Ο «Φιλοκτήτης» του Σοφοκλή μέσα από τα μάτια του Κώστα Φιλίππογλου

Ο «Φιλοκτήτης» του Σοφοκλή μέσα από τα μάτια του Κώστα Φιλίππογλου

Ο σκηνοθέτης της πιο πολυαναμενόμενης παράστασης του Φεστιβάλ Επιδαύρου μιλά στο FortuneGreece.

Ο Κώστας Φιλίππογλου ανήκει στη γενιά των νέων καλλιτεχνών. Σε αυτούς που δε διστάζουν να ρισκάρουν και να πρωτοτυπήσουν. Πρωτοπόρος για τα ελληνικά δεδομένα σκηνοθέτης, καθώς η σκηνοθετική του οπτική βασίζεται στο «σωματικό θέατρο», σε ένα θέατρο δηλαδή που τα συναισθήματα εκδηλώνονται μέσα από τις κινήσεις του σώματος.

Από το σχολείο ακόμα είχε καταλάβει πως θέλει να ασχοληθεί με την υποκριτική επηρεασμένος από το θέατρο του Μπρούκ αποφάσισε να ασχοληθεί επαγγελματικά. Τότε που το να παρακολουθείς ευρωπαϊκό θέατρο δεν ήταν τόσο εύκολο, ο Φιλίππογλου βρέθηκε να δουλεύει με τις καλύτερες ευρωπαϊκές ομάδες θεάτρου, όπως εκείνης της Complicité. Το όνομα του έχει συνυπάρξει δίπλα στα σημαντικότερα ονόματα τόσο το ελληνικού θεάτρου, όπως της Πέμυ Ζούνη, της Κατερίνας Λέχου και του Άρη Σερβετάλη αλλά και του Πήτερ Μπρουκ της Αριάν Μνουσκίν.

«Σκηνοθέτης και ηθοποιός» – ο ίδιος δε ξεχωρίζει αυτές τις ιδιότητες. Όταν βρίσκεται στη σκηνή απολαμβάνει την ιστορία και την επικοινωνία με τον κόσμο, σαν σκηνοθέτης όμως απολαμβάνει τη δημιουργία του συνόλου. Όποιο κι αν είναι το κόστος αυτό.

Μετά από μια «γεμάτη» θεατρική χρονιά με τρία έργα, το «Τίρζα» στο θέατρο Ιλίσια Βολανάκη, το «Λευτεριά στη Μήδεια» στο θέατρο Olvio και το «Μένγκελε» στο Faust, αποφασίζει να μη ξεκουραστεί και να αφήσει το δικό του «λιθαράκι» στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου σκηνοθετώντας μια από τις πιο πολυσυζητημένες παραστάσεις του καλοκαιριού: Τον «Φιλοκτήτη», μαζί με τους Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη, Μιχαήλ Μαρμαρινό και Αιμίλιο Χειλάκη.

«Φιλοκτήτης, Ηρακλής, Οδυσσέας. Ήρωες, θύματα, θεοί και άνθρωποι. Πρόσωπα απόλυτα πεπεισμένα πως καθένα έχει το δίκιο με το μέρος του, πάντα πρόθυμα να επαναληφθούν και να επαναλάβουν τα λάθη τους. Άνθρωποι οχυρωμένοι πίσω από τον οίκτο για τον ίδιο τον εαυτό τους. Σπατάλησαν μια ζωή καμαρώνοντας για όσα υπέφεραν και τώρα περιφέρουν τις παλιές πηγές τους σαν παράσημα. Μαζί τους ο Νεοπτόλεμος, ο γιος του Αχιλλέα, το παιδί του ήρωα, πασχίζει να βρει μια θέση ανάμεσα σε αυτό το πάνθεον των επωνύμων ανδρών. Να αποδειχθεί άξιος σαν τον πατέρα του. Τι βάρος στους ώμους! Βρισκόμαστε στο δέκατο χρόνο του Τρωικού Πολέμου. Ο χρησμός λέει πως χωρίς τον Φιλοκτήτη και το φονικό του τόξο, δώρο του ίδιου του Ηρακλή, η Τροία δεν πέφτει. Πρέπει να τον φέρουν πίσω. Πριν από δέκα χρόνια τον εγκατέλειψαν στη Λήμνο, πληγωμένο από το δάγκωμα ιερού φιδιού, γιατί δεν άντεχαν τις κραυγές του πόνου του και τη βρόμα της πληγής του. Πώς τώρα θα τον πείσουν να έρθει να βοηθήσει;»

«Η προηγούμενη χρονιά ήταν αρκετά δύσκολή. Κουράστηκα τόσο σε σωματικό όσο και σε ψυχικό επίπεδο. Κουράζεσαι για μια παράσταση, πονάς. Αλλά και αυτή η κούραση από μόνη της είναι δημιουργική. Ο πόνος και η χαρά κάνουν έναν διαρκή κύκλο. Στην πρόταση της Επιδαύρου δε θα μπορούσα να αρνηθώ». Η συνεργασία αυτή προέκυψε όταν ο Χειλάκης του το πρότεινε και εκείνος δε μπορούσε παρά να δοκιμάσει κάτι που διαρκώς ανέβαλε αλλά αγαπά: Το αρχαίο δράμα. Να μπλέξει το στοιχείο του χορού με την τραγωδία και οι καταστάσεις και τα συναισθήματα να εκφράζονται μέσα από το σώμα. Παρόλο που το έργο περιέχει ένα στάσιμο χορού, εκείνος προσπάθησε να το αυξήσει.

Με το ασάμπλ στο επίκεντρο -με τη συμμετοχή δηλαδή δέκα ατόμων επί σκηνής-, μια εξαιρετική μετάφραση από τον Μπλάνα – ένα «διαμάντι ποίησης» όπως την χαρακτηρίζει – και μια ταλαντούχα ομάδα, η παράσταση αναμένεται να κερδίσει τις καλύτερες εντυπώσεις στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου σε λίγα εικοσιτετράωρα.

«Όταν διάβασα για πρώτη φορά τη μετάφραση ένιωσα την ανάγκη να ακουστεί αυτός ο λόγος, αλλά να ακούγεται στη ψυχή σου. Οι φωνές έγιναν πιο χαμηλές, και οι λέξεις δημιούργησαν τα συναισθήματα.».

Με την βοήθεια τη τεχνολογία στο πλευρό του ώστε να δημιουργήσει τη κατάσταση στη ψυχή του κοινού, ο Φιλίππογλου επέλεξε προσεχτικά την ομάδα του που θα συντελέσει στην επίτευξη του στόχου αυτού.Workshops για τους ηθοποιούς του χορού και η προσωπική επιλογή του Μαρμαρινού και του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη είναι το δυνατό «χαρτί» του. Η σφραγίδα του, όμως, μπήκε και στους συνεργάτες κάτω από τη σκηνή αφού αν κάποιος προσέξει θα δει γνώριμα ονόματα με άτομα που συνεργάζεται χρόνια, όπως η Φρόσω Κορρού.

Ο Φιλοκτήτης πραγματεύεται διάφορες θεματικές, όπως το πρόβλημα πολιτικής ηθικής, και έχει μια έντονη πολιτική διάσταση. Πόσο τυχαία ήταν η επιλογή του εν μέσω μιας έντονης πολιτικά περιόδου; «Το έργο δεν επιλέχθηκε γι αυτό, αλλά δε μπορεί παρά να επιλέχθηκε γι αυτό. Δεν είπαμε ποιο πολιτικό έργο ταιριάζει καλύτερα στο πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας, τα περισσότερα έργα που γράφτηκαν κατά τη διάρκεια των έντονων πολιτικών εποχών άλλωστε (Πελοποννησιακοί πόλεμοι, δημαγωγίες κλπ.) έχουν ακόμα αντίκρισμα μέχρι σήμερα. Το έργο επιλέχθηκε επειδή μας άρεσε, αλλά σαφώς και επειδή περιέχει έναν έντονο πολιτικό λόγο, μαζί με την εγκατάλειψη και τη μοναξιά. Πράγματα που πρέπει να ακουστούν και να αγγίξει τους άλλους, να κάνει το κοινό να σκεφτεί. Όπως οι αρχαίοι με τους μύθους».

Μπορεί να έχει βάλει την υπογραφή του σε διάσημα έργα, όπως του Μπέκετ και του Έγκον Γουλφ, αλλά πρόσφατα ολοκλήρωσε τα γυρίσματα της πρώτης του μεγάλης κινηματογραφικής ταινίας, με τίτλο «Για πάντα». Ο ίδιος πρωταγωνιστεί μαζί με την Άννα Μάσχα σε μια ταινία που πραγματεύεται τη διάρκεια των σχέσεων και κατά πόσο υπάρχει αυτό που λένε «για πάντα». Και η τηλεόραση; «Η τηλεόραση θέλει άλλη δέσμευση, αλλά θα με ενδιέφερε. Ειδικά εν μέσω κρίσης μπορεί να λειτουργήσει όπως το θέατρο και οι άνθρωποι να γυρίζουν τα έργα που οι ίδιοι θέλουν. Από την άλλη είναι το πιο δυνατό μέσο, αν θες δηλαδή να περάσεις τα μηνύματα σου θα πρέπει να απευθυνθείς σε αυτό το μέσο».

Στις ιδιότητες του προστίθεται και η αρμοδιότητα του διδασκάλου. «Τα πράγματα δεν είναι όπως παλιά. Η νέα γενιά είναι πιο εκπαιδευμένη και έχει περισσότερες προσλαμβάνουσες. Έχουν ταξιδέψει και έχουν δει πράγματα τα οποία τα μεταφέρουν και στους άλλους.Τα σύνορα έχουν πέσει και είναι πολύ ευκολότερο κάποιος να δει, να μάθει και να επηρεαστεί από το ευρωπαϊκό θέατρο. Το ελληνικό επίπεδο είναι πολύ υψηλό. Πολύ καλύτερο από τις υπόλοιπες χώρες της Μεσογείου. Δε μπορούμε να συγκριθούμε με το βρετανικό ή το ρωσικό θέατρο αλλά σίγουρα ξεχωρίζουμε και πρέπει να αρχίσει η Ελλάδα να εξάγει τέχνη.»

Διαβάστε ακόμα:

Μια βιβλιοθήκη για όλους!

Τέχνη…φυσικά

Η «Αναγέννηση» του Εθνικού Θεάτρου