Τζιμ Ράτκλιφ: Γιατί ο ιδιοκτήτης της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ «εγκαταλείπει» τη Βρετανία
- 10/09/2025, 12:16
- SHARE

Ένα ηχηρό πλήγμα για τη βρετανική βιομηχανία συνιστά η απόφαση της Ineos, του ενεργειακού κολοσσού που ανήκει στον επενδυτή της Manchester United, Σερ Τζιμ Ράτκλιφ, να αποσύρει οριστικά τα σχέδια νέων επενδύσεων από το Ηνωμένο Βασίλειο και να τα μεταφέρει στις ΗΠΑ, με ένα πρόγραμμα ύψους 3 δισ. λιρών.
Η επιλογή αυτή αποτελεί άμεση αντίδραση στη φορολογική πολιτική της κυβέρνησης των Εργατικών και ειδικότερα στον φόρο απροσδόκητων κερδών (windfall tax), που ανεβάζει τη φορολόγηση των ενεργειακών εταιρειών έως το 78%, ένα από τα υψηλότερα ποσοστά παγκοσμίως.
«Σταματήσαμε να επενδύουμε στη Βρετανία. Οι μελλοντικές μας επενδύσεις δεν θα είναι εδώ. Δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Ineos Energy, Μπράιαν Γκίλβαρι, κάνοντας λόγο για «ένα από τα πιο ασταθή φορολογικά καθεστώτα στον κόσμο για φυσικούς πόρους και ενέργεια».
Η εξέλιξη έρχεται λίγους μήνες μετά το λουκέτο στο διυλιστήριο Grangemouth στη Σκωτία, που σήμανε την απώλεια 400 θέσεων εργασίας, ενώ στον «αέρα» βρίσκονται και οι δραστηριότητες της εταιρείας στα πολυμερή, λόγω υψηλών φόρων άνθρακα. Παράλληλα, η Ineos κατέχει το Forties Pipeline System, που μεταφέρει το 30% του βρετανικού πετρελαίου, γεγονός που καθιστά την αποεπένδυση ακόμη πιο κρίσιμη για την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας.
Ο ίδιος ο Σερ Τζιμ Ράτκλιφ, με προσωπική περιουσία 17 δισ. λιρών, είχε ήδη προειδοποιήσει ότι οι πολιτικές των Εργατικών «στραγγαλίζουν τα αποθέματα της Βόρειας Θάλασσας» και αυξάνουν τον κίνδυνο ενεργειακών μπλακάουτ, κατηγορώντας τον υπουργό Ενέργειας Εντ Μίλιμπαντ για επιλογές που «θυσιάζουν την ανάπτυξη στον βωμό του Net Zero».
Η ρυθμιστική αρχή Ofgem έχει ήδη αναγνωρίσει ότι οι πολιτικές αποφάσεις συνέβαλαν στη διπλάσια αύξηση του πλαφόν τιμών σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις. Η αντιπολίτευση προειδοποιεί ότι οι νέοι φόροι αποθαρρύνουν επενδύσεις και οδηγούν σε συρρίκνωση της βιομηχανικής βάσης.
Με τη στροφή της Ineos προς τις ΗΠΑ, ενισχύεται η αίσθηση ότι η Βρετανία κινδυνεύει να χάσει την ενεργειακή της αυτάρκεια και να αποδυναμώσει περαιτέρω την παραγωγική της δυναμική, ενώ η Ουάσινγκτον προσελκύει κεφάλαια χάρη στη φορολογική σταθερότητα και τις φιλικές προς την ενέργεια πολιτικές.