“Πιες το τσάι σου, Σεμίραμις”: Η Μαρίνα Παπαγεωργίου μας προσκαλεί σε ένα αστρικό ταξίδι στην καρδιά της Αθήνας

“Πιες το τσάι σου, Σεμίραμις”: Η Μαρίνα Παπαγεωργίου μας προσκαλεί σε ένα αστρικό ταξίδι στην καρδιά της Αθήνας
Τι γυρεύει μια θρυλική βασίλισσα της Ασσυρίας στην οδό Μηθύμνης;

Ανήσυχη, πολυπράγμων, ονειροπόλα. Αυτοί είναι μόνο μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που μπορεί να χρησιμοποιήσει κανείς για να περιγράψει την Μαρίνα Παπαγεωργίου. Γέννημα θρέμα Αθηναία, μεγάλωσε στην καρδιά του κέντρου, την Κυψέλη, και σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Η επαγγελματική της διαδρομή ξεκίνησε από τη μετάφραση, ωστόσο η «ερευνητική» Μαρίνα άλλαξε ρότα και βρήκε το δημοσιογραφικό της σπίτι στην εφημερίδα «Καθημερινή», ενώ, από το 1996 μέχρι σήμερα, εργάζεται στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών, όπου είναι υπεύθυνη Γραφείου Τύπου. Και μπορεί να πιστεύει κανείς ότι η συνεχής επικοινωνία με τη “μικρή πόλη” του αεροδρομίου είναι κουραστική, όμως η Μαρίνα Παπαγεωργίου προφανώς δεν κουράζεται ποτέ να ασχολείται με την ανθρώπινη φύση.

Όταν οι δουλειές τελειώνουν και ο κόσμος ησυχάζει, η Μαρίνα περιπλανάται σε κόσμους ονειρικούς και ρομαντικούς, πλάθοντας νέους χαρακτήρες που σιγά-σιγά αποκτούν δική τους υπόσταση. Ίσως γι’αυτό αποφάσισε να ασχοληθεί με τη συγγραφή: για να προσκαλέσει και εμάς σε μία από τις μοναδικές περιπλανήσεις της.

Με αφορμή το καινούργιο βιβλίο της “Πιες το τσάι σου, Σεμίραμις” από τις εκδόσεις Κάκτος, η Μαρίνα Παπαγεωργίου μίλησε στο Fortune Greece για τις πνευματικές της ανησυχίες, αλλά και για τη διαχρονική γοητεία της Αθήνας που συνεχίζει να την εμπνέει.

"Πιες το τσάι σου, Σεμίραμις", εκδόσεις Κάκτος
“Πιες το τσάι σου, Σεμίραμις”, εκδόσεις Κάκτος

Είστε ένας άνθρωπος που έχει αφιερώσει τη ζωή του στον γραπτό λόγο. Έχετε σπουδάσει Αγγλική Φιλολογία, ασχοληθήκατε με τη μετάφραση, εργαστήκατε ως δημοσιογράφος, και σήμερα είστε υπεύθυνη στου Γραφείου Τύπου του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών. Ποια πνευματική ανάγκη σας ώθησε να ασχοληθείτε με τη λογοτεχνία;

Είμαι ένας άνθρωπος ευτυχής, για τις σπουδές που με λαχτάρα επέλεξα, για τις διαδρομές και τα «επαγγελματικά σχολεία» όπου «φοίτησα»∙ τη μετάφραση, τη δημοσιογραφία και την συγγενή με τη δημοσιογραφία «επαγγελματική κατοικία» μου, εδώ και πολλά χρόνια, στο αεροδρόμιο. Όλα ήταν -και είναι- σπουδή και δημιουργία μέσα από τις λέξεις και την αφήγηση, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο. Όλα είναι αφήγηση. Ακόμη και οι «ιστορίες εταιρικής καθημερινότητας» έχουν το storytelling τους. Για την “ενηλικίωσή” μου, διάλεξα τη λογοτεχνική δημιουργία, μια περιπέτεια που πλέον συνειδητοποιώ πως είναι η επιστροφή στην αφετηρία της καρδιάς μου. Αυτή που υπήρχε μέσα μου από παιδί, πριν διαβάσω ό,τι στο μεταξύ διάβασα κι έγιναν αναγνωστικό βίωμα ζυμωμένο με τα βιώματα της ζωής μου. Από παιδί έγραφα, διασκέδαζα διασκευάζοντας και παρωδώντας κείμενα και, πάντα, κρατούσα σημειώσεις. Και η αφήγηση συνεχίζεται…

Πόσο εύκολο είναι για έναν δημοσιογράφο να προσαρμόσει τον τρόπο γραφής του και να μεταπηδήσει από το ρεπορτάζ στο λογοτεχνικό δοκίμιο;

Η δημοσιογραφική γραφή, έχετε δίκιο, απέχει και διαφοροποιείται από τη λογοτεχνική. Εγώ, ωστόσο, αγαπώ τη «σταυροβελονιά» και την οικοδόμηση των κειμένων και, ακόμη και στη δημοσιογραφική έκφραση, προτιμώ τη φαντασία στη γραφή και απεχθάνομαι τα «κλισέ». Ακόμη και όταν πρόκειται για κάποιο εξόχως corporate κείμενο Δελτίου Τύπου, για κάθε πράγμα υπάρχει ένας μη τυποποιημένος τρόπος «να το πεις». Ναι, η τυποποιημένη δημοσιογραφική γραφή απέχει και διαφοροποιείται πολύ από τη λογοτεχνική, αλλά, θα το ξαναπώ: όλα είναι αφήγηση και, ας πούμε, είναι κάτι σαν το παιχνίδι Lego με λέξεις. Χαίρομαι που το storytelling επηρεάζει πλέον το δημοσιογραφικό αποτύπωμα, γιατί δεν είναι «παραμύθι». Είναι ο τρόπος να πει κάποιος την αλήθεια και τα πράγματα σε λόγο όχι «ξύλινο» και αποστειρωμένο. Από την άλλη, λυπάμαι όταν ακούω ανθρώπους να λένε – λόγω της εξοικείωσης με το κλασικό περιβάλλον των media – πως ένα λογοτεχνικό μυθιστόρημα τους άρεσε επειδή είναι γραμμένο «δημοσιογραφικά». Ωστόσο, μήπως η τάση «από-αποστείρωσης» πλέον της δημοσιογραφικής γλώσσας δεν είναι τυχαία;

Η πρώτη σας συγγραφική δουλειά, «Γλυκιά Πενικιλίνη» αποτελούνταν από 14 αυτοτελείς ιστορίες. Ποιο ήταν το έναυσμα που σας ώθησε στη συγγραφή ενός μυθιστορήματος;

Ήταν η ανάγκη του χώρου που χρειάζεται, ενός μεγάλου καμβά για να απλώσεις μια ιστορία και να ξεδιπλώσεις περισσότερο πρόσωπα και πράγματα, έργα και ημέρες, σε μια μεγάλη διαδρομή, σε μια περιπέτεια. Στο διήγημα απαιτείται η τέχνη να κάνεις τον κύκλο γρήγορα και, με σοφή οικονομία, να φωτίσεις χαρακτήρες και θέμα∙ και, κλείνοντας το φως, να έχει κλείσει κι αυτός ο μικρός κύκλος απολαυστικά. Για το «Πιες το τσάι σου, Σεμίραμις», χρειαζόμουν την ευρυχωρία του μυθιστορήματος για να χτίσω ένα σύμπαν που να χωράει τη «σταυροβελονιά» και το γαϊτανάκι ανθρώπων, τόπων, ιδεών και διαδρομών που ονειρεύτηκα και ήθελα ν’ απολαύσω και να βασανιστώ πλάθοντάς το. Με πρωταγωνιστές και δευτεραγωνιστές να εναλλάσσονται, σε πρώτο και σε δεύτερο πλάνο, «πρωταγωνιστικά και δευτεραγωνιστικά».

"Γλυκιά Πενικιλίνη", εκδόσεις Ιωλκός

«Πιες το τσάι σου, Σεμίραμις» είναι ο τίτλος του νέου βιβλίου σας. Θα μας δώσετε κάποια στοιχεία του, χωρίς να προδώσουμε την πλοκή;

Πίσω από τον αινιγματικό τίτλο κρύβεται άραγε η βασίλισσα της Βαβυλώνας; Ή μήπως ο Αστεροειδής Σεμίραμις; Είναι αλήθεια πως μου αρέσει να με ρωτούν τι κρύβεται πίσω από τον μυστηριώδη τίτλο, ωστόσο, ας πούμε πως κρύβεται ο Ευγένιος Ιονέσκο. Κι ίσως να προσθέσουμε πως – με τρόπο «παράλογο» ή και καθόλου, για να παραπέμψουμε στον Ευγένιο – αντανακλά την ήρεμη δύναμη και, ταυτόχρονα, την υπερχειλίζουσα ενέργεια.

Γεννηθήκατε στην Αθήνα και μεγαλώσατε στην Κυψέλη και δεν μπορώ να μην παρατηρήσω ότι η πλοκή του καινούργιου βιβλίου σας «Πιες το τσάι σου, Σεμίραμις», όπως και ιστορίες από το πρώτο σας έργο «Γλυκιά Πενικιλίνη», διαδραματίζονται στην Αθήνα. Σαν αυθεντικό παιδί της πόλης, αντλείτε έμπνευση μέσα από τα δικά σας βιώματα;

Και στη «Γλυκιά Πενικιλίνη» και στο  «Πιες το τσάι σου, Σεμίραμις», το έμψυχο σκηνικό είναι «η Αθήνα, η γειτονιά μου» και «το σπίτι μου, η Κυψέλη». Όχι μόνο αντλώ έμπνευση από τη γειτονιά και την πόλη της ενηλικίωσής μου, αλλά το δεύτερο βιβλίο μου ήρθε να μου αποκαλύψει πως η γοητεία που μου ασκεί αυτή η «κυψέλη», οι γειτονιές των ανθρώπων και το μελίσσι της πόλης, είναι  ανεξάντλητη.

Στο βιβλίο διηγείστε με νοσταλγία και ρομαντισμό τις ιστορίες ανθρώπων της διπλανής πόρτας, οι οποίοι συνδέονται με δεσμούς αγάπης και όχι αίματος. Πιστεύετε ότι λείπει αυτό το «δέσιμο» μεταξύ των ανθρώπων που κατοικούν στις πόλεις σήμερα;

Ό,τι κι αν αλλάζει γύρω μας, η ανθρώπινη φύση μένει αμετάβλητη. Οι άνθρωποι έχουν πάντοτε ανάγκη τη διπλανή πόρτα. Και τις σχέσεις με ανθρώπους που δεν είναι συγγενείς μας εξ αίματος, κι όμως, έχουν τη δύναμη ακόμη και να μας αλλάξουν ή, έστω, να μας αποκαλύψουν τον εαυτό μας. Τους διαλέγουμε μέσα στην πόλη που πληθαίνει, τους ψάχνουμε, τους αναζητούμε, τους πληγώνουμε, τους αγαπάμε και τους εξερευνούμε, τους ζυγώνουμε και τους διώχνουμε. Ο άνθρωπος από τη φύση του αυτό θα κάνει πάντα.

Υπάρχει η συγγραφή ενός καινούργιου βιβλίου στα μελλοντικά σας σχέδια;

Όπως είπαμε ξεκινώντας την κουβέντα μας -και κλείνοντας τώρα τον κύκλο της- η αφήγηση συνεχίζεται…

Το βιβιλίο “Πιες το τσάι σου Σεμίραμις” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κάκτος

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ