Πώς να αυξήσετε την παραγωγικότητα της επιχείρησής σας

Πώς να αυξήσετε την παραγωγικότητα της επιχείρησής σας

Η παροχή υπηρεσιών διατακτικής - «κλειδί» για την απόδοση των τους εργαζομένων σας.

Ήταν σχεδόν μισός αιώνας πριν, όταν οι επιχειρήσεις, προκειμένου να αυξήσουν την απόδοση των εργαζομένων τους και να δημιουργήσουν ισχυρότερους δεσμούς μαζί τους, ενέταξαν στην εταιρική τους κουλτούρα την έννοια της παροχής υπηρεσιών διατακτικής σίτισης προκειμένου να εξασφαλίσουν ευκολότερη πρόσβαση και μεγαλύτερο εύρος επιλογών στο προσωπικό της εταιρείας τους. Για όσους δεν γνωρίζουν, οι διατακτικές εφαρμόζονται χρόνια ως παροχή από μια επιχείρηση προς τους εργαζόμενους της που αντιστοιχεί σε συγκεκριμένα καταναλωτικά αγαθά ή υπηρεσίες. Οι διατακτικές μπορεί να αφορούν πάρα πολλά διαφορετικά αγαθά, όπως διατακτικές τροφής, ένδυσης, υπόδησης, ψυχαγωγίας κ.λ.π.

Δεν είναι φυσικό χρήμα, αλλά μια εντολή της επιχείρησης που δουλεύει ο εργαζόμενος προς μια άλλη με σκοπό να του παραδώσει κάποιο αγαθό. Δηλαδή η επιχείρηση εξασφαλίζει αγαθά και υπηρεσίες μέχρι ένα επίπεδο κόστους, και τα παρέχει στους εργαζόμενούς της υπό μορφή κουπονιών που εξαργυρώνονται σε συνεργαζόμενες επιχειρήσεις.

Στην Ελλάδα αυτή η τάση ήρθε αρκετά αργότερα, στα τέλη της δεκαετίας του ’90, δημιουργώντας προσδοκίες στις εταιρείες για τα οφέλη από την υιοθέτηση μιας τέτοιας πρακτικής. Σήμερα η πιο διαδεδομένη μορφή υπηρεσιών διατακτικής είναι τα λεγόμενα κουπόνια σίτισης που προσφέρει ένας εργοδότης στους εργαζομένους του καλύπτοντας σε καθημερινή βάση μια σημαντική ανάγκη, απαλλάσσοντάς τους από ένα έξοδο που έτσι και αλλιώς έχει υπολογιστεί από το προσωπικό τους budget.

«Ζεστό» χρήμα στην αγορά και παροχή κινήτρων στους εργαζόμενους

Τα οφέλη είναι πολλαπλά τόσο για την εταιρεία και τους εργαζόμενους, όσο και για το ίδιο το Κράτος. Έρευνες δείχνουν ότι ένας εργαζόμενος ξοδεύει καθημερινά, minimum 3,5 ευρώ για καφέ ή για ένα ελαφρύ σνακ. Με τις υπηρεσίες διατακτικής αφενός έχει άμεση αύξηση της αγοραστικής του δυνατότητας, καθώς σε μηνιαία βάση εξοικονομεί χρήματα, αφετέρου έχει πρόσβαση σε πιο ποιοτικό φαγητό και αποδίδει καλύτερα στην εργασία του. Επιπρόσθετα, τα επίσημα στοιχεία υπογραμμίζουν ότι στις αγορές με διατακτικές σίτισης ο πελάτης είναι πρόθυμος να ξοδέψει επιπλέον 30% της αρχικής αξίας του κουπονιού παραγγέλνοντας, όχι ένα λιτό και ανθυγιεινό σνακ, αλλά ένα πλήρες γεύμα με υψηλή διατροφική αξία. Με άλλα λόγια, ενώ ο εργαζόμενος ξοδεύει λιγότερο από την τσέπη του, τελικά στην αγορά εισρέει περισσότερο χρήμα.

Η φράση «Πες μου τι τρως, να σου πω πόσο παραγωγικός εργαζόμενος είσαι», που χρησιμοποιούν συχνά οι διατροφολόγοι, αποτυπώνει με τον πιο γλαφυρό τρόπο τη σημασία του ποιοτικού φαγητού για τον άνθρωπο. Τουλάχιστον το 1/3 της ημέρας του και το 50% του ενεργού χρόνου της ζωής του βρίσκεται στη δουλειά του και το φαγητό το οποίο καταναλώνεται εκεί, αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της διατροφής σε ημερήσια βάση.

Όταν δεν τρέφεται σωστά, λόγω περιορισμένης αγοραστικής δυνατότητας, εμφανίζονται προβλήματα υγείας τα οποία ευθύνονται για τη χαμηλότερη ικανότητα αποδοτικότητας, άρα και χαμηλότερων ικανοτήτων ανθρώπινου δυναμικού, που συντελούν στην έλλειψη ανταγωνιστικότητας, στο υψηλό κόστος εργασίας και στη μειωμένη οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

Την ίδια ώρα, η εταιρεία που υιοθετεί αυτή την πρακτική, διαθέτει ένα ικανοποιημένο εργατικό δυναμικό που βλέπει το εργασιακό περιβάλλον, όχι ως κάτι ξένο, αλλά ως μια δεύτερη «οικογένεια» που νοιάζεται για τις ανάγκες του και έτσι είναι πρόθυμο να προσφέρει τα μέγιστα. Με δεδομένο δε, ότι υπάρχει ευνοϊκή φορολογική μεταχείριση – έως του ποσού των 6 ευρώ ανά ημέρα και ανά εργαζόμενο – η διατακτική σίτισης αποτελεί παραγωγική δαπάνη για τις εταιρείες ενώ δεν έχει οποιαδήποτε επιβάρυνση για τον εργαζόμενο.

Ο μεγαλύτερος “κερδισμένος” από αυτή την ιστορία είναι το Κράτος, αφού όσο οι επιχειρήσεις περιορίζουν με αυτόν τον τρόπο τα κόστη τους και διατηρούν τις θέσεις εργασίας τους, τόσο μεγαλύτερες είναι οι εργοδοτικές εισφορές που εισπράττουν τα Ταμεία του Δημοσίου. Ειδικότερα, μειώνονται τα έξοδα περίθαλψης των εργαζομένων, εξασφαλίζεται η διαφάνεια των συναλλαγών που πραγματοποιούνται με το συγκεκριμένο σύστημα, και κατ’ επέκταση η εισπραξιμότητα του ΦΠΑ, ενώ ταυτόχρονα καταγράφεται αύξηση κύκλου εργασιών (αύξηση κατανάλωσης = αύξηση τζίρου για τα καταστήματα) που συνεπάγεται δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Επίσης, μην ξεχνάμε ότι ένας εργαζόμενος που γλιτώνει σε καθημερινή βάση χρήματα είναι διατεθειμένος να τα αξιοποιήσει αγοράζοντας κάτι άλλο, πράγμα που σημαίνει ότι στηρίζει έμπρακτα το κατάστημα της γειτονιάς, αλλά και την μεγάλη επιχείρηση.

Το θετικό είναι ότι ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός ελληνικών επιχειρήσεων αναγνωρίζει τη σημασία των διατακτικών σίτισης και τις εντάσσει στις πολιτικές αμοιβών και παροχών. Αυτό φαίνεται και από τις αγγελίες εργασίας, όπου οι εργοδότες προκειμένου να προσελκύσουν αξιόλογα στελέχη της αγοράς τους προσφέρουν ένα δελεαστικό πακέτο που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και αυτή την παράμετρο. Αν αναλογιστείτε ότι ο νόμος ορίζει το ποσό των 6ευρώ ημερησίως, με πρόχειρους υπολογισμούς φτάνουμε στα 1.500 ευρώ επιπλέον στον ετήσιο οικογενειακό προϋπολογισμό!

Σύμφωνα με έρευνα της PWC για το 2016, η παροχή διατακτικών γευμάτων-τροφής παρέχονται σε 15 Ευρωπαϊκές χώρες, με το μέγιστο εκπιπτόμενο ποσό ανά χώρα να κυμένεται από 1,43€ έως 9€.

Υιοθέτηση παράνομων πρακτικών εν μέσω κρίσης

Ο βασικός λόγος που άργησε αυτό το trend να υιοθετηθεί στη χώρα μας είναι το γεγονός ότι στην Ελλάδα, μέχρι πριν από κάποια χρόνια, δεν υπήρχε η κουλτούρα του lunch break όπως ίσχυε στο εξωτερικό, όπου σε περίπτωση εφόδου από την Επιθεώρηση Εργασίας, εάν διαπιστωθεί ότι μια εταιρεία δεν τηρεί το μεσημεριανό διάλειμμα των εργαζομένων, που είναι απαραίτητο για τη σίτισή τους, τα πρόστιμα … καραδοκούν. Ωστόσο, το θέμα δεν είναι μια επιχείρηση να το κάνει μπροστά στο φόβο των επερχόμενων κυρώσεων, αλλά επειδή αναγνωρίζει ότι ένας τέτοιος μηχανισμός υπογραμμίζει το σεβασμό της απέναντι στους ανθρώπους της.

Δυστυχώς, το μεγαλύτερο πρόβλημα, το οποίο διογκώθηκε στα χρόνια της κρίσης, είναι πως κάποιοι “έξυπνοι” εργοδότες προσπάθησαν να χρησιμοποιήσουν τις διατακτικές με λάθος τρόπο και σε κάποιες περιπτώσεις να αντικαταστήσουν με αυτές μέρος του μισθού. Κάτι τέτοιο όπως καταλαβαίνετε παραβιάζει το σκεπτικό του νόμου, διότι είναι άλλο πράγμα ο μισθός και άλλο η κάλυψη της καθημερινής σίτισης.

Ενθαρρυντικό είναι πως χιλιάδες επιχειρήσεις που σέβονται τον εαυτό τους, διακατέχονται από όραμα και δεν παρεκκλίνουν από τις αξίες τους, συνεχίζουν καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης να προσφέρουν κουπόνια στους εργαζόμενους τους. Μάλιστα το 2017 ο αριθμός των επιχειρήσεων που εφαρμόζουν τέτοιες πολιτικές συνεχίζει να αυξάνεται. Σε αυτή την αύξηση συνέβαλε η επίδραση που ασκούν οι μεγάλες, στις μικρότερου μεγέθους επιχειρήσεις, οι οποίες λειτουργούν ως πρότυπα και παράλληλα εκπαιδεύουν την αγορά, κάνοντας τους μικρούς παίχτες να ακολουθούν τις τάσεις με γρήγορα βήματα για να διασφαλίσουν την ανταγωνιστικότητά τους.