Ξενυχτάς; Μάθε πως αυτό μπορεί να επηρεάζει τη μνήμη και την εγκεφαλική σου υγεία
- 03/08/2025, 23:00
- SHARE

Μια νέα μακροχρόνια μελέτη του Πανεπιστημίου του Γκρόνινγκεν στην Ολλανδία φωτίζει τις επιπτώσεις του βιολογικού ρυθμού ύπνου στην υγεία του εγκεφάλου. Οι ερευνητές παρακολούθησαν επί μία δεκαετία τις συνήθειες ύπνου και τα επίπεδα γνωστικής εξασθένησης σχεδόν 24.000 ατόμων, καταγράφοντας ορισμένα ευρήματα που προκαλούν προβληματισμό – αλλά και ένα απρόσμενο «παράθυρο αισιοδοξίας».
Σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Journal of Prevention of Alzheimer’s Disease, τα άτομα που έχουν την τάση να ξενυχτούν –οι αποκαλούμενοι «νυχτερινοί τύποι»– εμφάνισαν ταχύτερη γνωστική εξασθένηση σε σχέση με όσους κοιμούνται νωρίς.
Ωστόσο, η ανάλυση των δεδομένων αποκάλυψε μια ενδιαφέρουσα ανατροπή: τα άτομα με χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο, παρότι επίσης νυχτερινοί τύποι, δεν εμφάνισαν την ίδια επιδείνωση με εκείνους που διαθέτουν πανεπιστημιακή εκπαίδευση ή εργάζονται σε επαγγέλματα με αυστηρό ωράριο γραφείου.
Η εξήγηση, όπως επισημαίνει η υποψήφια διδάκτορας Ana Wenzler από το Τμήμα Επιδημιολογίας του πανεπιστημίου, πιθανόν συνδέεται με το αντιφατικό mismatch ανάμεσα στον βιολογικό ρυθμό και το πρόγραμμα εργασίας. Όπως αναφέρει:
«Τα άτομα με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο είναι πιο πιθανό να εργάζονται σε πρωινά ωράρια, γεγονός που αναγκάζει τον οργανισμό τους να κοιμάται λιγότερο από όσο χρειάζεται. Αντίθετα, όσοι εργάζονται σε νυχτερινές βάρδιες ή πιο ευέλικτα περιβάλλοντα, μπορούν να ευθυγραμμίζουν καλύτερα τον ύπνο τους με τον φυσικό τους ρυθμό».
Η έρευνα υπογραμμίζει επίσης ότι οι νυχτερινοί τύποι τείνουν να ασκούνται λιγότερο, ενώ είναι περισσότερο εκτεθειμένοι σε ανθυγιεινές συμπεριφορές (κάπνισμα, αλκοόλ, πρόχειρο φαγητό) κατά τις νυχτερινές ώρες. Οι πρωινοί τύποι, αντίθετα, απλώς κοιμούνται όσο όλα αυτά συμβαίνουν.
Αν και η συζήτηση γύρω από την ευελιξία στο ωράριο εντάθηκε ιδιαίτερα κατά την περίοδο της τηλεργασίας, πολλές επιχειρήσεις επιστρέφουν σήμερα σε αυστηρότερα πρότυπα παρουσίας. Παρ’ όλα αυτά, η μελέτη δημιουργεί επιχειρήματα υπέρ μιας πιο προσαρμοσμένης προσέγγισης στον επαγγελματικό χώρο, όπου η αναγνώριση του βιολογικού ρυθμού του κάθε εργαζομένου ενδέχεται να λειτουργεί όχι μόνο ευεργετικά για την υγεία του, αλλά και για την παραγωγικότητα.
Καθώς το μέλλον της εργασίας επαναδιαμορφώνεται, το εύρημα αυτό μπορεί να αποτελέσει ένα επιπλέον επιχείρημα υπέρ της ευελιξίας και της πολυτυπίας στον χώρο εργασίας — ειδικά όταν συνδυάζεται με την ανάγκη πρόληψης νευροεκφυλιστικών νοσημάτων.