Και η Γερμανία ακολουθεί το μοντέλο της ευέλικτης εργασίας

Και η Γερμανία ακολουθεί το μοντέλο της ευέλικτης εργασίας
An employee works on plumbing equipment at the polishing stage of the assembly line of bathroom and sanitation company Hansgrohe, in Schiltach, in the Black Forest, Southwestern Germany, November 3, 2014. German bathroom fittings maker Hansgrohe is a successful firm with a track record of global exports and an attractive profit-sharing scheme. But it's struggling to hire highly-qualified engineers - and many more "Mittelstand" companies are too. The raft of firms named after their small-to-medium size kept Germany afloat throughout a global economic downturn and still have healthy order books. But now they must brace for a blow to their business from a demographic time bomb. Picture taken November 3, 2014. REUTERS/Vincent Kessler (GERMANY - Tags: BUSINESS EMPLOYMENT) - RTR4G8JE

Ξεπέρασαν τα 7,5 εκατ. οι εργαζόμενοι που το 2017 δεν βρίσκονταν υπό το καθεστώς πλήρους απασχόλησης.

Οι λεγόμενες μορφές ευέλικτης εργασίας (λ.χ. μερική, δανεική κλπ. ) αυξήθηκαν και πάλι το 2017 στην Γερμανία.

Όπως ανακοίνωσε η «Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία» τη Δευτέρα 7,7 εκατομμύρια πολίτες απασχολήθηκαν με «άτυπες μορφές εργασίας» το 2017. Ηταν δηλαδή περίπου 63.000 περισσότεροι από το προηγούμενο έτος. Το ποσοστό των απασχολουμένων με «ευέλικτα» σχήματα εργασίας αυξήθηκε δηλαδή σε 20,8 από 20,7% που ήταν το 2016.

Πάντως, ο μεγαλύτερος αριθμός «ευέλικτων» εργαζομένων έχει καταγραφεί το 2010, οπότε και είχαν ανέλθει σε περίπου 7,95 εκατομμύρια, αποτελούσαν δηλαδή περίπου το 22,6% των εργαζομένων. Μέχρι το 2014 ο απόλυτος αριθμός μειωνόταν, ενώ από το 2015 άρχισε να αυξάνεται.

Σύμφωνα με την ίδια στατιστική οι γυναίκες οι οποίες απασχολούνται με ευέλικτες μορφές εργασίας ανέρχονται σε 30,5% και παραμένουν έτσι περισσότερες από τους άνδρες (12,2%).

Ο αριθμός των απασχολουμένων με κανονική σχέση εργασίας, που είναι πλήρως ασφαλισμένοι και εργάζονται άνω των 20 ωρών ήταν το 2017 περίπου 25,8 εκατομμύρια, δηλαδή 116.000 περισσότεροι από ό, τι το 2016. Το ποσοστό των «κανονικών» εργαζομένων αυξήθηκε επομένως ελαφρά σε 69,3% από 69,2% που ήταν το 2016.