Τι λένε οι τρεις υποψήφιοι διάδοχοι της Μέρκελ για την Ελλάδα

Τι λένε οι τρεις υποψήφιοι διάδοχοι της Μέρκελ για την Ελλάδα

Καθώς ο αρχηγός του CDU έχει σοβαρές πιθανότητες να γίνει ο επόμενος Καγκελάριος, οι θέσεις του αναμένεται να επηρεάσουν και τη χώρα μας.

Από το 2010 και την πρώτη δανειακή βοήθεια της Ελλάδας μέχρι και σήμερα, παραμένει το ερώτημα του πώς επηρέασε η οικονομική κρίση των χωρών του ευρωπαϊκού νότου τη Γερμανία. Τον φετινό Ιούνιο, η γερμανική κυβέρνηση απαντώντας σε σχετική ερώτηση των Πρασίνων στη Βουλή παραδέχτηκε ουσιαστικά καθαρά κέρδη ύψους 2,9 δισ. ευρώ από το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων (SMP) της ΕΚΤ. Η είδηση έκανε το γύρο όχι μόνο των γερμανικών και ελληνικών, αλλά και των διεθνών ΜΜΕ, αναθερμαίνοντας μία συζήτηση που κρατάει χρόνια: Εν τέλει, η Γερμανία επωφελήθηκε από την ελληνική κρίση;

Οι υπολογισμοί ανεβάζουν τα κέρδη σε επίπεδα που ξεπερνούν τα 100 δισ. ευρώ, ενώ κοινή συνισταμένη είναι έρευνα του Γερμανικού Ινστιτούτου Ερευνών Halle Institute for Economic Research (IWH). Πέρα, όμως, από τα οικονομικά οφέλη, η οικονομική κρίση στον ευρωπαϊκό νότο είχε ως αποτέλεσμα την υποχώρηση του ευρώ που έκανε τη γερμανική βιομηχανία ιδιαίτερα ανταγωνιστική, καθώς και στη διαφοροποίηση στη φορολογική πολιτική. Αφού η Γερμανία έχει χαμηλότερο χρέος και χαμηλότερα επιτόκια από τη Γαλλία και την Ιταλία, αυτό σημαίνει ότι οι δύο τελευταίες χώρες είναι υποχρεωμένες σε επιβολή υψηλότερης φορολογίας και ως εκ τούτου εταιρείες που μπορούν να επιλέξουν πού θα εγκατασταθούν, είναι πιθανότερο να κατευθυνθούν προς τη Γερμανία.

Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ένα ακόμη σημαντικό όφελος για τη Γερμανία: Οι γερμανικές τράπεζες (όπως επίσης και οι γαλλικές) ήταν σε μεγάλο βαθμό εκτεθειμένες στο ελληνικό χρέος, αλλά κατάφεραν να αποφύγουν σημαντικές απώλειες, επειδή ξαφνικά αναδύθηκε ένας ακόμη ισχυρός αγοραστής ελληνικού χρέους, ο ESM, που χρηματοδοτείται από τα δημόσια οικονομικά όλων των κρατών-μελών (όχι μόνο τη Γαλλία και τη Γερμανία).

Έτσι, το θέμα της Ελλάδας ανέρχεται σε ιδιαίτερα μείζον ζήτημα στη γερμανική πολιτική σκηνή. Επομένως, δεν προκαλεί εντύπωση που οι τρεις επικρατέστεροι υποψήφιοι για την ηγεσία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), η Άνεγκρετ Κραμπ- Καρενμπάουερ, πρώην Πρωθυπουργός του Ζάαρλαντ και σημερινή γενική Γραμματέας του κόμματος, ο Γενς Σπαν, υπουργός Υγείας στην κυβέρνηση συνεργασίας με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) και ο Φρίντριχ Μερτς, επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του CDU ως το 2008, ο οποίος εγκατέλειψε την ενεργό πολιτική έχοντας ηττηθεί στο εσωκομματικό πεδίο από την Άνγκελα Μέρκελ, έχουν μιλήσει για τι θα έκαναν αν βρίσκονταν στην ηγεσία το 2015, όταν ο τότε υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έβαζε στο τραπέζι την προσωρινή αποχώρηση της Ελλάδας από το κοινό νόμισμα.

Ο επόμενος αρχηγός του CDU έχει σοβαρές πιθανότητες να γίνει και Καγκελάριος της Γερμανίας. Η σημασία των θέσεών του, επομένως, υπερβαίνει σημαντικά τα όρια της εσωκομματικής διαδικασίας.

Μια από τις σημαντικότερες στιγμές της ελληνικής κρίσης ήταν το καλοκαίρι του 2015 όταν ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε πρότεινε η Ελλάδα να κάνει ένα προσωρινό «διάλειμμα» από την συμμετοχή της στην Ευρωζώνη. Οι απαντήσεις των τριών υποψηφίων δεν εκπλήσσουν. Συγκεκριμένα, η «εκλεκτή» της νυν καγκελαρίου, νυν γενική γραμματέας του κόμματος και υποψήφια του κέντρου Ανεγκρέτ Κραμπ- Καρενμπάουερ δηλώνει ότι συμφωνεί με τη γραμμή που ακολούθησε τότε η καγκελάριος: «Το έβλεπα περίπου όπως και η καγκελάριος. Το μεγάλο πρόβλημα που συνδεόταν με αυτή την πρόταση (προσωρινής εξόδου της Ελλάδας) ήταν εάν θα προκαλούσε ένα πιθανό ντόμινο εξελίξεων. Εάν το έχεις κάνει ήδη μια φορά, τι θα κάνεις αργότερα σε μια παρόμοια περίπτωση; Γι΄ αυτό και στήριξα σε αυτό το θέμα την καγκελάριο».

Διαφορετικά αποτιμά την τότε πρόταση Σόιμπλε ο στενός του φίλος και εκφραστής της συντηρητικής πτέρυγας της CDU Φρίντριχ Μερτς. Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε στο πλαίσιο του ρεπορτάζ, «πιστεύω, κρίνοντας εκ των υστέρων, ότι μάλλον θα ήταν καλύτερα εάν είχε γίνει (η προσωρινή αποχώρηση). Όχι προς παραδειγματισμό των υπολοίπων, αλλά για να δοθεί στην Ελλάδα η δυνατότητα να προχωρήσει σε υποτίμηση του νομίσματός της και να δημιουργηθούν ανταγωνιστικές βιομηχανικές δομές», λέει χαρακτηριστικά ο Μερτς, ο οποίος απέσπασε την Τετάρτη τη δημόσια στήριξη του Β. Σόιμπλε στη μάχη για την προεδρία της CDU.

Από τις τοποθετήσεις αυτές είναι προφανές ότι σε περίπτωση εκλογής της Κραμπ-Καρενμπάουερ δεν πρόκειται να υπάρξουν αξιοσημείωτες μεταβολές στο Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα όσον αφορά τη διαχείριση του ελληνικού ζητήματος. Διαφορετικά θα είναι τα πράγματα εάν εκλεγεί ο Μερτς, ο οποίος πρεσβεύει μια σαφώς πιο σκληρή γραμμή. Όλα αυτά βέβαια θα αποκτούσαν σημασία μόνον η Ελλάδα χρειάζονταν ξανά την βοήθεια των εταίρων.

Αξιοσημείωτο είναι ότι ο τρίτος υποψήφιος, ο οποίος μάλιστα έχει και τις λιγότερες πιθανότητες να εκλεγεί, Γενς Σπαν, ο οποίος διετέλεσε υφυπουργός επί Σόιμπλε, ευθυγραμμιζόμενος συχνά με τη γραμμή του πολιτικού του προϊσταμένου στην ελληνική κρίση, αποφεύγει να τοποθετηθεί ρητώς. «Επί της αρχής πάντα στήριζα τον υπουργό στις θέσεις του επί ζητημάτων που αφορούν την οικονομία και το ευρώ», επισήμανε ο νεαρός πολιτικός, προσθέτοντας. «Κάνοντας μια αναδρομή σήμερα, θα είχε ενδιαφέρον το υποθετικό ερώτημα, ‘τι θα γινόταν εάν’. Η προσφορά τότε απευθυνόταν στην Ελλάδα και έλεγε ‘αν θέλετε αυτό το διάλειμμα, τότε προσφέρουμε αυτό το διάλειμμα’. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα (των διαβουλεύσεων) των ΥΠΟΙΚ και δη ομόφωνο. Οι πρωθυπουργοί και αρχηγοί κρατών αποφάσισαν διαφορετικά. Αλλά παρόλα αυτά θεωρώ ενδιαφέρον το ερώτημα ‘τι θα γινόταν εάν’ και εάν ενδεχομένως τα πράγματα πήγαιναν καλύτερα εάν είχε γίνει αυτό το διάλειμμα».

Αξίζει να αναφερθεί πως τον Μάιο η γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung έκανε λόγο για μια αλλαγή στάσης που βρισκόταν σε εξέλιξη στους κόλπους της κοινοβουλευτικής ομάδας της Χριστιανικής Ένωσης απέναντι στην Ελλάδα σύμφωνα με την οποία δεν θα θεωρείται πλέον απαραίτητη προϋπόθεση η οικονομική συμμετοχή του ΔΝΤ ώστε να εγκρίνει πιστώσεις προς την Αθήνα. Για την γερμανική εφημερίδα δυο είναι οι λόγοι αυτής της αλλαγής: «Αναμφίβολα μετά την αποχώρηση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε υπάρχει μια πιο ελεύθερη σκέψη. Ο τόνος του θηριοδαμαστή έχει εξαφανιστεί. Κανείς δεν υπαγορεύει πλέον λεπτομερώς μέτρα λιτότητας, κανείς δεν απειλεί με εκφράσεις τύπου “το παιχνίδι τελείωσε”. Αντ’ αυτού και οι δυο πλευρές αναζητούν ρεαλιστικούς συμβιβασμούς. Κι ένας τέτοιος συμβιβασμός είναι να μην απαιτείς πλέον από το ΔΝΤ να πληρώσει. Υπάρχουν αρκετοί πόροι, αρκούν και χωρίς το ΔΝΤ».