Ορέστης Ομράν στο Network: Οι ξένες επενδύσεις χρειάζονται σταθερότητα, στοχευμένες πολιτικές και υπομονή

Ορέστης Ομράν στο Network: Οι ξένες επενδύσεις χρειάζονται σταθερότητα, στοχευμένες πολιτικές και υπομονή
Ορέστης Ομράν, Δικηγόρος, Partner στην DLA Piper και Επικεφαλής Greece Country Group (αριστερά) και Παύλος Ευθυμίου, Γενικός Διευθυντής της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρηματιών (Ε.ΕΝ.Ε), μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης και Εκτελεστικός Σύμβουλος Διοίκησης στον Όμιλο Ιατρικού Αθηνών (δεξιά)
Ο διεθνούς φήμης δικηγόρος μίλησε αποκλειστικά για τα μέλη του Fortune Greece Network σε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον live session για την πολιτική, την οικονομία και την επιχειρηματικότητα.

Ένας από τους πλέον αναγνωρίσιμους διεθνείς δικηγόρους της νέας γενιάς, ήταν ο προσκεκλημένος σε μια αναλυτική συζήτηση εφ’ όλης της ύλης στο live session του Fortune Greece Network που πραγματοποιήθηκε στον πολυχώρο “Άτρακτος” αποκλειστικά για τα μέλη του Network. Ο Ορέστης Ομράν, partner στην εταιρεία DLA Piper και διδάκτωρ Συγκριτικού Συνταγματικού Δικαίου, μίλησε με τον γενικό διευθυντή της Ε.ΕΝ.Ε. και partner του Fortune Greece, Παύλο Ευθυμίου, για την οικονομία, την επιχειρηματικότητα, τις πολιτικές εξελίξεις αλλά και για το νέο του βιβλίο «25 + 1 ερωτήσεις για την ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΚΡΙΣΗ».

Δείτε τα highlights της συζήτησης: 

*Για να δείτε όλη τη συζήτηση, κάντε apply στο Fortune Greece Network!

Ακολουθούν ορισμένα χαρακτηριστικά αποσπάσματα της ζωντανής συζήτησης:

Ορέστη θα ξεκινήσουμε από το πιο πρόσφατο που είναι το βιβλίο σου. Πώς το σκέφτηκες και πώς κατάφερες να το ολοκληρώσεις;

Αποφάσισα να γράψω ένα βιβλίο όταν, ενόψει της ενεργειακής κρίσης η οποία ξεκίνησε πέρυσι το Φεβρουάριο, μπήκε πάρα πολύ έντονα στον δημόσιο διάλογο το θέμα των τιμών της ενέργειας και των ροών φυσικού αερίου από τη Ρωσία. Τότε συνειδητοποίησα έλλειψη γνώσης και παραπληροφόρηση. Ο καθένας δηλαδή είχε γίνει ειδικός μέσα σε λίγες ημέρες και έλεγε πράγματα τα οποία τις περισσότερες φορές ήταν περισσότερο δυσοίωνα από ό,τι στην πραγματικότητα.

Το ενεργειακό κόστος στην Ελλάδα για τη βιομηχανία μεσοσταθμικά ήταν υπολογισμένο ότι είναι περίπου 30% πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Πού είμαστε και πού μπορούμε να πάμε ρεαλιστικά;

Το κόστος ενέργειας στην Ελλάδα λόγω των φόρων και των προστιθέμενο τελών είναι μεγαλύτερο από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θεωρώ όμως ότι υπάρχει η βούληση πλέον να αλλάξει η κατάσταση διότι ανοίγει η αγορά. Υπάρχουν πολύ περισσότεροι πάροχοι. Η αλήθεια είναι ότι πολλοί βιομήχανοι πλέον έχουν τον δικό τους βραχίωνα παραγωγής ενέργειας, οπότε εκ των πραγμάτων μπορούν να καταναλώσουν ενέργεια που παράγουν οι ίδιοι. Άρα δημιουργούνται διαφορετικές συνέργειες λόγω της φύσης της αγοράς και νομίζω ότι καταλαβαίνουν και οι πάροχοι πλέον ότι όταν έχεις τόσο μεγάλες καταναλώσεις, είναι λογικό να δώσεις καλύτερο όρους.

Ορέστης Ομράν, Δικηγόρος, Partner στην DLA Piper και Επικεφαλής Greece Country Group
Ορέστης Ομράν, Δικηγόρος, Partner στην DLA Piper και Επικεφαλής Greece Country Group

Πολλές φορές ξεχνάμε ότι και για την κοινωνία το ζήτημα είναι πολύ μεγάλο, διότι όταν αυξάνεται το κόστος μεταποίησης, για παράδειγμα στο τρόφιμο, αυτό μετακυλίεται στον καταναλωτή.

Το κόστος των τροφίμων παραμένει υψηλό. Έχουμε μια αύξηση των βασικών προϊόντων της τάξεως του 16%, ενώ το κόστος της ενέργειας είτε επειδή επιδοτείται είτε επειδή εκ των πραγμάτων μπορέσαμε να κρατήσουμε χαμηλά τις τιμές πανευρωπαϊκά, παραμένει σχετικώς χαμηλό. Αυτό πρέπει να διορθωθεί. Πρέπει να διορθωθεί, διότι πολύ απλά καταλήγουμε σε αδικίες και σε κοινωνικές εντάσεις.

Υπάρχει το κλισέ ότι η Ελλάδα έχει ήλιο, αέρα, πολύ καλές καιρικές συνθήκες και θα μπορούσε να παράξει Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Τι μας δυσκολεύει τόσο πολύ;

Έχουμε ένα φετίχ να αναπτύξουμε καταναγκαστικά τις ΑΠΕ χωρίς να υπάρχει περιμετρικά ένα σχέδιο το οποίο θα τις αξιοποιεί σωστά. Όταν δεν έχεις αποθήκευση, τι να την κάνεις την ενέργεια που παράγεις από τις ΑΠΕ; Εμείς αυτή τη στιγμή δεν έχουμε αυτές τις δυνατότητες. Επίσης, ένα άλλο σημαντικό κομμάτι για τις ΑΠΕ είναι το κόστος τους.

Υπάρχει επίσης ένα δίλημμα. Από τη μια προστατεύουμε το περιβάλλον και παράγουμε ανανεώσιμη ενέργεια, άρα δεν καίμε αέριους και υγρούς υδρογονάνθρακες, και από την άλλη έχουμε τις επιπτώσεις στους καταναλωτές, δηλαδή το πόσο ακριβή είναι η ενέργεια που καταναλώνεται. Ετέθη λοιπόν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρόσφατα ενώπιον αυτού του διλήμματος και το έλυσε. Είπε ότι προτεραιότητα είναι όχι η προστασία του περιβάλλοντος τη στιγμή που μιλάμε, λόγω της ενεργειακής κρίσης, αλλά η προστασία των καταναλωτών.

Ορέστης Ομράν, Δικηγόρος, Partner στην DLA Piper και Επικεφαλής Greece Country Group
Ορέστης Ομράν, Δικηγόρος, Partner στην DLA Piper και Επικεφαλής Greece Country Group

Η οικονομία όμως, επηρεασμένη και από την ακριβή ενέργεια, τρέχει με πάρα πολύ υψηλό πληθωρισμό. Τα επιτόκια ανεβαίνουν. Οι ειδικοί αρχίζουν να προβλέπουν ότι τα επόμενα δύο χρόνια δεν θα είναι τα πιο εύκολα.

Ο πληθωρισμός όπως σωστά λες είναι όντως αρκετά υψηλός. Φαίνεται όμως ότι το ‘23 θα έχουμε πίεση προς τα κάτω. Επίσης υπάρχουν καλές προβλέψεις για τα ελληνικά ομόλογα, τα οποία ήδη λόγω της διάψευσης των προσδοκιών ότι θα είχαμε ύφεση στην Ευρώπη και στην Ελλάδα έχουν αρχίσει και αποδίδουν πολύ καλύτερα.

Αλλά ξέρεις, κάποιος είχε πει ότι όταν ευημερούν οι αριθμοί δυστυχούν οι άνθρωποι. Οπότε πρέπει να κοιτάμε πάντοτε και τον ανθρώπινο παράγοντα. Καλά είναι τα μακροοικονομικά δεδομένα, το θέμα όμως είναι να δούμε τι επιπτώσεις έχει στην καθημερινότητά μας.

Κι έχουμε μπροστά μας μια δυνητική διπλή κάλπη. Κάτι το οποίο την προηγούμενη φορά που συνέβη οδήγησε σε μια περίοδο αστάθειας…

Το μεγαλύτερο άγχος των διεθνών οίκων αξιολόγησης από τις εκλογές, προκειμένου να πάρουμε την επενδυτική βαθμίδα, είναι η αποκαλούμενη πολιτική αστάθεια. Αυτοί οι οίκοι κάνουν δύο βασικά πράγματα. Κοιτάνε τα οικονομικά δεδομένα από ποσοτική πλευρά: πώς αποδίδεις, πώς πάει ο πληθωρισμός, η ανάπτυξη, το ποσοστό του χρέους στο ΑΕΠ. Κοιτάνε όμως και αυτό τον παράγοντα, ο οποίος είναι καθαρά υποκειμενικός και λέγεται πολιτική σταθερότητα.

Και μάλιστα σε μια χώρα χωρίς κουλτούρα κυβερνήσεων συνεργασίας.

Ακριβώς. Οπότε έχουν στο μυαλό τους το ενδεχόμενο δύο εκλογών χωρίς αυτοδύναμη κυβέρνηση, ή δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας. Τι θα γίνει λοιπόν στο διάστημα αυτό; Μπορεί η οικονομία να αντέξει μια τρίτη εκλογική διαδικασία; Θεωρώ ότι παρά την καλή απόδοση της ελληνικής οικονομίας, εάν φτάσουμε σε αυτό το τέλμα θα έχουμε πρόβλημα.

Αυτό έχει να κάνει και με την ισχύ των θεσμών θα έλεγα, το οποίο είναι ένα πάγιο ζήτημα. Μέχρι και η δικαιοσύνη στην Ελλάδα είναι κάτι που στην ΕΕΝΕ έχουμε πει ότι θα μπορούσε να μεταρρυθμιστεί αρκετά, έτσι ώστε η ταχύτερη απονομή της να λύνει και μεγάλα ερωτήματα για την οικονομία.

Θα σου πω ειλικρινά ότι πλέον οποτεδήποτε έχουμε μια μεγάλη ξένη επένδυση στη χώρα, οι επενδυτές αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι τα ελληνικά δικαστήρια και το ελληνικό δίκαιο. Άρα ενώ είμαστε στην Ελλάδα, ενώ θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε αξιοπιστία στο δικαστικό μας σύστημα και μάλιστα να χρησιμοποιήσουμε τους ξένους επενδυτές ως αφορμή για να εκσυγχρονίσουμε το δικαστικό μας σύστημα, καταλήγουμε εν τέλει να έχουμε εξαγορές στην Ελλάδα με συμβάσεις αγγλικού δικαίου, με ρήτρες διαιτησίας οι οποίες γίνονται στο Παρίσι, στο Λονδίνο, οπουδήποτε αλλού.

Παύλος Ευθυμίου, Γενικός Διευθυντής της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρηματιών (Ε.ΕΝ.Ε), μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης και Εκτελεστικός Σύμβουλος Διοίκησης στον Όμιλο Ιατρικού Αθηνών
Παύλος Ευθυμίου, Γενικός Διευθυντής της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρηματιών (Ε.ΕΝ.Ε), μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης και Εκτελεστικός Σύμβουλος Διοίκησης στον Όμιλο Ιατρικού Αθηνών

Αυτό που με προβληματίζει είναι ότι στο εξωτερικό βλέπω πως μια άμεση ξένη επένδυση αμέσως κινητοποιεί την τοπική αγορά και ευρύτερα, σχηματίζονται clusters γύρω από αυτό…

Δύο πράγματα θέλω να πω γι’αυτό. Το πρώτο αφορά την ποιότητα των άμεσων ξένων επενδύσεων. Καταρχάς, τι είναι άμεση ξένη επένδυση, και κατά δεύτερον που κατευθύνεται; Το ότι ήρθε η Amazon και η Microsoft και έκαναν data centers στην Ελλάδα δεν είναι κακό, αλλά δεν πρέπει να είμαστε και πάρα πολύ υπερήφανοι. Δεν θέλουμε να γίνουμε η Πολωνία του Νότου σε καμία των περιπτώσεων. Δεν θέλουμε δηλαδή να κάνουν outsourcing οι μεγάλοι κολοσσοί τις απλές τους υπηρεσίες στη χώρα μας, και να αφήνουν τις πραγματικές επενδύσεις για τις χώρες της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης. Πρέπει να γίνουμε ανταγωνιστικοί με τα κράτη της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης. Όσο αντιμετωπίζουμε τους εαυτούς μας ως δεύτερης κατηγορίας επενδυτικό τόπο προορισμού, τόσο περισσότερο θα χάνουμε.

Πολλές επιχειρήσεις που αποκαλούμε μεγάλες στην Ελλάδα, είναι οριακά μεσαίες στη μεγάλη κλίμακα. Είναι όμως πάρα πολύ καινοτόμες και δυναμικές. Με σωστούς όρους στρατηγικής υποστήριξής τους και με έξυπνα εργαλεία μπορούν να αναπτυχθούν. Ένα από τα αυτά τα εργαλεία είναι το RRF, το οποίο όμως θεωρώ πως είναι υπερβολικά στοχευμένο σε δημόσια έργα όπου είναι μεν κρίσιμα, αλλά στην πραγματικότητα δεν αποτελούν το καύσιμο του scale-up και της αναπτυξιακής ώθησης, ούτε είναι τα εργαλεία τόσο έξυπνα.

Κάθε χώρα, όπως ξέρεις καλύτερα από μένα, φτιάχνει ένα εθνικό σχέδιο για το RRF (Μηχανισμός Ανάκαμψης και Σταθερότητας) και με βάση αυτό το εθνικό σχέδιο αξιοποιούνται οι πόροι. Νομίζω ότι εδώ έχουμε κάνει δύο βασικά λάθη. Κινηθήκαμε πολύ γρήγορα και πήραμε λεφτά, αλλά δεν προβλέψαμε σωστά τους τομείς της οικονομίας για τους οποίους πρέπει να κατευθύνουν. Και δεύτερον, περιοριστήκαμε πάρα πολύ σε δανεισμό. Πήραμε δηλαδή χρήματα, τα δώσαμε στις τράπεζες και είπαμε δανείστε με μεγαλύτερο επιτόκιο από το RRF γιατί σας έχουμε χρηματοδοτήσει.

Πάμε και σε ένα καλό οικοσύστημα. Το νεοφυές οικοσύστημα των startup, το οποίο έχει κάνει μέσα σε 12 χρόνια ένα μικρό θαύμα στην Ελλάδα. Πέρσι πάνω από 185 startups άντλησαν πλέον των 4,5 δις κεφαλαίων σε πολλούς κύκλους χρηματοδότησης.

Σίγουρα είναι εντυπωσιακό, αν σκεφτούμε ότι πριν από δέκα χρόνια δεν υπήρχε καν οικοσύστημα startup στην Ελλάδα. Δεν ξέραμε τι είναι. Εγώ δεν είχα κάνει ποτέ στην Ελλάδα venture capital deal γιατί συνήθως είμαστε με τους επενδυτές, αλλά τα τελευταία δύο χρόνια έχω κάνει πάνω από 5-6 τέτοια deals, που σημαίνει ότι όντως υπάρχει κίνηση, υπάρχει ενδιαφέρον.

Είναι παραδοχή πλέον ότι ζούμε σ’ έναν κόσμο τελείως παγκοσμιοποιημένο. Υπάρχει αυτή η παραδοχή λοιπόν, τέλος πάντων, ότι για να επιβιώσει κάποιος πρέπει να είναι διεθνής με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο. Η ελληνική οικονομία θα πρέπει να διεθνοποιηθεί και αυτό θα ξεκινήσει από κάτω, από τις επιχειρήσεις.

Στην ΕΕΝΕ λέμε για την εξωστρέφεια ότι υπάρχουν κάποιες αγορές στις οποίες η διείσδυση θα μπορούσε να προσφέρει ένα αποφασιστικό scale-up για την επιχείρηση που το καταφέρνει. Ενδεικτικά, αυτές οι αγορές θα μπορούσαν να είναι της Γαλλίας, της Γερμανίας, των ΗΠΑ, οι οποίες ναι μεν είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικές, αλλά όπως είπες, με το σωστό άρμα σε άξονα συνεπένδυσης, στο σωστό business plan, θα μπορούσες να κερδίσεις έναν εταίρο.

Συμφωνώ. Νομίζω όμως ότι πρέπει να είμαστε και ρεαλιστές. Πρέπει να καταλάβουμε το μέγεθος των ελληνικών επιχειρήσεων και το κατά πόσο είναι εύκολο να προσελκύσουμε όντως τέτοιου είδους συνέργειες στο εξωτερικό. Αλλά χρειάζεται και υπομονή. Εμείς ως λαός δεν την έχουμε πολύ εύκολα την υπομονή και σε μεγάλα πράγματα και σε μικρότερα. Γι’ αυτό και απογοητευόμαστε εύκολα.

Στην πολιτική υπάρχει χρόνος, Ορέστη, και υπομονή; Βλέπω ότι έχουμε έναν εκλογικό νόμο που δεν θα δουλέψει στις πρώτες εκλογές.

Η μη αλλαγή του εκλογικού νόμου ήταν μια πολιτική επιλογή. Εγώ νομίζω ότι καλό θα ήταν να δούμε και την απλή αναλογική,. γιατί θα είναι μια πάρα πολύ καλή ευκαιρία να μετρηθούμε και ως λαός, αλλά να μετρηθούν και οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου. Το κατά πόσο είναι σοβαρές και κατά πόσο όντως τους ενδιαφέρει να κυβερνηθεί η χώρα σωστά. Αυτό νομίζω ότι είναι μια καλή ευκαιρία για όλους μας.