Ο Ντράγκι «αψηφά» ξανά το Βερολίνο και «ρίχνει» στην αγορά ακόμα 700 δισ. ευρώ

Ο Ντράγκι «αψηφά» ξανά το Βερολίνο και «ρίχνει» στην αγορά ακόμα 700 δισ. ευρώ

Παράταση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης βλέπουν οι αναλυτές - Τα σχέδια του επικεφαλής της ΕΚΤ. 

Ακόμα περισσότερα στο θέμα της ποσοτικής χαλάρωσης αναμένεται να κάνει ο Μάριο Ντράγκι, όπως προβλέπουν οι αναλυτές, προτού σκεφτεί καν την περιστολή του προγράμματος. Η δήλωσή του άλλωστε αρχές Οκτωβρίου ήταν ενδεικτική: «Θα διατηρήσουμε το πολύ σημαντικό επίπεδο νομισματικής στήριξης που είναι απαραίτητο για να διασφαλίσουμε την επιστροφή του πληθωρισμού σε επίπεδα που είναι κάτω, αλλά κοντά στο 2% χωρίς άσκοπη καθυστέρηση», δήλωσε ο πρόεδρος της ΕΚΤ σε επιτροπή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου στην Ουάσινγκτον. «Εάν παραστεί ανάγκη, θα δράσουμε χρησιμοποιώντας όλα τα διαθέσιμα εργαλεία στο πλαίσιο της εντολής μας», πρόσθεσε δε ο Μάριο Ντράγκι.

Με τις τιμές καταναλωτή μετά βίας να αυξάνονται και την ανάκαμψη να είναι ακόμα εύθραυστη, η πλειονότητα των οικονομολόγων που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Bloomberg, προβλέπουν πως ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα παρατείνει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων.

Η απόφαση αυτή είναι πιο πιθανό να ληφθεί τον Δεκέμβριο απ’ ότι κατά τη συνεδρίαση αυτής της εβδομάδας, και οι περισσότεροι αναλυτές εκτιμούν πως το πρόγραμμα δεν θα αρχίσει να περιστέλλεται πριν το β’ εξάμηνο του 2017. Ακόμα και τότε, όμως, η ΕΚΤ αναμένεται να ενεργήσει μόνο αν ο πληθωρισμός της ευρωζώνης διατηρείται άνω του 1,5%.

Το 78% από τους 50 οικονομολόγους που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση του Bloomberg, η οποία διενεργήθηκε στο διάστημα 7-14 Οκτωβρίου, προβλέπουν πως η ΕΚΤ θα ανακοινώσει νέα χαλάρωση, ενώ εννέα στους δέκα εξ αυτών εκτιμούν πως αυτό θα συμβεί το νωρίτερο τον Δεκέμβριο. Λίγοι είναι αυτοί που αναμένουν η ΕΚΤ να ενεργήσει στη σύσκεψη της Πέμπτης.

«Οι κεντρικοί τραπεζίτες πρέπει να σκεφθούν πόση διάρκεια πρέπει και μπορεί να έχει το πρόγραμμα QE, και είναι πολύ σημαντικό ο Ντράγκι να ακουστεί ευέλικτος», σχολίασε ο οικονομολόγος του Bloomberg, Maxime Sbaihi. «Εξακολουθούν να υπάρχουν περισσότερα ‘περιστέρια’ παρά ‘γεράκια’ στο διοικητικό συμβούλιο, κάτι που σημαίνει πως η ισορροπία δυνάμεων ‘γέρνει’ προς την μεγαλύτερη χαλάρωση. Οποιαδήποτε απόφαση για περιστολή θα έρθει μόνο μετά από χρονική παράταση».

Το ποσοστό αυτών που προβλέπουν παράταση του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης έχει αυξηθεί από την τελευταία σύσκεψη της ΕΚΤ τον Σεπτέμβριο. Την ίδια ώρα, λιγότεροι είναι αυτοί που βλέπουν περισσότερες μειώσεις επιτοκίων στον ορίζοντα, καθώς εντείνονται οι ανησυχίες πως τα αρνητικά επιτόκια πιέζουν την κερδοφορία των τραπεζών της ευρωζώνης. Σε νέες παρεμβάσεις στο πρόγραμμα «τυπώματος χρήματος» με στόχο την ενίσχυση της αναιμικής ανάπτυξης και του χαμηλού πληθωρισμού της ευρωζώνης αναμένεται να προχωρήσει πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι.

Την ερχόμενη Πέμπτη 20 Οκτωβρίου η ευρωτράπεζα αναμένεται να εξετάσει τεχνικές αλλαγές στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, ενώ στις 8 Δεκεμβρίου θα ανακοινωθεί η επέκταση του προγράμματος με «τύπωμα» νέου χρήματος ως και 700 δισ. ευρω.

Ο Guillaume Menuet και η ευρωπαϊκή ομάδα των οικονομολόγων της Citigroup προβλέπουν πως τον Δεκέμβριο θα ανακοινωθούν παράλληλα τόσο η τουλάχιστον κατά έξι μήνες επέκταση του προγράμματος (το οποίο λήγει τον Μάρτιο του 2017) όσο και η μείωση των μηνιαίων αγορών ομολόγων (από τα 80 δισ. ευρώ σήμερα) στα 60 δισ. ευρώ. Στη συνέχεια θα ακολουθήσει μία ακόμη παράταση κατά έξι μήνες με μείωση των μηνιαίων αγορών στα 40 δισ. ευρώ, ενώ το πρόγραμμα θα ολοκληρωθεί τον Σεπτέμβριο του 2018. Καθώς το νέο χρήμα που θα τυπωθεί εκτιμάται σε 700 δισ. ευρώ, η ευρωτράπεζα θα έχει ρίξει συνολικά στην ευρωπαϊκή οικονομία πάνω από 2 τρισ. ευρώ.

Μετά το πέρας του QE, της αντισυμβατικής δηλαδή μορφής νομισματικής πολιτικής, όπου οι κεντρικές τράπεζες δημιουργούν ουσιαστικά νέο χρήμα για να αγοράσουν assets (ενεργητικά), όπως τα κρατικά ομόλογα, με στόχο την αύξηση των δαπανών του ιδιωτικού τομέα και την επιστροφή του πληθωρισμού σε επιθυμητά επίπεδα, η ΕΚΤ αναμένεται να προχωρήσει στην πρώτη αύξηση των βασικών επιτοκίων της κατά 0,25% τον Δεκέμβριο του 2019, δηλαδή λίγο μετά την αναμενόμενη αποχώρηση του Μάριο Ντράγκι από την ευρωτράπεζα.