Το ουίσκι των 38.000 δολαρίων το μπουκάλι

Το ουίσκι των 38.000 δολαρίων το μπουκάλι

Το 1963, παραγωγοί ουίσκι σ’ ένα αποστακτήριο στη Σκωτία γέμισαν ένα βαρέλι και το σφράγισαν, γνωρίζοντας ότι δεν επρόκειτο να ανοιχτεί για 50 χρόνια.

Το περιεχόμενό του βαρελιού όλο αυτό το διάστημα βρισκόταν υπό την επίβλεψη του Ντέιβιντ Στιούαρτ, ενός σεβάσμιου γνώστη του ουίσκι που εργάζεται για το αποστακτήριο Balvenie της Σκωτίας.

Πρόσφατα, το βαρέλι ανοίχτηκε και το περιεχόμενό του εμφιαλώθηκε και είναι πλέον διαθέσιμο προς πώληση. Υπάρχει ένας περιορισμένος αριθμός μπουκαλιών Balvenie Fifty, και η συνιστώμενη τιμή λιανικής πώλησής του σύμφωνα με το CNN Money είναι 38.000 δολάρια.

«Είναι πικάντικο» λέει ο Στιούαρτ, στροβιλίζοντας και μυρίζοντας το ουίσκι στο ποτήρι του. «Υπάρχει τζίντζερ, μοσχοκάρυδο, αποξηραμένα φρούτα και χουρμάδες».

Ο ίδιος έχει περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του μυρίζοντας – και όχι πίνοντας – ουίσκι. Η όσφρηση είναι ένα κρίσιμο σκέλος της δουλειάς του, κι ο λόγος που ο ίδιος θεωρείται ένας μύστης του malt ουίσκι. Στα 125 χρόνια ιστορίας του Balvenie, είναι μόλις ο πέμπτος άνθρωπος που βρίσκεται στη θέση αυτή. «Έχουμε μεγάλη διάρκεια στην εταιρεία» λέει αστειευόμενος.

Η εταιρεία είναι γνωστή για τα «χειροποίητα» ποτά της. Ένας λόγος για την υψηλή τιμή του ουίσκι είναι ο τρόπος παρασκευής του που δεν έχει αλλάξει σχεδόν καθόλου εδώ και έναν αιώνα. Το κριθάρι μετατρέπεται σε βύνη στις εγκαταστάσεις της εταιρείας, και το Balvenie είναι ένα από τα έξι μόλις αποστακτήρια – σε σύνολο 100 περίπου αποστακτηρίων στη Σκωτία – που αναλαμβάνει το ίδιο τη συγκεκριμένη εργασία. Έτσι, η ποιότητα είναι απόλυτα ελεγχόμενη, ενώ και το κριθάρι συλλέγεται μόνο από ντόπιες φάρμες κοντά στις εγκαταστάσεις.

Ταυτόχρονα, η σπανιότητα του συγκεκριμένου ουίσκι εξαιτίας της μικρής παραγωγής προσθέτει στην τιμή. Ένα βαρέλι συνήθως αποδίδει 400 μπουκάλια. Το βαρέλι απ’ το οποίο προήλθε το Balvenie Fifty απέδωσε όμως μόλις 131 μπουκάλια, και στις ΗΠΑ βρίσκονται μόνο 15 απ’ αυτά.

Η μικρή παραγωγή εξηγείται απ’ την εξάτμιση του ουίσκι μέσα στο πέρασμα του χρόνου. Επίσης, το περιεχόμενο του βαρελιού μπορεί να χάσει και το οινόπνευμά του, γεγονός που δεν είναι καθόλου καλό αν συμβεί, εφόσον ένα ουίσκι οφείλει να περιέχει τουλάχιστον 40% αλκοόλ για να ονομαστεί Scotch.

Με περιεκτικότητα αλκοόλ 45,4%, το Balvenie Fifty δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα.

«Είμαστε τυχεροί που δεν μειώθηκε η περιεκτικότητα οινοπνεύματος» επισημαίνει ο Στιούαρτ. Ο ίδιος έχει περάσει την τελευταία δεκαετία πειραματιζόμενος με την περιεκτικότητα. «Απαιτείται υπομονή, εφόσον μιλάμε για δοκιμές επί δοκιμών. Και η μύτη έχει πάντα τον τελευταίο λόγο!».