Τα ελληνικά τρόφιμα μπροστά σε μια κρίσιμη καμπή και μια… ευκαιρία
- 05/08/2025, 13:52
- SHARE

Μέσα σε ένα περιβάλλον γεωπολιτικής αστάθειας και αυξανόμενων πιέσεων στο διεθνές εμπόριο, ο ελληνικός επιχειρηματικός τομέας διατηρεί έστω και οριακά θετικό έδαφος. Το πρώτο τρίμηνο του 2025 καταγράφηκε ετήσια αύξηση 0,9% σε αποπληθωρισμένους όρους, αισθητά χαμηλότερη από την περσινή επίδοση (+3%). Με την αβεβαιότητα να επιμένει, οι προσδοκίες στρέφονται σε κλάδους με πιο σταθερές βάσεις και σαφείς στρατηγικές προοπτικές.
Σε αυτό το πλαίσιο, η βιομηχανία τροφίμων και ποτών ξεχωρίζει. Όχι μόνο επειδή διατηρεί θετική δυναμική με αύξηση 3,9% στο τελευταίο εξάμηνο αλλά γιατί δείχνει να έχει σταθερά ενισχυθεί σε βάθος χρόνου. Πρόκειται για έναν από τους λίγους κλάδους της μεταποίησης που έχουν αποδείξει διαχρονική ανθεκτικότητα, ανεξαρτήτως κύκλου, επισημαίνει ανάλυση της Εθνικής Τράπεζας.
Τα ελληνικά τρόφιμα αποδείχθηκαν ανθεκτικά ήδη από την περίοδο της κρίσης. Στην 25ετία 2001–2024, ο κλάδος κατέγραψε σχεδόν αδιάκοπη ανοδική πορεία, ακόμη και όταν η υπόλοιπη βιομηχανία υποχωρούσε. Την τελευταία δεκαετία, η εικόνα αυτή εδραιώθηκε: οι πωλήσεις αυξήθηκαν σταθερά, η εξαγωγική παρουσία ενισχύθηκε και οι δείκτες αποδοτικότητας κατέγραψαν σημαντική βελτίωση.
Το 2024, το 24% των πωλήσεων του κλάδου προήλθε από εξαγωγές σχεδόν διπλάσιο ποσοστό σε σχέση με το 2014 πλησιάζοντας τον μέσο όρο της ΕΕ. Παράλληλα, η απόδοση ενεργητικού αυξήθηκε από 2,2% πριν την κρίση σε 3,9%, αντανακλώντας αυξημένη κερδοφορία και καλύτερη κεφαλαιακή αξιοποίηση.
Η ζήτηση για ελληνικά τρόφιμα παραμένει ισχυρή σε αγορές του εξωτερικού, παρά τις αναταράξεις στο παγκόσμιο εμπόριο. Πρόκειται για στρατηγικό πλεονέκτημα που δεν πρέπει να μείνει ανεκμετάλλευτο. Η πρόκληση πλέον είναι να μετατραπεί η ανθεκτικότητα σε αναπτυξιακό επιταχυντή, μέσα από στοχευμένες επενδύσεις και διαρθρωτικές παρεμβάσεις.
Ποιοι είναι οι δύο βασικοί άξονες
Δύο είναι οι άξονες που μπορούν να στηρίξουν τη μεσοπρόθεσμη απογείωση του κλάδου:
1. Η ενίσχυση της προστιθέμενης αξίας μέσω της μεταποίησης. Σήμερα, μόλις το 46% της αγροτικής παραγωγής επεξεργάζεται σε βιομηχανικό επίπεδο, έναντι 60% στην ΕΕ. Η σύγκλιση σε αυτό το επίπεδο θα μπορούσε να αποφέρει επιπλέον 2 δισ. ευρώ για την οικονομία.
2. Η αύξηση της παραγωγικότητας στον πρωτογενή τομέα. Αν και ο αγροδιατροφικός τομέας της Ελλάδας έχει υψηλή συνεισφορά στο ΑΕΠ (3,7% έναντι 1,5% στην ΕΕ), υπολείπεται σε παραγωγικότητα ανά μονάδα γης κατά περίπου 11%. Η σύγκλιση και σε αυτό το σκέλος θα μπορούσε να προσθέσει ακόμη 3 δισ. ευρώ στην αλυσίδα αξίας.
Για να απορροφηθεί η αυξημένη παραγωγή που θα προκύψει από τη βελτίωση των επιδόσεων, ο κλάδος θα πρέπει να ενισχύσει περαιτέρω την εξαγωγική του διάσταση. Στόχος είναι το 31% των πωλήσεων να προέρχεται από το εξωτερικό σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα και το 41% μεσοπρόθεσμα – ποσοστά εφάμιλλα με αυτά μικρών αλλά ανταγωνιστικών ευρωπαϊκών οικονομιών.
Η υλοποίηση αυτού του νέου παραγωγικού μοντέλου προϋποθέτει και συντονισμένες παρεμβάσεις σε κρίσιμους τομείς: ενίσχυση της αγροτεχνολογίας, γεωργία ακριβείας, επενδύσεις στην τυποποίηση και δημιουργία συνεργατικών σχημάτων (clusters και συνεταιρισμοί), ικανοί να εξασφαλίσουν κρίσιμη μάζα και οικονομίες κλίμακας. Η συγκυρία παραμένει αβέβαιη, με δασμολογικές εντάσεις, επιτόκια σε υψηλά επίπεδα και πιέσεις στον κοινοτικό προϋπολογισμό. Όμως αυτή ακριβώς η πίεση μπορεί να λειτουργήσει ως επιταχυντής αλλαγής.