Αυξημένη η εμπιστοσύνη των Ελλήνων καταναλωτών – Παραμένουν απαισιόδοξοι για την οικονομία

Αυξημένη η εμπιστοσύνη των Ελλήνων καταναλωτών – Παραμένουν απαισιόδοξοι για την οικονομία
Κόσμος επισκέπτεται καταστήματα στην οδό Ερμού, Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2015. Ανοιχτά έμειναν πολλά καταστήματα στο κέντρο, της Αθήνας καθώς ξεκίνησε σήμερα το 10ημερο ενδιάμεσων εκπτώσεων ενώ εργαζόμενοι απέκλεισαν αρκετά καταστήματα ζητώντας να μην καταργηθεί η αργία της Κυριακής. ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΑΠΕ-ΜΠΕ/Παντελής Σαίτας Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Το 83% των ερωτηθέντων στην έρευνα της Nielsen πιστεύουν ότι η χώρα θα συνεχίσει να βρίσκεται σε οικονομική ύφεση και την επόμενη χρονιά. 

Επηρεασμένος από τις πιο θετικές εκτιμήσεις για την ανεργία τους επόμενους δώδεκα μήνες, σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο του 2017, εμφανίζεται ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης το τρίτο τρίμηνο 2017 στην Ελλάδα.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας Consumer Confidence της Nielsen, ο δείκτης ανήλθε στις 60 μονάδες, παρουσιάζοντας αύξηση οκτώ μονάδων.

Όπως προκύπτει από τα ευρήματα της έρευνας, ποσοστό 83% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι η χώρα θα συνεχίσει να βρίσκεται σε οικονομική ύφεση και την επόμενη χρονιά. Σημειώνεται, ότι είναι το υψηλότερο ποσοστό ανάμεσα στις 63 χώρες που συμμετέχουν στην έρευνα της Nielsen ανά τον κόσμο.

Μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, η Ελλάδα εξακολουθεί να καταλαμβάνει την πρώτη θέση αναφορικά με την εργασιακή ανασφάλεια καθώς τρεις στους δέκα Έλληνες ανησυχούν για την εργασία τους. Ακολουθούν οι ανησυχίες για τα χρέη /οφειλές του νοικοκυριού (30%) και για την οικονομία (28%).

Τις συγκεκριμένες τρεις ανησυχίες εξακολουθούν να ξεχωρίζουν σταθερά οι Έλληνες από το 2013, σύμφωνα με την Nielsen.

Επτά στους δέκα Έλληνες προσπαθούν σε σταθερή βάση να περικόψουν τα έξοδα του νοικοκυριού τους, σημαντικά μεγάλη μερίδα του πληθυσμού εάν συγκριθεί με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (56%). Ειδικότερα, οι κύριες ενέργειες των Ελλήνων για περικοπή των εξόδων συνεχίζουν να εντοπίζονται στη μείωση των δαπανών μέσω της αγοράς φθηνότερων ταχυκίνητων καταναλωτικών προϊόντων (70%), των περικοπών στα έξοδα για διασκέδαση εκτός σπιτιού (71%) και στα έξοδα για ρουχισμό (63%).