Πρόβλημα συντονισμού στην αξιοποίηση των επιχειρηματικών χρηματοδοτικών εργαλείων

Πρόβλημα συντονισμού στην αξιοποίηση των επιχειρηματικών χρηματοδοτικών εργαλείων

Χρήσιμη η σύσταση ενός εθνικού φορέα που θα έχει αρμοδιότητα κεντρικής διαχείρισης των πόρων και των ενδιάμεσων φορέων υλοποίησης.

Καλύτερο συντονισμό μεταξύ τραπεζών, κράτους και επιχειρήσεων χρειάζεται η Ελλάδα προκειμένου να αποτυπωθούν σωστά οι πραγματικές χρηματοδοτικές ανάγκες των επιχειρήσεων.

Στο συμπέρασμα αυτό και στη διατύπωση της ανάγκης δημιουργίας ενός κεντρικού εθνικού φορέα για τον καλύτερο συντονισμό και έλεγχο των χρηματοδοτικών εργαλείων στη νέα προγραμματική περίοδο 2014- 2020, καταλήγει η μελέτη του Συνδέσμου Εταιρειών Συμβούλων Μάνατζμεντ Ελλάδος (ΣΕΣΜΑ), σε συνεργασία με την εταιρεία- μέλος του, PwC.

Όπως αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια παρουσίασης της μελέτης με τίτλο «Χρηματοδότηση μέσω καινοτόμων χρηματοδοτικών εργαλείων στη νέα προγραμματική περίοδο 2014- 2020», η Ελλάδα διαθέτει ήδη εμπειρία στη χρήση χρηματοδοτικών εργαλείων, που πρέπει να αξιοποιηθεί για την καλύτερη στοχοθέτηση της χρήσης τους στη νέα προγραμματική περίοδο. Δομές όπως το Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης (ΕΤΕΑΝ) και το JEREMIE μπορούν να αξιοποιηθούν με πιο ορθολογικό τρόπο. Ωστόσο, καταγράφεται η ανάγκη τα χρηματοδοτικά εργαλεία να λειτουργούν συμπληρωματικά και όχι ανταγωνιστικά.

Σύμφωνα με τη μελέτη, η δημιουργία του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων. Ωστόσο, η ύπαρξη μιας ακόμη δομής κάνει πιο επιτακτική την ανάγκη συντονισμού μέσω ενός κεντρικού εθνικού φορέα ώστε να περιοριστεί ο κατακερματισμός και η έλλειψη στόχευσης.

Ένας τέτοιος φορέας θα πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθεί τις ανάγκες της αγοράς, να χαράσσει πολιτική και να σχεδιάζει παρεμβάσεις με χρήση χρηματοδοτικών εργαλείων. Ο φορέας θα μπορούσε να έχει αρμοδιότητα κεντρικής διαχείρισης των πόρων (umbrella fund), συντονισμού και ελέγχου των ενδιάμεσων φορέων υλοποίησης του σχεδιασμού και διαχείρισης των χρηματοδοτικών εργαλείων.

Στην Ελλάδα, τα πρώτα χρηματοδοτικά εργαλεία σχεδιαστήκαν στο πλαίσιο του Γ’ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και αφορούσαν κυρίως εγγυήσεις για μικρές επιχειρήσεις μέσω του Ταμείου Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων (ΤΕΜΠΜΕ). Στην προηγούμενη προγραμματική περίοδο, το εύρος των χρηματοδοτικών εργαλείων επεκτάθηκε σε μια σειρά από πρωτοβουλίες που αφορούσαν, πέρα από την ενίσχυση ΜμΕ και την επιχειρηματικότητα, στους τομείς της αστικής ανάπτυξης («JESSICA») και στην ενεργειακή αποδοτικότητα («Εξοικονομώ κατ’ οίκον»).

Ειδικά όμως στην επιχειρηματικότητα η αύξηση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών εργαλείων υπήρξε εντυπωσιακή (δεσμεύτηκαν σχεδόν 1,8 δισ. ευρώ), χωρίς όμως την ανάλογη επιτυχία στην απορρόφηση και υλοποίηση τους.

Αναλύοντας τα προβλήματα και κενά σχετικά με την χρήση χρηματοδοτικών εργαλείων στην Ελλάδα, στη μελέτη επισημαίνεται ότι η προηγούμενη προγραμματική περίοδος ουσιαστικά συνέπεσε με την κορύφωση της κρίσης στην Ελλάδα και την αστάθεια του τραπεζικού συστήματος, που επηρέασε σε πολύ μεγάλο βαθμό την αξιοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων που σχεδιάστηκαν. Επίσης, η παρατεταμένη ύφεση και υψηλή εξάρτηση μικρών επιχειρήσεων από τραπεζικό δανεισμό οδήγησε σε ραγδαία αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που κατέστησε πολλές επιχειρήσεις μη επιλέξιμες για τα χρηματοδοτικά εργαλεία.

Η έλλειψη ρευστότητας λειτούργησε ως αποτρεπτικός παράγοντας παροχής χρηματοδότησης από τις τράπεζες και αύξησε το κόστος δανεισμού. Η καταγραφή και αποτύπωση των αναγκών/απαιτήσεων των επιχειρήσεων στην Ελλάδα ήταν ελλιπής, γεγονός που επηρέασε την αποτελεσματικότητα του σχεδιασμού και συντέλεσε στη χαμηλή απορροφητικότητα των χρηματοδοτικών εργαλείων κατά την τελευταία προγραμματική περίοδο.

Από μία ενδεικτική καταγραφή προβλημάτων και θεσμικών κενών που παρατηρήθηκαν στην υλοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων προκύπτουν τα εξής:

Μικρο- δάνεια: Λόγω της απουσίας εξειδικευμένων/μη-τραπεζικών δομών για την υλοποίηση τέτοιων εργαλείων, στην Ελλάδα επιχειρήθηκε η προώθηση μικρό-δανείων μέσω εμπορικών τραπεζών, που αλλοίωσαν όμως τη λογική τους απαιτώντας υψηλές εξασφαλίσεις και κρίνοντας τις αιτήσεις με τραπεζικά κριτήρια.

Δάνεια επιμερισμού ρίσκου: Η αστάθεια και έλλειψη ρευστότητας των εμπορικών τραπεζών που λειτουργούν ως ενδιάμεσοι φορείς για αυτά τα εργαλεία, σε συνδυασμό με το πάγωμα των πλειστηριασμών και την κατάρρευση της αξίας των ακινήτων οδήγησαν σε υψηλές απαιτήσεις σε εξασφαλίσεις για την παροχή αυτών των δανείων. Επίσης, οι επιχειρήσεις επιβαρύνονται σημαντικά από τις υψηλές γραφειοκρατικές απαιτήσεις που συνδέονται με τη χρήση των χρηματοδοτικών εργαλείων (αιτήσεις, δικαιολογητικά, αναλυτικά επιχειρησιακά σχέδια κ.ά.).

Κεφάλαια συν-επένδυσης: Δεν υπάρχει σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο που να παρέχει προστασία και κίνητρα (πχ φορολογικά) για τους επενδυτές.

Εγγυήσεις: Απαρχαιωμένο θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις εγγυήσεις. Ουσιαστικά, το θεσμικό πλαίσιο που υπάρχει σήμερα γράφτηκε για την προστασία των εγγυητών ως φυσικά πρόσωπα. Ως αποτέλεσμα όμως, τα ταμεία εγγυήσεων μπορούν θεωρητικά να αξιοποιήσουν τις διατάξεις αυτές (π.χ. δικαίωμα στην ένσταση διζήσεως), γεγονός το οποίο αποτρέπει τις τράπεζες από τη χρήση των εγγυήσεων. Επίσης, όπως και στην περίπτωση των δανείων επιμερισμού ρίσκου, η διαδικασία παροχής εγγυήσεων προϋποθέτει μεγάλη γραφειοκρατία για τις επιχειρήσεις, πράγμα που εμποδίζει την επιτυχή εφαρμογή τους.

Η μελέτη αναλύει τις κατηγορίες των χρηματοδοτικών εργαλείων στην ΕΕ που έχουν εφαρμοστεί κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων προγραμματικών περιόδων και τα οφέλη από την εφαρμογή τους. Οι βασικές κατηγορίες χρηματοδοτικών εργαλείων είναι οι εγγυήσεις, τα δάνεια επιμερισμού ρίσκου και τα εργαλεία συν-επένδυσης. Αναφορά γίνεται και στα υβριδικά εργαλεία τύπου Mezzanine, τα οποία συνδυάζουν δάνεια με επενδυτικά κεφάλαια, αλλά όπως προκύπτει από την μελέτη, δεν έχουν διαδοθεί ιδιαίτερα, κυρίως λόγω έλλειψης των κατάλληλων οργανισμών που θα μπορούσαν να τα υλοποιήσουν.

Σύμφωνα με τη μελέτη, σε αντίθεση με την προηγούμενη προγραμματική περίοδο, οι προτεινόμενοι κανόνες για τα χρηματοοικονομικά εργαλεία της περιόδου 2014- 2020 δεν είναι περιοριστικοί ως προς τους τομείς, τους δικαιούχους, τους τύπους έργων και δραστηριοτήτων προς υποστήριξη.

Βασική προτεραιότητα χρηματοδότησης μέσω χρηματοδοτικών εργαλείων αποτελεί η ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και, ειδικότερα, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των ΜμΕ μέσω εξωστρέφειας και καινοτομίας. Επίσης, κρίσιμα είναι και τα χρηματοδοτικά εργαλεία ενίσχυσης του εργατικού δυναμικού και τα χρηματοδοτικά εργαλεία για την παραγωγή των επιχειρηματικών επενδύσεων, κυρίως στην έρευνα και καινοτομία καθώς και σε έργα υποδομών.

Σημειώνεται ότι η επιτυχημένη σχεδίαση και υλοποίηση των χρηματοδοτικών εργαλείων εξαρτάται από τη σωστή αξιολόγηση των αναγκών των επιχειρήσεων και των χρηματοδοτικών κενών της αγοράς. Συνεπώς, είναι αναγκαία η αξιολόγηση της υφιστάμενης κατάστασης, ώστε να εντοπιστούν οι αδυναμίες της αγοράς, οι παράγοντες που δυσχεραίνουν τις επενδυτικές συνήθειες και να εκτιμηθεί η προστιθέμενη αξία των προτεινόμενων χρηματοδοτικών εργαλείων για τη νέα προγραμματική περίοδο.