Ρουμπινί: Απειλή η άνοδος των μακροπρόθεσμων επιτοκίων – Η κυβέρνηση των ΗΠΑ χειραγωγούσε την αγορά ομολόγων

Ρουμπινί: Απειλή η άνοδος των μακροπρόθεσμων επιτοκίων – Η κυβέρνηση των ΗΠΑ χειραγωγούσε την αγορά ομολόγων
Ο Νουριέλ Ρουμπινί προειδοποιεί για τους κινδύνους από την άνοδο των μακροπρόθεσμων επιτοκίων και την επιστροφή κυβερνητικών παρεμβάσεων μέσω του μοντέλου ATI, που υποκαθιστά τη νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών.

΄Eντονη ανησυχία για την άνοδο των μακροπρόθεσμων επιτοκίων διεθνώς εκφράζει με άρθρο του στους Financial Times ο διεθνούς φήμης οικονομολόγος Νουριέλ Ρουμπινί, υποστηρίζοντας πως η εξέλιξη αυτή απασχολεί ιδιαίτερα τα υπουργεία Οικονομικών. Όπως επισημαίνει, τα υψηλότερα επιτόκια αυξάνουν σημαντικά το κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, ενώ ταυτόχρονα θέτουν σε κίνδυνο την οικονομική ανάπτυξη.

Ο Ρουμπινί σημειώνει ότι οι ανεξάρτητες κεντρικές τράπεζες αποφεύγουν να προχωρήσουν σε νέες παρεμβάσεις, όπως η επαναφορά προγραμμάτων χαλάρωσης, ήτοι αγορών μακροχρόνιων ομολόγων ή η μείωση των βασικών επιτοκίων, λόγω του γεγονότος ότι ο πληθωρισμός παραμένει υψηλότερος από τον στόχο στις περισσότερες ανεπτυγμένες οικονομίες.

Υπό αυτές τις συνθήκες, ο Ρουμπινί παρατηρεί ότι τα υπουργεία Οικονομικών στρέφονται σε έμμεσες μορφές «ποσοτικής χαλάρωσης» μέσω αλλαγών στη διαχείριση του δημόσιου χρέους. Ειδικά για τις ΗΠΑ, αναφέρει ότι επί διακυβέρνησης Μπάιντεν, το υπουργείο Οικονομικών τροποποίησε τη σύνθεση του εκδοθέντος χρέους αυξάνοντας τις βραχυπρόθεσμες εκδόσεις σε βάρος των μακροπρόθεσμων τίτλων.

Σε ανάλυση που είχε συνυπογράψει με τον Στίβεν Μίραν, ο οποίος πλέον είναι επικεφαλής του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων του Ντόναλντ Τραμπ, ο Ρουμπινί είχε ονομάσει αυτήν τη στρατηγική «Ενεργητική Έκδοση Ομολόγων από το Υπουργείο Οικονομικών» (Activist Treasury Issuance – ATI). Τη συνέκρινε με μια παραλλαγή της «Επιχείρησης Twist» της Fed, κατά την οποία η κεντρική τράπεζα αγόραζε μακροπρόθεσμα ομόλογα και πουλούσε βραχυπρόθεσμα, ώστε να μειώσει τις αποδόσεις των πρώτων. Στην περίπτωση του ATI, όμως, η ίδια η κυβέρνηση μείωνε την προσφορά μακροχρόνιου χρέους, διαμορφώνοντας έτσι τις αποδόσεις χωρίς τη μεσολάβηση της Fed.

Ο Ρουμπινί επικρίνει το ATI ως παρέμβαση της δημοσιονομικής αρχής στην νομισματική πολιτική. Επισημαίνει ότι πολλοί Ρεπουμπλικάνοι, μεταξύ αυτών και ο τωρινός υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, είχαν εκφράσει παρόμοιες ανησυχίες. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι τόσο ο Μπέσεντ όσο και ο Μίραν κατέχουν κεντρικούς ρόλους στη νέα οικονομική ομάδα Τραμπ, το ATI δεν φαίνεται να εγκαταλείπεται· αντίθετα, εφαρμόζεται ακόμη, καθώς η κατάργησή του θα οδηγούσε σε απότομη αύξηση των μακροπρόθεσμων επιτοκίων.

Αυτό που προβληματίζει ακόμη περισσότερο τον Ρουμπινί είναι ότι ο Μπέσεντ δεν αποκλείει το ενδεχόμενο περαιτέρω ενίσχυσης της παρέμβασης μέσω άμεσων επαναγορών μακροπρόθεσμου χρέους από το αμερικανικό δημόσιο, σε περίπτωση διαταραχής στις αγορές. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό ισοδυναμεί με μια ακόμη πιο έντονη μορφή κρατικά υποκινούμενης ποσοτικής χαλάρωσης.

Ο Ρουμπινί υπογραμμίζει πως το φαινόμενο δεν περιορίζεται στις ΗΠΑ. Στην Ιαπωνία, οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων έχουν αυξηθεί από αρνητικά επίπεδα προ του 2022 σε περίπου 1,6%, λόγω της στροφής της Τράπεζας της Ιαπωνίας σε πιο περιοριστική πολιτική. Ταυτόχρονα, το δημόσιο χρέος της χώρας πλησιάζει το 250% του ΑΕΠ. Καθώς η επιστροφή της Τράπεζας της Ιαπωνίας στην ποσοτική χαλάρωση θεωρείται απίθανη εκτός αν προκύψει νέα αποπληθωριστική ύφεση, το ιαπωνικό υπουργείο Οικονομικών φέρεται να εξετάζει το δικό του πρόγραμμα ATI, μειώνοντας την έκδοση μακροπρόθεσμων τίτλων.

Όπως εξηγεί ο Ρουμπινί, η πρόβλεψη που είχε κάνει με τον Μίραν, ότι το ATI είναι ένα εργαλείο στο οποίο οι κυβερνήσεις εθίζονται, φαίνεται να επιβεβαιώνεται. Μάλιστα, προειδοποιεί ότι, όταν μια κυβέρνηση ξεκινήσει μια τέτοια στρατηγική, υπάρχει κίνδυνος οι επόμενες να την ενισχύσουν ακόμη περισσότερο, όπως ενδέχεται να συμβεί με τη διακυβέρνηση Τραμπ. Αυτό, σύμφωνα με τον ίδιο, ενθαρρύνει και άλλες χώρες, όπως η Ιαπωνία, να ακολουθήσουν.

Όσον αφορά το ποιοι θα μπορούσαν να είναι οι επόμενοι, ο Ρουμπινί εκτιμά ότι η Ευρωζώνη είναι λιγότερο πιθανό να υιοθετήσει ATI, λόγω των εργαλείων που διαθέτει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για την αποτροπή της ανεξέλεγκτης διεύρυνσης των spreads μεταξύ των χωρών-μελών. Επιπλέον, δεν υπάρχει ενιαία δημοσιονομική αρχή που να εκδίδει χρέος για λογαριασμό της Ένωσης. Αντίθετα, το Ηνωμένο Βασίλειο είναι πιο πιθανό να υιοθετήσει ATI, εξαιτίας της εύθραυστης δημοσιονομικής του κατάστασης.

Ο Ρουμπινί υπενθυμίζει ότι οι οικονομολόγοι συζητούν εδώ και χρόνια για το αν η κυριαρχία στη χάραξη πολιτικής ανήκει στις κυβερνήσεις ή στις κεντρικές τράπεζες. Σήμερα, όμως, με τον πληθωρισμό να παραμένει υψηλός σε ΗΠΑ, Ιαπωνία και Ηνωμένο Βασίλειο, και με το δημόσιο χρέος να αυξάνεται, πλησιάζουμε –όπως λέει– σε ένα νέο πλαίσιο, όπου οι κεντρικές τράπεζες υποχωρούν μπροστά στην ανάγκη χρηματοδότησης ελλειμμάτων.

Καταλήγει προειδοποιώντας ότι η συνεχής χρήση πολιτικών τύπου ATI δημιουργεί σοβαρούς κινδύνους. Οι δημοσιονομικές αρχές, παρεμβαίνοντας ουσιαστικά στη νομισματική πολιτική, προκαλούν ασυνέπειες και ηθικό κίνδυνο, ενισχύουν την υπερβολική ανάληψη ρίσκου μέσω μόχλευσης και ενδέχεται να τροφοδοτήσουν περαιτέρω πληθωρισμό. Σε μια εποχή που οι κεντρικές τράπεζες προσπαθούν να διατηρήσουν τη σταθερότητα των τιμών, τέτοιες παρεμβάσεις οδηγούν σε χαλάρωση των χρηματοπιστωτικών συνθηκών – ανοίγοντας την πόρτα σε ένα νέο, πολιτικά επηρεασμένο οικονομικό κύκλο. 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ:

Πηγή: Financial Times