάσσουν αλλαγή της εθνικής αναπτυξιακής στρατηγικής, εάν θέλουμε να μιλάμε για ενδυνάμωση της ελληνικής οικονομίας. Ο Λευτέρης Αναστασάκης, CEO της Priority, έχοντας θητεύσει σε μερικά από τα ιστορικότερα ελληνικά βιομηχανικά brands, επιχειρεί μέσα από το βιβλίο του «Καινοτομία και βιομηχανικός μετασχηματισμός στην Ελλάδα 1950-1973, μύθοι και αλήθειες για το βιομηχανικό μετασχηματισμό της Ελλάδας» μια ιστορική αναδρομή για την εξέλιξη της ελληνικής βιομηχανίας παίρνοντας ως παράδειγμα εταιρείες όπως η Χαλυβουργική, ΤΙΤΑΝ, ΑΓΕΤ Ηρακλής, Πειραϊκή Πατραϊκή, ΙΖΟΛΑ, Πετζετάκις και τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, οι οποίες στις μεγάλες δόξες τους αποτελούσαν το 25% του συνόλου της ελληνικής βιομηχανίας. Η πρώτη έκδοση του βιβλίου εξαντλήθηκε σε 11 μήνες, ενώ ήδη διδάσκεται σε φοιτητές του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Παράλληλα εξηγεί στο Fortune πώς η χώρα μπορεί να πολλαπλασιάσει το επιχειρηματικό της κεφάλαιο δημιουργώντας νέα case studies, απαντά στο ερώτημα του αν υπάρχει βιομηχανική κουλτούρα, αλλά και στο πώς ενσωματώνονται οι έννοιες της αειφορίας και της ψηφιοποίησης.

Κύριε Αναστασάκη, υπάρχει βιομηχανική κουλτούρα στην Ελλάδα με τη στενή έννοια του όρου; Ποιο θα λέγατε ότι είναι το προφίλ του μέσου Έλληνα βιομήχανου;

Η βιομηχανική κουλτούρα αφορά τόσο τον εργαζόμενο όσο και τον εργοδότη. Είναι γεγονός ότι τις δεκαετίες του 60, 70 και 80 είχε αναπτυχθεί μία κρίσιμη μάζα εργαζομένων στη βιομηχανία, η οποία διέθετε αγάπη, επαγγελματισμό και συνολικά κουλτούρα βιομηχανικού στελέχους. Σταδιακά από την δεκαετία του 2000 η εστίαση σε εργασίες στον δευτερογενή τομέα μειώθηκε τόσο μεταξύ των επιχειρηματιών (οι οποίοι στρέφονταν όλο και περισσότερο προς τον τριτογενή τομέα) όσο και μεταξύ των εργαζομένων. Εάν μπορούμε να ορίσουμε τι σημαίνει μέσος βιομήχανος, άρα να προσεγγίσουμε και το προφίλ του, θα λέγαμε ότι κατά κανόνα είναι ο δημιουργός και ο ιδιοκτήτης μιας μεσαίας μεταποιητικής μονάδας, στο όριο της οικογενειακής επιχείρησης, που συχνά προσπαθεί να την μετατρέψει σε μεγαλύτερη εταιρεία εφαρμόζοντας και σύγχρονες διοικητικές μεθόδους.

Εστιάζοντας στις στρατηγικές βιομηχανικής ανάπτυξης που εφαρμόστηκαν και τις αλλαγές που συντελέστηκαν τις τελευταίες δεκαετίες, το πρόσημο είναι θετικό ή αρνητικό;

Εάν υιοθετήσουμε τον ορισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης τότε «η βιομηχανική πολιτική αφορά την αποτελεσματική και συνεπή εφαρμογή όλων εκείνων των πολιτικών που επηρεάζουν τη διαρθρωτική προσαρμογή της βιομηχανίας με στόχο την προώθηση της ανταγωνιστικότητας», τότε θα λέγαμε ότι η συνεισφορά του κράτους δεν είναι αξιόλογη. Αυτό οφείλεται τόσο στην αμφιθυμία των ελληνικών κυβερνήσεων, όσο και στους περιορισμένους οικονομικούς πόρους προς διάθεση. Πιθανή εξαίρεση αφορά το πενταετές πρόγραμμα 1959 έως 1964, το οποίο εφαρμόστηκε με συνέπεια και σχετική επιτυχία. Από τη μελέτη της βιβλιογραφίας, προκύπτει ότι το κράτος περιορίστηκε στον ρόλο του «διευκολυντή» εισερχομένων επενδύσεων, τόσο για το ξένο, όσο και για το εφοπλιστικό κεφάλαιο. Μετά από την έντονη βιομηχανική ανάπτυξη των 3 πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών, και την αποβιομηχάνιση που επακολούθησε, είναι λογικό να βλέπουμε «το ποτήρι μισοάδειο». Όμως εφόσον πετύχαμε ως χώρα να ανέβουμε στην πρώτη κατηγορία των ευρωπαϊκών ανεπτυγμένων χωρών, μπορούμε να το επαναλάβουμε, γνωρίζοντας μάλιστα ποια λάθη πρέπει να αποφύγουμε.

Πού πηγαίνει η βιομηχανία σήμερα σε σχέση με τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την πράσινη ανάπτυξη;

Είναι γεγονός ότι όταν σήμερα μιλάμε για βιομηχανία, δεν πρέπει να φανταστούμε την απλή ανασύσταση της βιομηχανίας των προηγούμενων δεκαετιών. Όπως σωστά ρωτάτε, η σημερινή βιομηχανία, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο, οφείλει να προσαρμοστεί στον ψηφιακό μετασχηματισμό και να υιοθετήσει τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης. Σε αντίθετη περίπτωση, απλά δεν θα μπορέσει να υπάρξει. Είναι γεγονός ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις, και όχι μόνον οι βιομηχανικές, έχουν αντιληφθεί το ανάγκη προσαρμογής στον ψηφιακό μετασχηματισμό και στην πράσινη ανάπτυξη, και προχωρούν προς αυτή την κατεύθυνση, άλλες με ταχύτατο βήμα άλλες με κάποια υστέρηση.

Θα λέγατε ότι υπάρχει ένας μόνο τρόπος για την καινοτομία;

Σαφώς και υπάρχουν πολλοί τρόποι για την καινοτομία. Η μεταπολεμική εμπειρία έχει αποδείξει ότι η καινοτομία δεν είναι σημειακή, δηλαδή δεν υλοποιείται από έναν άνθρωπο, ή έστω από μία εταιρεία σε μία δεδομένη χρονική στιγμή, και χωρίς τη συνεισφορά άλλων βιομηχανιών, ή και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Η πολύ πρόσφατη και επιτυχής εμπειρία με τα εμβόλια εναντίον του covid-19 απέδειξε για μία ακόμα φορά ότι η τεράστια συσσωρευμένη ανθρώπινη γνώση, προκειμένου να οδηγήσει σε εφαρμοσμένη καινοτομία, απαιτεί τη συνεργασία διαφορετικών εταιρειών, διαφορετικών ειδών επιχειρήσεων (κερδοσκοπικών και μη κερδοσκοπικών, πχ ΑΕΙ) σε διαφορετικές χώρες και ηπείρους. Πρέπει επίσης να τονιστεί ότι η καινοτομία δεν αφορά μονάχα πρωτοπόρες τεχνικές λύσεις, αλλά και τη νομική κατοχύρωση αυτών, καθώς και πρωτότυπες μεθόδους διοίκησης και διάθεσης των προϊόντων και των υπηρεσιών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πώς μπορείς να πολλαπλασιάσεις τα βιομηχανικά case studies στην Ελλάδα ώστε να μεγαλώσει το μερίδιο της βιομηχανίας και παράλληλα να αναπτυχθεί η ελληνική οικονομία;

Προκειμένου να αυξηθεί το μερίδιο της βιομηχανίας στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας, απαιτείται η αξιοποίηση των εγγενών πλεονεκτημάτων της Ελλάδας και των κατοίκων της. Με απλά λόγια δεν είναι πλέον δυνατόν να εστιάσουμε σε βιομηχανίες μεγάλης κλίμακας, όπου το κοστολόγιο παραγωγής παίζει τον κυρίαρχο ρόλο ως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Λογικό είναι να εστιάσουμε σε βιομηχανίες με υψηλή προστιθέμενη αξία ανά μονάδα προϊόντος, όπως για παράδειγμα στα φάρμακα, καθώς και σε βιομηχανίες οι οποίες αξιοποιούν την προσαρμοστικότητα του Έλληνα, όπως και την υψηλή αναλογία πτυχιούχων προς το σύνολο του γενικού πληθυσμού.

Στο εξωτερικό μια συνήθης πρακτική είναι το πάντρεμα της βιομηχανίας με τις τεχνολογικές startups, έτσι ώστε το κράμα που θα προκύψει να συνδυάζει την εμπειρία – τεχνογνωσία με την καινοτομία. Στην Ελλάδα υπάρχει αντίστοιχη φιλοσοφία και διάθεση;

Ο αρμονικός συνδυασμός υφιστάμενων μεγάλων τεχνολογικών μονάδων και νεοφυών επιχειρήσεων δεν είναι κάτι καινούργιο στην Ελληνική πραγματικότητα. Ήδη από την δεκαετία του 60, οι μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις, όπως για παράδειγμα η τσιμεντοβιομηχανία Τιτάν και η Πειραϊκή Πατραϊκή στην Πάτρα, καθώς και τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά αποτέλεσαν βιομηχανικούς πόλους. Αυτές οι επιχειρήσεις συγκρότησαν γύρω τους ένα ολόκληρο σύστημα συνεργαζόμενων μικρών εργολαβικών εταιρειών, οι οποίες με ευελιξία συμπλήρωναν τις απαραίτητες μηχανουργικές εργασίες των μεγάλων εταιρειών. Μεταφέροντας το επιτυχημένο αυτό μοντέλο 60 χρόνια μετά, είναι και σήμερα εφικτό οι νεοφυείς επιχειρήσεις να επιδιώξουν να συνεργαστούν με τις υπάρχουσες βιομηχανίες, προκειμένου να λύσουν υπαρκτά προβλήματα των μεγάλων και μικρότερων ελληνικών εταιρειών. Ευνόητο είναι ότι αυτό ισχύει και αντίστροφα, δηλαδή οι υπάρχουσες βιομηχανίες πρέπει να προσφύγουν στην ακαδημαϊκή κοινότητα και στις νεοφυείς επιχειρήσεις για επίλυση των προβλημάτων τους και συμπλήρωση των δεξιοτήτων τους.

Γιατί ένα βιβλίο για την καινοτομία και τον βιομηχανικό μετασχηματισμό; Ποιο το κεντρικό μήνυμα που θα θέλατε να κρατήσει ο αναγνώστης;

Το βιβλίο για την καινοτομία και τον βιομηχανικό μετασχηματισμό γράφτηκε προκειμένου να φωτιστεί μία συνιστώσα, η οποία έχει αγνοηθεί στην υπάρχουσα ελληνική βιβλιογραφία, η τεχνολογική συνιστώσα. Το βιβλίο εξηγεί με πρακτικά παραδείγματα πως η ενσωμάτωση τεχνολογίας και η ανάπτυξη εφαρμοσμένης καινοτομίας συνεισέφερε στην άνοδο του οικονομικού, βιοτικού και εκπαιδευτικού επιπέδου της χώρας. Αυτό θα ήθελα να είναι το μήνυμα που θα κρατήσει ο αναγνώστης, δεδομένου ότι η άνοδος του βιοτικού και εκπαιδευτικού επιπέδου χάρη στη βιομηχανία τεκμηριώνεται με ποσοτικά στοιχεία.