Fortune: Γιατί το «Όχι» της Ελλάδας κάνει πιο δύσκολη τη συμφωνία

Fortune: Γιατί το «Όχι» της Ελλάδας κάνει πιο δύσκολη τη συμφωνία
AppleMark

Για να κερδίσει μια συμφωνία με τους πιστωτές της, η Ελλάδα θα χρειαστεί να καταφύγει στο είδος της λιτότητας που οι πολίτες της απέρριψαν στο δημοψήφισμα της Κυριακής.

του Σον Τάλι

Ο Έλληνας Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας προέτρεψε τους πολίτες του να ψηφίσουν «όχι» στο δημοψήφισμα της Κυριακής για να ενισχύσει τη θέση της χώρας στις διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές της. Τώρα που οι πολίτες ακολούθησαν το παράδειγμά του και με συντριπτική πλειοψηφία απέρριψαν τα αιτήματα των δανειστών για μεταρρύθμιση, ο Τσίπρας θριαμβευτικά υπόσχεται να επιτύχει μια συμφωνία σε 48 ώρες.

Στην πραγματικότητα, η νίκη του Τσίπρα στο ιστορικό δημοψήφισμα καθιστά πολύ πιο δύσκολο να σπάσει το αδιέξοδο με το τρίο των πιστωτών της Ελλάδας – το ΔΝΤ, την ΕΚΤ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Μόλις λίγες ημέρες πριν από την ψηφοφορία, ο Τσίπρας υπέκυψε σε σχεδόν κάθε μέτρο «λιτότητας» στη λίστα επιθυμιών των πιστωτών. Καλώντας σε δημοψήφισμα, ο Τσίπρας ζητούσε στην πραγματικότητα από τους πολίτες στην Ελλάδα να απορρίπτουν τις μεταρρυθμίσεις που ο ίδιος είχε μόλις συμφωνήσει. Τώρα θα επιστρέψει στο τραπέζι με την εντολή να αρνηθεί το πρόγραμμα που ήταν έτοιμος να αποδεχθεί. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που οι πιστωτές έχουν μπερδευτεί. Ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας δήλωσε ότι η ελληνική στρατηγική προκαλεί σύγχυση και ότι είναι αδύνατον γι’ αυτόν να την «αποκωδικοποιήσει».

«Ο Τσίπρας ήθελε μια εντολή να διαπραγματευτεί από θέση ισχύος, αλλά αυτό δεν αμφισβητήθηκε ποτέ», λέει ο Χάρι Τσούκας του Warwick Business School. «Ήταν κοντά σε μια συμφωνία, και στη συνέχεια κάλεσε τους πολίτες να ψηφίσουν όχι σε αυτή τη συμφωνία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι πιστωτές δυσαρεστήθηκαν και σκλήρυναν τη στάση τους».

Για την επανέναρξη των συνομιλιών, ο Τσίπρας θα πρέπει να επαναφέρει την τελική πρότασή του προς τους πιστωτές του, ένα σχέδιο που προβλέπει ακριβώς το είδος της λιτότητας που οι πολίτες σήμερα απορρίπτουν. Στις 30 Ιουνίου, λίγες ώρες πριν τη λήξη της προθεσμίας για την επίτευξη συμφωνίας και για την καταβολή μιας μεγάλης πληρωμής προς το ΔΝΤ, ο Τσίπρας έκανε μια δραματική έκκληση κατά τη διάρκεια τηλεδιάσκεψης με τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης. Συμφώνησε σε όλους τους όρους των δανειστών. Οι εξαιρέσεις ήταν σχετικά μικρές, και κυρίως το αίτημα για τη διατήρηση ειδικών χαμηλών συντελεστών ΦΠΑ για τα ελληνικά νησιά που προωθούν τον τουρισμό.

Στο ακανθώδες ζήτημα των συντάξεων, η Αθήνα ήταν πρόθυμη να αυξήσει τα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης και τη μείωση των συντάξεων, όπως ζήτησαν οι πιστωτές. Οι διαφορές ήταν θέμα χρονισμού: Αντί να ισχύσουν άμεσα, ο Τσίπρας ζήτησε τη σταδιακή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων των συντάξεων στα επόμενα δύο χρόνια. «Ήταν πολύ κοντά», λέει ο Τσούκας. «Ο Τσίπρας είχε συμφωνήσει στο 90% των όρων των δανειστών».

Αλλά ο Τσίπρας ήθελε κάτι ως αντάλλαγμα: ένα σημαντικό σχέδιο αναδιάρθρωσης του χρέους, που να υποστηρίζεται από μια μεγάλη έγχυση μετρητών. Ζήτησε 29 δισεκατομμύρια ευρώ σε επιπλέον χρήματα διάσωσης, που θα χρηματοδοτούσαν την κυβέρνηση για τα επόμενα δύο χρόνια. Ζήτησε, επίσης, οι περίοδοι αποπληρωμής να επεκταθούν στα 60 ή 70 χρόνια, και τα επιτόκια των δανείων στην Ελλάδα να μειωθούν σημαντικά.

Οι υπουργοί αρνήθηκαν να συζητήσουν το σχέδιο, παρόλο που περιείχε τις περισσότερες από τις μεταρρυθμίσεις που ήθελαν. Αντ’ αυτού, η Άνγκελα Μέρκελ, μαζί με άλλους αρχηγούς κρατών, ζήτησε η Ελλάδα να ακυρώσει το δημοψήφισμα ως προϋπόθεση για να συζητήσει την πλατφόρμα Τσίπρα. Τώρα, οι δανειστές λένε ότι δεν θα επαναληφθούν οι συνομιλίες μέχρι ο Τσίπρας να αναλάβει την πρωτοβουλία και να παρουσιάσει ένα νέο σχέδιο.

Μια ρεαλιστική πρόταση θα περιλαμβάνει όλες τις παραχωρήσεις που η Ελλάδα έκανε στο πρόγραμμα της 30 Ιουνίου. Αλλά δεδομένης της εντολής αντι-λιτότητας, ο Τσίπρας είναι επίσης πιθανό να επαναφέρει τα αιτήματά του για ελάφρυνση του χρέους. Η στάση αυτή μπορεί κάλλιστα να παγώσει τυχόν νέες συνομιλίες.

Οι πιστωτές θέλουν να δουν αν η Ελλάδα ψηφίσει τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούν, και που ο Τσίπρας έχει ως επί το πλείστον συμφωνήσει, πριν από την παροχή περισσότερων μετρητών και την ελάφρυνση του χρέους. Έχουν κάθε λόγο να είναι επιφυλακτικοί. Ο Τσίπρας έχει ήδη υπαναχωρήσει από όρους που είχαν επιβληθεί ως αντάλλαγμα για τα προηγούμενα πακέτα διάσωσης, μέσω π.χ. της επαναπρόσληψης δημοσίων υπαλλήλων. «Οι πιστωτές δεν εμπιστεύονται την κυβέρνηση ότι θα κάνει ό,τι υποσχέθηκε», λέει ο Τσούκας.

Το έλλειμμα εμπιστοσύνης καθιστά εξαιρετικά απίθανο ότι οι δανειστές θα αποδεχθούν μια επανάληψη των προτάσεων της 30 Ιουλίου. Παρόλα αυτά, οι συνομιλίες μπορούν να συνεχιστούν, και ίσως μια συμφωνία να μπορεί να επιτευχθεί εφόσον ξανανοίξουν οι τράπεζες στην Ελλάδα. Σήμερα, οι υπουργοί Οικονομικών θα συζητήσουν κατά πόσο οι χώρες τους θα πρέπει να εγγυηθούν τα 90 δισεκατομμύρια ευρώ της ΕΚΤ για την έκτακτη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών. Αν υπάρξουν οι εγγυήσεις, οι τράπεζες μπορεί να ανοίξουν εκ νέου.

Αλλά αν οι υπουργοί αρνηθούν, οι τράπεζες στην Ελλάδα θα παραμείνουν κλειστές, σπέρνοντας τον όλεθρο στην οικονομία. Η μόνη λύση θα είναι για τον Τσίπρα να αποσύρει τις απαιτήσεις του για την αναδιάρθρωση του χρέους και να υιοθετήσει το πρόγραμμα λιτότητας. Αντί να πάρει περισσότερα, θα πρέπει να αποδεχτεί μια πλήρη συνθηκολόγηση. Δεν είναι αυτό για το οποίο οι Έλληνες ψήφισαν την Κυριακή, αλλά μπορεί να είναι ο μόνος τρόπος ώστε η χώρα τους να παραμείνει μέλος της Ευρωζώνης.

Πηγή: fortune.com