EY Future Consumer Index 2025: Συγκρατημένα αισιόδοξοι οι Έλληνες καταναλωτές – Τι δείχνουν τα νέα δεδομένα
- 11/12/2025, 12:17
- SHARE
- Η οικονομική αισιοδοξία ενισχύεται, με περισσότερους καταναλωτές να προβλέπουν βελτίωση της οικονομικής τους κατάστασης.
- Η τιμή παραμένει καθοριστικός παράγοντας, αλλά η ποιότητα και η συνολική «αξία» αποκτούν μεγαλύτερη σημασία στις επιλογές προϊόντων και brands.
- Η ψηφιακή εξοικείωση αυξάνεται, με τον ανθρώπινο παράγοντα όμως να εξακολουθεί να αποτελεί προτεραιότητα στην εξυπηρέτηση μετά την αγορά.
Συγκρατημένη αισιοδοξία, αλλά και ανάγκη για ισχυρότερη εμπιστοσύνη από τις επιχειρήσεις, καταγράφει η πέμπτη έκδοση της έρευνας EY Future Consumer Index Ελλάδα 2025 της ΕΥ Ελλάδος. Η έρευνα, που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 500 Ελλήνων καταναλωτών το διάστημα 15–20 Οκτωβρίου 2025, αποτελεί μέρος της παγκόσμιας πρωτοβουλίας Future Consumer Index της EY.
Παρά τον παρατεταμένο πληθωρισμό και τη διεθνή οικονομική αβεβαιότητα, οι Έλληνες δείχνουν σημάδια αποσυμπίεσης. Οι ανησυχίες για το κόστος ζωής (64%) και τα προσωπικά οικονομικά (56%) παραμένουν υψηλές, αλλά κινούνται πτωτικά σε σύγκριση με το 2024 (69% και 63%). Πτώση σημειώνεται και σε δείκτες που αποτυπώνουν την οικονομική πίεση στην καθημερινή κατανάλωση, όπως η δυσκολία αγορών λόγω αυξημένου κόστους (51% από 59%) και η επιλογή μόνο βασικών ειδών (43% από 50%).
Παράλληλα, για πρώτη φορά το ποσοστό όσων αναμένουν βελτίωση της οικονομικής τους κατάστασης εντός του επόμενου χρόνου (27%) ξεπερνά εκείνους που προβλέπουν επιδείνωση (25%).
Οι πολυκαναλικές συνήθειες ενισχύονται, με την πλειονότητα των καταναλωτών να συνδυάζει φυσικά καταστήματα και διαδικτυακή έρευνα πριν την αγορά. Το φυσικό κατάστημα εξακολουθεί να κυριαρχεί, ενώ οι πλήρως ψηφιακές αγορές σταθεροποιούνται γύρω στο 10%.
Η τιμή παραμένει ο καθοριστικός παράγοντας επιλογής καταστήματος, με εκπτώσεις και προσφορές να ακολουθούν. Ωστόσο, κατά την επιλογή προϊόντος, οι καταναλωτές αξιολογούν τη συνολική «αξία» — ποιότητα, υγιεινή, διαθεσιμότητα και brand.
Η τάση αλλαγής brands παραμένει ισχυρή. Οι καταναλωτές αναζητούν καλύτερες τιμές, δηλώνουν ανοιχτοί σε νέες μάρκες και συχνά δεν αντιλαμβάνονται ουσιαστικές ποιοτικές διαφορές. Για να μεγιστοποιήσουν την αξία τους, επιλέγουν φθηνότερες μάρκες με παρόμοια ποιότητα (43%), επισκέπτονται εκπτωτικά καταστήματα (41%), περιμένουν προσφορές (37%) και στρέφονται σε private label προϊόντα (36%).
Το φαινόμενο «shrinkflation» γίνεται αντιληπτό από το 79% των καταναλωτών, ενώ επτά στους δέκα αγοράζουν επώνυμα προϊόντα μόνο όταν βρίσκονται σε προσφορά.
Το σπίτι εξακολουθεί να αποτελεί επίκεντρο της καθημερινότητας, με τους καταναλωτές να δηλώνουν ότι θα μαγειρεύουν περισσότερο (49%), θα περνούν περισσότερο χρόνο (47%) και θα ψυχαγωγούνται συχνότερα (40%) εκεί.
Παρά την έμφαση στην τιμή, η εξυπηρέτηση πελατών παραμένει κρίσιμος παράγοντας. Το 74% έχει αλλάξει μάρκα ή κατάστημα λόγω κακής εξυπηρέτησης, ενώ το 65% θα σύστηνε μια εταιρεία με βάση την εμπειρία εξυπηρέτησης και όχι την τιμή.
Οι ψηφιακές συναλλαγές έχουν πλέον εδραιωθεί, ιδιαίτερα στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες (92%), στην εξυπηρέτηση πελατών (80%) και στις online αγορές (74%). Ωστόσο, η ασφάλεια αποτελεί κορυφαία ανησυχία: το 56% θεωρεί το cyber security βασικό κριτήριο, με φόβους για κλοπή καρτών (72%), διαρροή δεδομένων (64%) και παραβίαση ιδιωτικότητας (63%).
Η εξοικείωση με την τεχνητή νοημοσύνη αυξάνεται — 52% δηλώνουν ότι έχουν κάποια γνώση και 28% καλή κατανόηση. Παρότι η εμπιστοσύνη ενισχύεται, οι καταναλωτές παραμένουν επιφυλακτικοί σε εφαρμογές που αφορούν ευαίσθητα οικονομικά ή ιατρικά δεδομένα.
Παρά την πρόοδο στις ψηφιακές υπηρεσίες, ο ανθρώπινος παράγοντας διατηρεί κεντρικό ρόλο. Οκτώ στους δέκα προτιμούν προσωπική εξυπηρέτηση αντί για ψηφιακούς βοηθούς, ιδίως μετά την αγορά — για απορίες, παράπονα (64%) ή επιστροφές προϊόντων (67%).
Η συνολική εικόνα δείχνει ένα κοινό που αρχίζει να ανακτά συγκρατημένη εμπιστοσύνη, αλλά συνεχίζει να απαιτεί μεγαλύτερη αξία, διαφάνεια και αξιοπιστία από τις επιχειρήσεις σε κάθε στάδιο της καταναλωτικής εμπειρίας.