Γιατί το ύψος των μισθών δυσκολεύει τη μείωση των επιτοκίων στην Ευρωζώνη;

Γιατί το ύψος των μισθών δυσκολεύει τη μείωση των επιτοκίων στην Ευρωζώνη;
Photo: pixabay.com
Το πώς οι αγορές εργασίας παγκοσμίως αντέχουν τόσο καλά είναι αντικείμενο πολλών εικασιών.

Το 2024 ξεκίνησε με τις προσδοκίες των αγορών και των επενδυτών για το ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρόκειται να προχωρήσει σε μειώσεις των βασικών της επιτοκίων, κάμπτοντας το κόστος δανεισμού για νοικοκυριά και επιχειρήσεις που έχει προκαλέσει ανησυχίες για το ενδεχόμενο ύφεσης στην Ευρωζώνη.

Η προσοχή βρίσκεται στις αποφάσεις που θα λάβει η ΕΚΤ την ερχόμενη Πέμπτη, 25 Ιανουαρίου, με τους αναλυτές να εκτιμούν πως η ευρωτράπεζα δεν πρόκειται να ανακοινώσει αλλαγές στη νομισματική της πολιτική.

Υπενθυμίζεται πως από το καλοκαίρι του 2022 έως και το φθινόπωρο του 2023 η ευρωτράπεζα προχώρησε σε 10 αυξήσεις των επιτοκίων της προκειμένου να επαναφέρει τον πληθωρισμό της Ευρωζώνης στον στόχο του 2% που έχει θέσει για τη σταθερότητα των τιμών στην ευρωπαϊκή οικονομία.

Ο γενικός πληθωρισμός στην Ευρωζώνη για τον Δεκέμβριο του 2023 διαμορφώθηκε στο 2,9%, παρουσιάζοντας άνοδο από το 2,4% του Νοεμβρίου και παραμένοντας πάνω από τον στόχο του 2%.

Το Bloomberg αναφέρει πως η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, ανέφερε την περασμένη εβδομάδα στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ του Νταβός πως η αύξηση των μισθών θα μπορούσε να έχει «σοβαρό αντίκτυπο» στον σχεδιασμό της τράπεζας.

Όπως πολλοί συνάδελφοί της, θέλει να «δει τα δεδομένα» για τους μισθούς του 2024 πριν μειώσει το κόστος δανεισμού – ένα μήνυμα που είναι πιθανό να υπογραμμίσει την Πέμπτη.

Ανθεκτική η αγορά εργασίας

Ωστόσο, οι αριθμοί αυτοί θα φθάσουν μόλις την άνοιξη, πέρα από το χρονικό διάστημα που οι επενδυτές εκτιμούν ότι η ΕΚΤ θα αρχίσει να χαλαρώνει τη νομισματική της πολιτικής.  Και είναι τέτοιο το μυστήριο γύρω από την αγορά εργασίας που η ανθεκτικότητά της μπορεί να παραταθεί ακόμη περισσότερο, καθυστερώντας ενδεχομένως περαιτέρω τις μειώσεις των επιτοκίων.

«Η κατεύθυνση είναι προς την κατεύθυνση της χαλάρωσης της αγοράς εργασίας, αλλά ακόμη και στα μέρη που επηρεάζονται περισσότερο -όπως η Γερμανία- είναι εκπληκτικό το πόσο αργά συμβαίνει αυτό», δήλωσε ο Σόρεν Ράντε, επικεφαλής της ευρωπαϊκής οικονομικής έρευνας στον διαχειριστή περιουσιακών στοιχείων Point72. «Ο φόβος μου είναι ότι θα χρειαστεί ακόμη περισσότερος χρόνος από ό,τι προβλέπει η ΕΚΤ» συμπλήρωσε

Η ΕΚΤ βλέπει την ανεργία να αυξάνεται φέτος, με την αύξηση των μισθών να μετριάζεται σταδιακά στο 3,3% το 2026 από 5,3% το 2023. Ορισμένες γωνιές της οικονομίας παρουσιάζουν σημάδια επιβράδυνσης – όπως ο ταλαιπωρημένος μεταποιητικός τομέας της Γερμανίας. Αλλά η αβεβαιότητα είναι μεγάλη.

Αυτό σημαίνει ότι η ΕΚΤ θα παραμείνει στάσιμη στις δύο πρώτες αποφάσεις της για το έτος -στις 25 Ιανουαρίου και στις 7 Μαρτίου- με τις αγορές να βλέπουν δύο στις τρεις πιθανότητες η πρώτη μείωση να γίνει τον Απρίλιο.

Το πώς οι αγορές εργασίας παγκοσμίως αντέχουν τόσο καλά είναι αντικείμενο πολλών εικασιών.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μείωση της παραγωγικότητας

Η «συσσώρευση εργατικού δυναμικού» -όπου οι επιχειρήσεις αποφεύγουν να μειώσουν το προσωπικό τους από φόβο μήπως αντιμετωπίσουν αργότερα κρίση προσλήψεων– μπορεί να είναι ένας λόγος, σύμφωνα με τους οικονομολόγους της Τράπεζας Διεθνών Διακανονισμών, οι οποίοι εκτιμούν ότι οι αυξανόμενες προτιμήσεις για μικρότερο ωράριο εργασίας μπορεί να επιδεινώνουν τα πράγματα.

Άλλοι επισημαίνουν τις αναρρωτικές άδειες, οι οποίες είναι πιο διαδεδομένες από ό,τι πριν από την πανδημία.

Η μείωση της παραγωγικότητας περιπλέκει ακόμη περισσότερο τα πράγματα.

Άλλοι επισημαίνουν τις αναρρωτικές άδειες, οι οποίες είναι πιο διαδεδομένες από ό,τι πριν από την πανδημία.

Η μείωση της παραγωγικότητας περιπλέκει ακόμη περισσότερο τα πράγματα. Αυτό έχει συμβάλει στην απότομη αύξηση του λεγόμενου μοναδιαίου κόστους εργασίας,  το οποίο η ΕΚΤ ξεχώρισε τον Δεκέμβριο ως υποκείμενο των αυξημένων εγχώριων πιέσεων στις τιμές.

«Είναι πολύ σπάνιο να έχουμε μια τέτοια άνοδο του μοναδιαίου κόστους εργασίας που προκαλείται τόσο από την υψηλότερη αύξηση των μισθών όσο και από τη χαμηλότερη παραγωγικότητα. Αυτό είναι σίγουρα ένας γρίφος» υπογράμμισε ο δήλωσε ο Σιλβένο Μπρόγιερ, επικεφαλής οικονομολόγος της S&P Global για τις αγορές της Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής και της Ασίας.

Ο ίδιος υποστηρίζει πως ό,τι κι αν συμβεί δεν θα εξαρτηθεί μόνο από τις απαιτήσεις των εργαζομένων, αλλά και από τον τρόπο με τον οποίο οι εταιρείες θα ανταποκριθούν στους υψηλότερους μισθούς.

«Βασικά έχουν την επιλογή μεταξύ της αύξησης των τιμών πώλησης για να διατηρήσουν σταθερά τα περιθώρια κέρδους, κάτι που θα ήταν επιζήμιο για την ΕΚΤ. Ή μπορούν να αρχίσουν να επανεξετάζουν τις θέσεις εργασίας που ανοίγουν, κάτι που θα σήμαινε ότι η αγορά εργασίας μπορεί να είναι λιγότερο ανθεκτική από ό,τι νομίζουμε» εκτίμησε ο Μπρόγιερ.

Για να βγάλει νόημα από όλα αυτά, η ΕΚΤ βασίζεται σε μια πληθώρα δεικτών, συμπεριλαμβανομένου ενός «ανιχνευτή μισθών» που βασίζεται σε στοιχεία από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες και παρέχει πρώιμες ενδείξεις για το πού κατευθύνονται οι μισθοί.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ: