Τι ζητά η Nike από τον Ντόναλντ Τράμπ

Τι ζητά η Nike από τον Ντόναλντ Τράμπ
DUBAI - OCTOBER, 2018: Exposition of nike sport shoes. Nike is one of the world's largest suppliers of athletic shoes and apparel. The company was founded on January 25, 1964. Photo: Shutterstock
Υπό πίεση ο κλάδος των υποδημάτων στις ΗΠΑ...

Ολόκληρος ο κλάδος των υποδημάτων στις Ηνωμένες Πολιτείες, που αντιπροσωπεύει περισσότερες από 100.000 θέσεις εργασίας, δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε εισαγωγές και μια παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα που εκτείνεται από το Ανόι έως την Καλιφόρνια, βρίσκεται υπό άμεση πίεση.

Την περασμένη εβδομάδα, η FDRA (Footwear Distributors and Retailers of America), η ισχυρή βιομηχανική ένωση που εκπροσωπεί κορυφαίους κατασκευαστές και λιανοπωλητές όπως η Nike, η Skechers και εκατοντάδες μικρότερες επιχειρήσεις, απέστειλε επιστολή στον Ντόναλντ Τραμπ, ζητώντας την πλήρη εξαίρεση των υποδημάτων από το καθεστώς των νέων δασμολογικών επιβαρύνσεων. Η επιστολή, που δημοσιοποιήθηκε την 29η Απριλίου, εκφράζει ανοιχτά την ανησυχία ότι οι αυξήσεις αυτές δεν είναι απλώς επιβαρυντικές αλλά υπαρξιακές.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Αμερικανός καταναλωτής ως παράπλευρη απώλεια

Ορισμένα είδη υποδημάτων, ιδίως παιδικά και φθηνά καθημερινής χρήσης, υπόκεινται ήδη σε δασμολογικούς συντελεστές έως και 37,5%, ένα σύστημα που χρονολογείται σχεδόν έναν αιώνα πίσω. Με την προσθήκη των νέων “ανταποδοτικών” δασμών, το συνολικό βάρος αγγίζει ακόμη και το 220% της τιμής κόστους, σύμφωνα με στοιχεία που παραθέτει η FDRA.

«Οι εταιρείες που κατασκευάζουν υποδήματα χαμηλής και μεσαίας τιμής — αυτά που αγοράζουν καθημερινά οι σκληρά εργαζόμενες αμερικανικές οικογένειες, δεν έχουν καμία δυνατότητα να απορροφήσουν ή να μετακυλήσουν τέτοιες επιβαρύνσεις. Θα αναγκαστούν να κλείσουν», αναφέρει η επιστολή.

Ο οικονομικός αντίκτυπος δεν περιορίζεται στους κατασκευαστές. Σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Εμπορίου Υποδημάτων, το 2024 οι ΗΠΑ εισήγαγαν υποδήματα αξίας άνω των 28 δις. δολαρίων, με την Κίνα και το Βιετνάμ να αποτελούν σχεδόν το 70% αυτών των εισαγωγών. Οι δύο αυτές χώρες, που έχουν ήδη βρεθεί στο επίκεντρο της γεωπολιτικής έντασης με την Ουάσιγκτον, βρίσκονται στο στόχαστρο των νέων δασμών.

Η προτροπή της αμερικανικής κυβέρνησης προς τις επιχειρήσεις να “επαναπατρίσουν” την παραγωγή τους φαίνεται, τουλάχιστον στον κλάδο των υποδημάτων, πρακτικά ανέφικτη. Όπως εξηγεί η FDRA, η μετεγκατάσταση εργοστασίων παραγωγής απαιτεί πολυετή σχεδιασμό, εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, και κυρίως κεφάλαια, τα οποία εξανεμίζονται από την τρέχουσα αβεβαιότητα.

Πέρα από το κόστος μεταφοράς, πολλοί αναλυτές σημειώνουν ότι οι ίδιες οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν διαθέτουν τις απαιτούμενες υποδομές ούτε την κρίσιμη τεχνογνωσία για να φιλοξενήσουν εκτεταμένη παραγωγή υποδημάτων, μια δραστηριότητα που εδώ και δεκαετίες έχει μεταφερθεί στις χαμηλού κόστους οικονομίες της Ασίας.

Για τον μέσο Αμερικανό καταναλωτή, οι δασμοί δεν είναι αφηρημένη πολιτική· είναι μια πραγματική και άμεση αύξηση τιμών. Περίπου το 90% των νοικοκυριών στις ΗΠΑ προτιμούν παπούτσια στην κατηγορία τιμής των 30–60 δολαρίων, μια αγορά που τώρα κινδυνεύει να εξανεμιστεί. Οι εταιρείες προειδοποιούν ότι τα αποθέματα υποδημάτων για την επόμενη σεζόν έχουν ήδη περιοριστεί λόγω των απρόβλεπτων χρεώσεων, ενώ πολλές παραγγελίες έχουν ακυρωθεί. Σε συνδυασμό με τη μείωση των καταναλωτικών δαπανών που ήδη παρατηρείται στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, το πλήγμα μπορεί να μετατραπεί σε ευρύτερη απορρύθμιση της αγοράς.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: