Ο κύριος Καλάσνικοφ

Ο κύριος Καλάσνικοφ

Φτωχό παιδί από αγροτική οικογένεια, ο αυτοδίδακτος Μιχαήλ κατάφερε να συνδέσει άρρηκτα το όνομα του με το πιο δημοφιλές σύγχρονο όπλο στον κόσμο.

Από εύπορη οικογένεια χωρικών θήτευσε για πολύ λίγο στα θρανία. Ο Μιχαήλ Καλάσνικοφ που άφησε την τελευταία του πνοή δύο μέρες πριν τα Χριστούγεννα του 2013, έλεγε ότι είναι ένας αυτοδίδακτος «μαστροχαλαστής» που κατάφερε, στα 28 του χρόνια, το 1947, να συνδυάσει τις έμφυτες δεξιότητες μηχανικού με την μελέτη των όπλων, για να συλλάβει το σχέδιο ενός  ημιαυτόματου τυφεκίου, το οποίο πήρε το όνομα του και επί δεκαετίες είναι από τα πλέον δημοφιλή στα πεδία των συγκρούσεων.

Το AK-47 (αρχικά από το Αυτόματο Καλάσνικοφ 1947) είναι απλό στη χρήση του, μικρό σε μέγεθος, φθηνό στην παραγωγή του και σύμφωνα  με την Παγκόσμια Τράπεζα υπολογίζεται ότι 100 εκατομμύρια βρίσκονται στα χέρια  τακτικών -και μη- στρατών.

Ο ρόλος του στο σχεδιασμό και την κατασκευή του τυφεκιού και η προσοχή με την οποία τον περιέβαλε η μηχανή προπαγάνδας του Κρεμλίνου, δεν έκανε τον Καλάσνικοφ πλούσιο, αλλά τον ανέδειξε από απλό στρατιώτη του Κόκκινου Στρατού,  στα ανώτερα αξιώματα της Σοβιετικής αμυντικής γραφειοκρατίας με το βαθμό του στρατηγού και τελικά στο Ανώτατο Σοβιέτ για έξι θητείες.

Πάνω από 100 εκατομμύρια AK-47 έχουν κατασκευαστεί μέχρι σήμερα. και το όπλο που έχει σήμα κατατεθέν τον κυρτό γεμιστήρα του έγινε σύμβολο πολέμου για πολλές δεκαετίες.

Έγινε ακόμα σύμβολο σοβιετικό και επαναστατικό, αλλά και διαδεδομένο εργαλείο της τρομοκρατίας, των παιδιών-στρατιωτών, των απανταχού δικτατόρων και του εγκλήματος. Ο στρατηγός, που πολλές φορές επέκρινε την ανεξέλεγκτη κυκλοφορία του όπλου του, αλλά περηφανευόταν για την φήμη της δικής του έμπνευσης, ξεπέρασε την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης κι ανέλαβε στη συνέχεια τον ρόλο του λαϊκού ήρωα και του αδιαμφισβήτητου Ρώσου πατριώτη.

Διαβάστε ακόμη: Η βιομηχανία των όπλων καλάσνικοφ

Νοσταλγός της «παλιάς καλής εποχής», υπηρέτησε κι ως ανεπίσημος «πρεσβευτής εξοπλισμών» του νέου ρωσικού κράτους. Χρησιμοποιούσε τις δημόσιες εμφανίσεις του για να εμφανίσει τη «θολή» κληρονομιά του AK-47 με θετικό τρόπο και να παραπονεθεί για τις απομιμήσεις, που κατασκευάζονταν παράνομα από πρώην συμμάχους της Σοβιετικής Ένωσης, επηρεάζοντας έτσι αρνητικά τις ρωσικές εξαγωγές. Το όπλο, συνήθιζε να λέει, κατασκευάστηκε για να προστατεύσει «την μητέρα πατρίδα» κι όχι για να εξοπλίσει τρομοκράτες ή εγκληματίες, «είναι αμυντικό όπλο κι όχι επιθετικό».

Η «εισβολή» του Καλάσνικοφ στον δημόσιο βίο προέκυψε από έναν μυστικό διαγωνισμό για να κατασκευαστεί ένα τυφέκιο για το σοβιετικό πεζικό. Το αποτέλεσμα ήταν το ΑΚ-47.

Ο Καλάσνικοφ, λοχίας τότε που είχε τραυματιστεί σε μάχη κατά των Ναζί, πήρε τα εύσημα και η Μόσχα άρχισε την μαζική κατασκευή του όπλου το 1949. Το πρώτο ΑΚ-47 δεν έζησε πολύ. Την δεκαετία του 1950 ακολούθησε ένα νέο μοντέλο, που διατήρησε το σχέδιο του αυθεντικού, με μειωμένο όμως βάρος και πιο εύκολο στην κατασκευή του. Οι Αμερικανοί ειδικοί είχαν απορρίψει το όπλο ως ασήμαντο, υποστηρίζοντας ότι δεν ήταν καλά κατασκευασμένο, ούτε ακριβές και ότι δεν είχε μεγάλο βεληνεκές.

Το ΑΚ-47 εξασφάλισε την θέση του στην ιστορία την δεκαετία του ‘60, στον πόλεμο του Βιετνάμ, όπου το νέο αμερικανικό τυφέκιο, το Μ-16 αντιμετώπιζε προβλήματα διάβρωσης και εμπλοκής στη ζούγκλα, ενώ τα Καλάσνικοφ των Βιετκόνγκ και του στρατού του Βορείου Βιετνάμ απέδιδαν χωρίς κανένα πρόβλημα.

Μέχρι τότε η Σοβιετική Ένωση είχε ήδη δώσει την άδεια κατασκευής του στην Κίνα, την Αίγυπτο, την Βόρεια Κορέα και τις χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας, με συνέπεια να αρχίσουν να κυκλοφορούν στην αγορά μια σειρά από αντίγραφα, εκ των οποίων όλα ονομάζονταν ΑΚ-47.

Διαβάστε ακόμη: Ρωσία: Ελεύθερο μέλος του συγκροτήματος Pussy Riot

Τα τυφέκια, τελικά κατέκλυσαν τους στρατούς στην Ανατολική Ευρώπη και την Ασία και «πέρασαν» από πόλεμο σε πόλεμο, σε τρομοκράτες κι εγκληματίες, με τη «βοήθεια» των μυστικών υπηρεσιών και των μεσαζόντων στη μαύρη αγορά. Οι ΗΠΑ έγιναν ενεργός αγοραστής τους, εξοπλίζοντας με αυτά τους μαχητές που πολεμούσαν κατά των Σοβιετικών στο Αφγανιστάν την δεκαετία του 1980 και τις Ιρακινές δυνάμεις πιο πρόσφατα.

Ο στρατηγός συχνά ισχυριζόταν ότι δεν είχε εισπράξει ούτε μια δεκάρα από την δουλειά του, αν και τα τελευταία χρόνια παρότρυνε τους δημοσιογράφους να μην τον παρουσιάζουν ως φτωχό, επισημαίνοντας ότι διαθέτει ένα μεγάλο διαμέρισμα, ένα καλό αυτοκίνητο και μια άνετη «ντάτσα» στις όχθες μιας λίμνης, κοντά στο εργοστάσιο που εργαζόταν όλα αυτά τα χρόνια. Η δουλειά και η πίστη στην πατρίδα, συνήθιζε να λέει, είναι η ανταμοιβή του.

Το πόσο ουσιαστική ήταν η συμβολή του στον σχεδιασμό και την κατασκευή του ΑΚ-47 συχνά έχει γίνει αντικείμενο συζήτησης. Μια «μετα-σοβιετική» αναφορά στην εφημερίδα Pravda αμφισβητούσε τον κεντρικό του ρόλο, υποστηρίζοντας ότι δυο ανώτεροι του επαλειμμένα τροποποίησαν το όπλο στην διάρκεια των δοκιμών και ότι επειδή ήταν μια «φιλική προσωπικότητα», ιδανική για να συντηρήσει τον προλεταριακό μύθο του αποδόθηκαν άνωθεν τα εύσημα. Ο στρατηγός με πείσμα διέψευδε τέτοιους ισχυρισμούς, ωστόσο συμπλήρωνε ότι το τυφέκιο του ήταν αποτέλεσμα ομαδικής δουλειάς

Σε κάθε περίπτωση το Κρεμλίνο είχε αγκαλιάσει αυτή την εκδοχή, αν και μια προσεκτική ανάγνωση των επίσημων ιστορικών αναφορών και των πολλών δηλώσεων του στρατηγού Καλάσνικοφ δείχνει ότι η αφήγηση της ζωής του, της θητείας του στον πόλεμο και της δουλειάς έχει αλλάξει πολλές φορές.

Τα τελευταία χρόνια ήταν αιχμηρά επικριτικός απέναντι σε όσους πίστευε ότι βοήθησαν στην κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης, ειδικά για τον Μιχαήλ Γκορμπατσώφ και τον Μπόρις Γιέλτσιν. Μέχρι το τέλος παρέμενε πιστός στα σοσιαλιστικά ιδανικά και τους ηγέτες που τις διαμόρφωσαν, παρά τα δεινά που πέρασε η οικογένεια του, με την κατάσχεση της περιουσίας της και την αναγκαστική εξορία της στη Σιβηρία το 1930 και την καταδίκη ενός αδελφού του σε καταναγκαστικά έργα επί επτά χρόνια, όταν ο Μιχαήλ ήταν ακόμα παιδί. Παρόλα αυτά, ο στρατηγός είχε μόνο τα καλύτερα να πει για τον Στάλιν. «Ποτέ δεν τον γνώρισα προσωπικά», έλεγε, «και μετανιώνω γι αυτό».