Η δεύτερη ανάγνωση της έκθεσης της JP Morgan για την Ελλάδα

Η δεύτερη ανάγνωση της έκθεσης της JP Morgan για την Ελλάδα
epa03276550 (FILE) A file photo dated 11 May 2012 showing a sign at a JPMorgan Chase building in New York, New York, USA. The rating agency Moody's late 21 June 2012 downgraded 15 large banks and securities firms with international reach, including Deutsche Bank, citing the escalating turmoil in capital markets. The list includes Barclays, Citigroup, Credit Suisse Group AG, HSBC Holdings, Morgan Stanley, JPMorgan Chase, Royal Bank of Scotland Group, BNP Paribas, Credit Agricole, Royal Bank of Canada, Societe Generale and UBS AG, according to a statement on Moody's website. The steepest downgrade was to Credit Suisse, which dropped three notches, from the second highest grade of Aa1 to the still-respectable rating of A1. EPA/JUSTIN LANE *** Local Caption *** 02116967 Photo: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Πώς ερμηνεύει τα δεδομένα η επενδυτική αγορά. Γιατί μπορεί αυτή η εξέλιξη να πυροδοτήσει δραστικές μεταρρυθμίσεις.

Η έκθεση – έκπληξη της JP Morgan για την ελληνική οικονομία και την πιθανότητα να μην επανέλθει η Ελλάδα στη λίστα των ανεπτυγμένων αγορών, προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις στον επενδυτικό κόσμο.

Στηριζόμενος στο γεγονός ότι μόνο 3 ελληνικές μετοχές πληρούν τις προϋποθέσεις για τον δείκτη DM Europe, ενώ χρειάζεται να υπάρχουν 5, ο αμερικανικός επενδυτικός κολοσσός προειδοποίησε ότι η Ελλάδα μπορεί να εγκαταλείψει το καθεστώς των αναδυόμενων αγορών, δεδομένου ότι οι ελληνικές τραπεζικές μετοχές περιορίζουν το discount με το οποίο τυγχάνουν διαπραγμάτευσης. Μια τέτοια κίνηση θα συρρικνώσει, κατά τους αναλυτές της JP Morgan, το επενδυτικό σύμπαν (το ελάχιστο όριο μεγέθους διπλασιάζεται από αναπτυσσόμενη σε ανεπτυγμένη) και θα έκανε την Ελλάδα τη μικρότερη αγορά στον MSCI Europe.

Βέβαια, ο οίκος Moody’s είχε προχωρήσει στην αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας και μάλιστα κατά δύο βαθμίδες μόλις πριν από έξι μήνες, στις 15 Σεπτεμβρίου 2023. Δεν αναμενόταν περαιτέρω αναβάθμιση σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα – η πάγια πρακτική των οίκων αξιολόγησης είναι να μεσολαβεί ένα εύλογο χρονικό διάστημα μεταξύ αναβαθμίσεων, και σε ό,τι αφορά στην αξιολόγηση και σε ό,τι αφορά στις προοπτικές.

Αυτή ήταν και η απάντηση που έδωσε το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών σχετικά με την ανακοίνωση του οίκου αξιολόγησης την περασμένη Παρασκευή και τη διατήρηση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας στο Ba1 με σταθερές προοπτικές, χωρίς να δώσει την επενδυτική βαθμίδα.

«Ο Moody’s είναι ο τελευταίος οίκος από τον οποίο αναμένουμε την επενδυτική βαθμίδα την οποία έχουν ήδη απονείμει στην ελληνική οικονομία οι Standard and Poor’s, Fitch, DBRS, R&I και Scope. Τα οφέλη της αναβάθμισης είναι ήδη ορατά στο κόστος δανεισμού του Δημοσίου και στην αποκλιμάκωση των spreads που κινούνται ήδη σε επίπεδα χαμηλότερα από άλλες χώρες της ευρωζώνης» ήταν η επίσημη δήλωση από την πλευρά της κυβέρνησης.

Η άποψη των αναλυτών

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει στο Fortune Greece ο Σίμος Μαυρουδής, Portfolio Manager της Fast Finance ΑΕΠΕΥ, η τοποθέτηση της JPMorgan συνιστά μια πολύ καλή αφορμή για διόρθωση. Η δικαιολογητική βάση εδράζεται, αφενός στην προεξοφλητική δυναμική του Χρηματιστηρίου, αφετέρου στο ειδικό βάρος της JPM, ώστε να φαντάζει λογικό να υπάρξουν πρώιμες ρευστοποιήσεις βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα.

Ωστόσο, όπως επισημαίνει, μια δεύτερη ανάγνωση θα αποκαλύψει ότι κάτι τέτοιο δεν αφορά σε παράγοντα που θα μεταβάλει αισθητά τις υφιστάμενες ισορροπίες. Και αυτό διότι ούτε άλλαξαν οι λόγοι που οδήγησαν το ανεπανάληπτο ανοδικό ράλι των τελευταίων 17 μηνών (+75% στον Γενικό Δείκτη με μόλις 4 πτωτικούς μήνες, +140% στον Τραπεζικό Δείκτη), ούτε προστέθηκαν/αφαιρέθηκαν άλλοι.

«Είναι λογικό – έως και ευκταίο – να υπάρξουν πτωτικά σκέλη σε μια τόσο παρατεταμένη ανοδική κίνηση, ώστε να επανατοποθετηθούν κεφάλαια σε καλύτερες αποτιμήσεις. Δεν πρέπει βέβαια να αμελείται το γεγονός ότι χρειάζεται χρονισμός ώστε να συγκλίνουν τάσεις ρευστοποίησης ή /και μερικής αποεπένδυσης, και η εν θέματι τοποθέτηση ευνοεί αυτές» λέει χαρακτηριστικά ο Σίμος Μαυρουδής.

Να επισημανθεί δε ότι κάτι τέτοιο συνοδεύτηκε και από το συμβολικής αξίας «όχι» της Moody’s, σε μια περίοδο που εκλείπουν επικείμενα σημαντικά γεγονότα που θα προσέδιδαν μια χροιά ανυπομονησίας. Εξ’ ου  και το μειωμένο ενδιαφέρον για υποστηρικτικές αγορές σε αυτά τα επίπεδα.

«Το Χ.Α. πρέπει να πάρει επίσημη θέση»

Τον προβληματισμό του εκφράζει ο Δημήτρης Τζάνας, Σύμβουλος Διοίκησης της Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ, υπογραμμίζοντας πως είναι δύσκολο να πάρει κανείς επίσημη θέση και να σχολιάσει τους ισχυρισμούς της JP Morgan εάν δεν έχει προβεί στην εκπόνηση αντίστοιχης έρευνας.

«Εάν είναι ακριβή τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους και η έρευνα δεν εξυπηρετεί κάποια σκοπιμότητα, τότε ενδεχομένως και να έχουν δίκιο. Η JP Morgan αποτελεί το βαρύτερο διεθνές όνομα στον χώρο των τραπεζών και σίγουρα επηρεάζει κάθε δήλωσή της. Προς το παρόν μπορούμε να εκφράσουμε σκεπτικισμό και όχι εμπεριστατωμένη άποψη και αυτό γιατί πρέπει να γίνει αντίστοιχη δουλειά και συλλογή στοιχείων από την ελληνική πλευρά για να δούμε εάν ισχύουν τα νούμερα. Άλλωστε τα κεφάλαια για τις ανεπτυγμένες αγορές είναι πολλαπλάσια» δηλώνει ο κ. Τζάνας προσθέτοντας πως είναι δουλεία του ελληνικού χρηματιστηρίου να τοποθετηθεί επί του θέματος.

«Το Χ.Α. είναι αυτό που πρέπει να βγει και να πάρει επισήμως θέση, διότι είναι το μόνο που έχει στα χέρια του μηχανισμούς και εργαλεία για να εξακριβώσει και να αξιολογήσει αυτά που λέει η JP Morgan.

Μια αναπάντεχη άποψη

«Μία μάλλον αναπάντεχη άποψη είδε το φως της δημοσιότητας για το Ελληνικό Χρηματιστήριο, το οποίο κατατάσσεται στις αναδυόμενες αγορές.  Όπως υποστηρίζει μια ομάδα αναλυτών της JPΜorgan, δεν είναι προς το συμφέρον του ΧΑ να αναβαθμιστεί ως Developed Market, γιατί αυτό θα μειώσει τους δυνητικούς επενδυτές καθώς το ΧΑ θα είναι «μικρό» ως μέγεθος, ενώ σήμερα είναι μια υπολογίσιμη αγορά και άρα τελικά το ΧΑ θα ζημιωθεί από μία τέτοια αναβάθμιση», αναφέρει ο Δρ. Πάνος Δάντης, Αναλυτής Διεθνών Αγορών, Πρόεδρος ΕΕΠΑΜΑ.

Για τον ίδιο, η βάση της ανάλυσης της JPM είναι  πραγματική ως προς το αρχικό σκεπτικό καθώς το ΧΑ θα πρέπει να κάνει μεγάλο αγώνα προσέλκυσης επενδυτών για να μπορέσει να σταθεί δίπλα ακόμα και στις μικρές σχετικά, ώριμες αγορές π.χ. της Αυστρίας.

Από την άλλη πλευρά, τα επενδυτικά κεφάλαια  που τοποθετούνται στις ανεπτυγμένες αγορές είναι πολλαπλάσια από αυτά των αναδυομένων, αλλά το Χ.Α. πρέπει να βελτιώσει πρώτα απ’ όλα την αγορά παραγώγων που είναι σε νηπιακό στάδιο ακόμα  – και η έκθεση της JPM αναφέρεται σε αυτό –  καθώς η αγορά δικαιωμάτων (options) σε μετοχές και δείκτες είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη, ενώ υστερεί και σε δανεισμό μετοχών και ανοικτές πωλήσεις, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να αντισταθμίσουν επαρκώς και εύκολα το  ρίσκο τους τα επενδυτικά κεφάλαια – όπως άλλωστε γίνεται σε όλες τις ανεπτυγμένες αγορές.

«Η έκθεση της JPM αναφέρει πως μόνο 3 μετοχές πληρούν τα κριτήρια της κεφαλαιοποίησης και επαρκούς ρευστότητας (τουλάχιστον 5,8 δις δολάρια κεφαλαιοποίηση και διασπορά αξίας 2,9 δις) , ενώ το ελάχιστο όριο είναι 5 μετοχές, ενώ δεν αποκλείουν μια επανάληψη του 2001 που την αναβάθμιση της αγοράς ακολούθησε μια μείωση του ενδιαφέροντος για το ΧΑ. Όμως οι συνθήκες στις αγορές είναι δυναμικές και όχι στατικές και πιθανόν να μεταβληθούν στο όχι μακρινό μέλλον με μια περαιτέρω άνοδο του ΧΑ. Συνεπώς τα κριτήρια της διασποράς και της κεφαλαιοποίησης θα πιάσουν αρκετές ακόμα μετοχές και η αγορά παραγώγων θα αποκτήσει βάθος και επιπλέον επιλογές. Τότε θα δούμε την JPM να αλλάζει άποψη», καταλήγει ο κ. Δάντης.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: