ΑΑΔΕ: Επεκτείνεται το καθεστώς μηνιαίων δηλώσεων ΦΠΑ – Τι αλλάζει

ΑΑΔΕ: Επεκτείνεται το καθεστώς μηνιαίων δηλώσεων ΦΠΑ – Τι αλλάζει
Photo: Shutterstock
Η δεύτερη φάση του νέου συστήματος αφορά πλέον και επιχειρήσεις με απλογραφικά βιβλία, σηματοδοτώντας τη μετάβαση σε ένα μοντέλο στενότερης παρακολούθησης και περιορισμού της φοροδιαφυγής.
  • Από 1η Οκτωβρίου, και επιχειρήσεις με απλογραφικά βιβλία μπορούν προαιρετικά να υποβάλουν μηνιαίες δηλώσεις ΦΠΑ.
  • Η πρώτη φάση αφορούσε 92.590 επιχειρήσεις με έναρξη 2024–Μάρτιος 2025.
  • Στόχος γ αύξηση εισπραξιμότητας, έλεγχος οικονομικής δραστηριότητας, μελλοντικά υποχρεωτικό για όλους.

Η ΑΑΔΕ προχωρά από την 1η Οκτωβρίου στη δεύτερη φάση εφαρμογής του νέου καθεστώτος μηνιαίων δηλώσεων ΦΠΑ, διευρύνοντας τον κύκλο των επιχειρήσεων και ελευθέρων επαγγελματιών που μπορούν να ενταχθούν σε αυτό.

Η πρώτη φάση ξεκίνησε την 1η Ιουλίου 2025 και αφορούσε 92.590 επιχειρήσεις με έναρξη δραστηριότητας από την 1η Ιανουαρίου 2024 έως και τις 31 Μαρτίου 2025. Πλέον, τη δυνατότητα υποβολής αποκτούν και όσοι τηρούν απλογραφικά βιβλία και έχουν ξεκινήσει τη δραστηριότητά τους μέχρι το τέλος του 2023.

Αν και η συμμετοχή είναι αρχικά προαιρετική, η μηνιαία υποβολή ΦΠΑ θα καταστεί σταδιακά υποχρεωτική για όλες τις επιχειρήσεις, αλλάζοντας τον τρόπο απόδοσης του φόρου που αποτελεί βασική πηγή εσόδων του κράτους. Σύμφωνα με την ΑΑΔΕ, η μετάβαση προσφέρει πλεονεκτήματα όπως άμεση εικόνα εισροών-εκροών, μείωση κινδύνου καθυστερήσεων, ταχύτερο εντοπισμό παρατυπιών και στενότερη παρακολούθηση της οικονομικής δραστηριότητας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η σύνδεση του μέτρου με την πλήρη λειτουργία της πλατφόρμας myDATA οδηγεί σε ένα νέο πλαίσιο «ηλεκτρονικής λογιστικής», συμβάλλοντας ουσιαστικά στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Όπως σημειώνεται, η πρακτική επιχειρήσεων που λειτουργούσαν για σύντομο χρονικό διάστημα χωρίς να αποδίδουν φόρους αναμένεται να περιοριστεί σημαντικά.

Η αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών ενισχύει την τάση μείωσης του λεγόμενου «κενού ΦΠΑ». Το 2024, το ποσοστό των απωλειών υπολογίστηκε στο 10%, από 13,7% το 2022, με προβλέψεις ότι μπορεί να υποχωρήσει στο 7% μέσα σε δύο χρόνια. Εάν η Ελλάδα φτάσει τον μέσο όρο της Ε.Ε. (περίπου 5%), το δημοσιονομικό όφελος εκτιμάται στα 1,4 δισ. ευρώ.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: